Πώς μπορεί να εξασφαλιστεί η ποιότητα ζωής σε επεμβάσεις του παχέος εντέρου

Πώς μπορεί να εξασφαλιστεί η ποιότητα ζωής σε επεμβάσεις του παχέος εντέρου

Του
ΑΡΗ ΜΠΕΡΖΟΒΙΤΗ


«Νεότερες τεχνικές και τεχνολογίες στη χειρουργική του παχέος εντέρου μειώνουν σημαντικά την πιθανότητα ένας ασθενής να καταλήξει με σακουλάκι κολοστομίας μετά από μεγάλες επεμβάσεις στον πεπτικό σωλήνα.

Ασθενείς που δεν υποβάλλονται πλέον σε πολύωρα χειρουργεία, που σε μία – δύο ημέρες παίρνουν εξιτήριο, επιστρέφουν στην εργασία τους σε λίγες ημέρες, χωρίς εκτεταμένες ουλές στο σώμα τους και σίγουρα χωρίς τον κίνδυνο των μελλοντικών μεγχειρητικών κηλών από τις τομές», επισημαίνει ο Άρης Πλαστήρας, χειρουργός ογκολόγος Πεπτικού, Επιμελητής Α’ στη Χειρουργική Ογκολογική Κλινική ΓΑΟΝΑ «Άγιος Σάββας» και στο Ιατρικό Κέντρο Ψυχικού, πρώην διδάσκων στο King’s College London (www.arisplastiras.com), και συνεχίζει:

«Όλα αυτά συνθέτουν μια ελπιδοφόρα πραγματικότητα που πρέπει να γνωρίζουν οι ασθενείς με σοβαρά προβλήματα του πεπτικού τους συστήματος και να μην εκφράζουν άρνηση, ακόμη και σε ένα ραντεβού στο χειρουργικό ιατρείο, ώστε να ενημερωθούν για το πρόβλημά τους και την πληθώρα νέων θεραπειών που είναι πλέον διαθέσιμες. Οι χειρουργοί που γνωρίζουν καλά το αντικείμενό τους δεν προτείνουν πάντα το χειρουργείο ως μόνη λύση, αλλά εξατομικεύουν τη θεραπεία ανάλογα με τον ασθενή και το εν λόγω πρόβλημα (tailor-made surgery)».

Οι ερωτήσεις των ασθενών που πρωτοδιαγιγνώσκονται με κακοήθεια του εντέρου είναι διαχρονικά σταθερές. Αν υπάρχει επιβίωση, πόσο θα επηρεαστεί η ποιότητα της ζωής τους και αν αξίζει τον κόπο να υποβληθεί σε χημειοθεραπείες / ακτινοβολίες και ένα μεγάλο χειρουργείο.

Η προσέγγιση οφείλει να είναι προς το συμφέρον του ασθενούς, με μια ολιστική προσέγγιση από πολλές ειδικότητες, οι οποίες από κοινού (ογκολογικό συμβούλιο) θα αποφασίσουν τη θεραπεία που πρέπει να ακολουθηθεί.

Τι πρέπει να γνωρίζει ο ασθενής πριν από την έναρξη της θεραπείας

Όπως τονίζει ο κ. Πλαστήρας, ο ασθενής, προτού συναινέσει στην έναρξη της θεραπείας που υποδεικνύει ο γιατρός του, πρέπει να γνωρίζει τα εξής:

1. Είναι σημαντικό να ληφθεί λεπτομερές ιστορικό για στενούς συγγενείς με παρόμοια προβλήματα, καθώς και ιστορικό με άλλα προβλήματα υγείας, ώστε να υπολογιστεί το ρίσκο και το όφελος της θεραπείας. Οι ασθενείς σε προχωρημένη ηλικία δεν έχουν καμία αντένδειξη από τις κατευθυντήριες οδηγίες να μη χειρουργηθούν, τουναντίον είναι πολύ πιο ευάλωτοι σε ισχυρές χημειοθεραπείες.
2. Είναι επιτακτική η επαρκής χαρτογράφηση της έκτασης του προβλήματος (χρήση αξονικών και μαγνητικών τομογραφιών), αλλά και τα γενετικά χαρακτηριστικά του όγκου (Μικροδορυφορική Αστάθεια / MSI, BRAF, KRAS-NRAS, HER-2, DΥPD). Όλα αυτά πρέπει να λαμβάνουν χώρα προ του χειρουργείου και όχι ελέω φόβου του ασθενούς να αποφασιστεί χειρουργείο της επόμενης ημέρας. Πλην αποφρακτικών όγκων, όλες οι άλλες περιπτώσεις πρέπει να εξετάζονται ξεχωριστά.
3. Ένα μικρό ποσοστό (περίπου 15%) των ασθενών είναι υποψήφιο να λάβει ανοσοθεραπεία εξαρχής σε όγκους του κατώτερου τμήματος του εντέρου. Σε αυτούς η ανοσοθεραπεία μπορεί να είναι πολύ πιο αποτελεσματική από τη χημειοθεραπεία, και μάλιστα με ελάχιστες παρενέργειες.
4. Μικρό ποσοστό ασθενών, αλλά υπαρκτό, μπορεί να λάβει επικουρικές θεραπείες –ανοσοθεραπεία, χημειοθεραπεία και ακτινοβολία– και να επιτευχθεί πλήρη ανταπόκριση της νόσου.
5. Η ποιότητα ζωής και η ύπαρξη κολοστομίας –σακουλάκι παρά φύσιν έδρας– είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, που στις μέρες μας μπορεί κατά πολύ να αποφευχθεί. Με τη βοήθεια προηγμένης απεικόνισης και των ελάχιστα επεμβατικών τεχνικών (δηλαδή της ρομποτικής και της λαπαροσκοπικής προσέγγισης), αναγνωρίζονται και προστατεύονται ζωτικές δομές, όπως αγγεία, νεύρα και σφιγκτήρες του πρωκτού, με αποτέλεσμα πολλοί ασθενείς να αποφύγουν τη μόνιμη κολοστομία, ακόμη και με ό­γκους πολύ κοντά στον πρωκτό ή ακόμη και όταν εμπλέκονται μερικώς οι σφιγκτήρες αυτού.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ