Ο κυνισμός των εταίρων και συμμάχων και η αναβάθμιση της Τουρκίας

Ο κυνισμός των εταίρων και συμμάχων και η αναβάθμιση της Τουρκίας

Σε καθεστώς απομόνωσης από τους εταίρους και συμμάχους της κινδυνεύει να βρεθεί η Αθήνα, τη στιγμή που η Τουρκία βρίσκει ανοικτές πόρτες παντού στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Τελευταίο αρνητικό δείγμα αποτελεί η αναμενόμενη –καθώς οι διεργασίες είχαν αρχίσει μήνες πριν– συμφωνία πώλησης των Eurofighters στην Τουρκία, η οποία υπογράφηκε κατά την επίσκεψη του βρετανού πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ στην Άγκυρα και χαιρετίστηκε από τον γερμανό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος έσπευσε στην τουρκική πρωτεύουσα αμέσως μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας.

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Μια συμφωνία η οποία κατέστη δυνατή μετά την άρση των αντιρρήσεων που για χρόνια προέβαλλε το Βερολίνο, λόγω τόσο της κατάστασης του κράτους δικαίου στην Τουρκία όσο και των αμφιβολιών που υπήρχαν για τη συμβατότητα των στόχων της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής με εκείνους της Γερμανίας και της ΕΕ.

Η Αθήνα είχε καταβάλει μεγάλες προσπάθειες και είχε διαθέσει αρκετό διπλωματικό κεφάλαιο προκειμένου να πείσει τους εταίρους και συμμάχους ότι η πώληση σύγχρονων οπλικών συστημάτων στην Τουρκία δεν έχει καμία σχέση με τη στήριξη της ευρωπαϊκής άμυνας και επιπλέον δεν διασφαλίζει ότι τα όπλα αυτά δεν θα στραφούν εναντίον ενός κράτους-μέλους της ΕΕ και δεν θα χρησιμοποιηθούν από έναν στρατό που παράνομα κατέχει έδαφος άλλου κράτους-μέλους της Ένωσης.

www.paron.gr Ad

Δυστυχώς, οι προσπάθειες αυτές δεν απέδωσαν και έτσι οι συμμετέχοντες στην κοινοπραξία που κατασκευάζει τα Eurofighters (Βρετανία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Γαλλία, η οποία ενέκρινε τον εξοπλισμό των αεροσκαφών με τους πυραύλους Meteor) επέλεξαν να δώσουν λύση στο τεράστιο πρόβλημα που αντιμετώπιζε η Τουρκική Πολεμική Αεροπορία, βλέποντας την ισορροπία δυνάμεων να έχει ανατραπεί στον αέρα του Αιγαίου υπέρ της Ελλάδας.

Βεβαίως, ακόμη και αυτή η ανάσα ζωής που προσφέρουν οι εν λόγω χώρες, αν και με υψηλό τίμημα για την Τουρκία, δεν είναι αρκετή για την Άγκυρα. Ο στόχος της Τουρκίας είναι να επανέλθει στο πρόγραμμα των F-35, ώστε να προλάβει την απόκτηση των μαχητικών 5ης γενιάς από την Ελλάδα αλλά και να εξασφαλίσει την πώληση κινητήρων για την πρώτη ε­μπορική έκδοση του τουρκικού μαχητικού KAAN, μέχρις ότου μπορέσει να κατασκευάσει δικούς της κινητήρες.

Ο ίδιος ο Πρόεδρος Τραμπ έχει υποσχεθεί ότι θα βρεθεί λύση στο θέμα των F-35 και αυτό που απομένει είναι η θεσμική παράκαμψη της σχετικής απόφασης του Κο­γκρέσου για επιβολή κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας. Ο κ. Τραμπ, όπως έδειξε με κάθε ευκαιρία στη διαδικασία της εκεχειρίας στη Γάζα, υπολογίζει πλέον τον Ταγίπ Ερντογάν ως στρατηγικό εταίρο.

Ήδη η επιλογή της Αθήνας να μην επιτρέψει και επίσημα τη συμμετοχή της τουρκικής κρατικής πολεμικής βιομηχανίας στο Πρόγραμμα «SAFE» έχει προκαλέσει πολλές αντιδράσεις μεταξύ των εταίρων, οι οποίοι θέλουν μέσα την Τουρκία, αφενός ώστε να συνεισφέρει με οπλικά συστήματα που δεν κατασκευάζονται στην Ευρώπη και αφετέρου για να επιτραπεί η είσοδος ευρωπαϊκών εταιρειών στην τουρκική αμυντική βιομηχανία, ώστε να υπάρξει μια νέα, πιο φθηνή παραγωγή οπλικών συστημάτων όχι μόνο για την Ευρώπη αλλά και για εξαγωγές.

Κυρίως, όμως, οι εταίροι θέλουν να διαμηνύσουν στην Τουρκία ότι είναι μέρος της ευρωπαϊκής ασφάλειας και άμυνας, ώστε να επωφεληθούν από τον υποτιθέμενο γεωπολιτικό ρόλο της, αλλά και για να διευκολυνθεί η εμπορική σχέση των χωρών με τη μεγάλη αγορά των 85 εκατομμυρίων ανθρώπων, που μπορεί να αποτελέσει και την πύλη για τη Μέση Ανατολή και τον μουσουλμανικό κόσμο.

Όσον αφορά το Πρόγραμμα «SAFE», πάντως, η Τουρκία είχε φροντίσει από νωρίς να λάβει τα μέτρα της μέσω κοινοπραξιών ευρωπαϊκών εταιρειών από την Ισπανία και την Ιταλία με ιδιωτικές τουρκικές εταιρείες, όπως η Bayraktar, η οποία είναι στενά συνδεδεμένη με το βαθύ κράτος. Αυτές οι εταιρείες θα διεκδικήσουν μερίδιο από τα ευρωπαϊκά κονδύλια των 150 δισ., καθώς αυτό δεν μπορεί να εμποδιστεί από το ελληνικό βέτο.

Δυστυχώς, ίσως για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες, η Αθήνα δεν έχει βρεθεί τόσο μόνη απέναντι στην τουρκική απειλή, κάτι που αποθρασύνει φυσικά την Άγκυρα, η οποία θεωρεί ότι μπορεί να ασκήσει ακόμη μεγαλύτερες πιέσεις στην Ελλάδα και να επιτύχει ίσως την αποδοχή των όρων που έχει προβάλει σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.

Από ελληνικής πλευράς, παρά τη σημαντική προσπάθεια που έχει υπάρξει για την ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας, παραμένει σοβαρό πρόβλημα η δυνατότητα να αξιοποιηθεί αυτή η ισχύς, ώστε να επιδιωχθεί η επίλυση του βασικού ζητήματος, δηλαδή της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας / ΑΟΖ, με τρόπο που να συμβαδίζει με το Δίκαιο της Θάλασσας και να ανοίξει μια νέα προοπτική για τη χώρα αλλά και για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Το γεγονός, όμως, ότι και στην άλλη όχθη του Ατλαντικού υπάρχει ένας ηγέτης απρόβλεπτος και α­ντισυμβατικός μάλλον προκαλεί ανησυχία και αγωνία, καθώς 11 μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του δεν έχει βρεθεί δίαυλος επικοινωνίας ούτε με το στενό περιβάλλον του Προέδρου Τραμπ ούτε φυσικά με τον ίδιο.

Η προσπάθεια να προσελκύσει το ενδιαφέρον του Προέδρου Τραμπ με τα ενεργειακά και τη δημιουργία υποδομών, ώστε να μπορέσουν η Αλεξανδρούπολη και η Καβάλα να γίνουν οι πύλες εισόδου του αμερικανικού LNG προς την Ανατολική Ευρώπη, έχει τη σημασία της, αλλά δεν φαίνεται προς το παρόν επαρκής ώστε να εξασφαλίσει μια καλή και αποδοτική, χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις, επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στον Λευκό Οίκο.

Βεβαίως, η παρουσία της Chevron στα οικόπεδα νότια της Κρήτης, παρά τις θριαμβολογίες, είναι μεν μια θετική εξέλιξη, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Exxon Mobil αναβάλλει κάθε χρόνο την έναρξη γεωτρήσεων στα άλλα οικόπεδα.

Το επόμενο διάστημα απαιτείται ιδιαίτερη εγρήγορση, καθώς η Τουρκία αναβαθμίζει τον ρόλο της και ενδεχομένως θα επιχειρήσει να το εξαργυρώσει προκαλώντας τους Ευρωπαίους και κυρίως την Ουάσινγκτον και τον Ντόναλντ Τραμπ να στρέψουν το ενδιαφέρον τους στην Ανατολική Μεσόγειο, ως μέρος του συνολικού προβλήματος της Μέσης Ανατολής. Τότε η Αθήνα θα βρεθεί αντιμέτωπη με τον κυνισμό των συμφερόντων εταίρων και συμμάχων.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ