
Η συχνή κατανάλωση ροφημάτων που περιέχουν τεχνητά γλυκαντικά αυξάνει τον κίνδυνο για σακχαρώδη διαβήτη
Του
ΑΡΗ ΜΠΕΡΖΟΒΙΤΗ
Mια σημαντική επιστημονική μελέτη που έγινε στην Αυστραλία αναδεικνύει τη σχέση ανάμεσα στην κατανάλωση γλυκών ροφημάτων –τόσο με ζάχαρη όσο και με τεχνητά γλυκαντικά– και στον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2.
Η έρευνα, που βασίστηκε σε δεδομένα από περισσότερους από 36,000 ανθρώπους, προσφέρει πολύτιμα στοιχεία για τη δημόσια υγεία και καλεί σε δράση.
Η καθηγήτρια Θεραπευτικής – Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής, παθολόγος (Θεραπευτική Κλινική Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα») Θεοδώρα Ψαλτοπούλου και η βιολόγος Αλεξάνδρα Σταυροπούλου αναφέρουν ότι οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία από τη «Μελέτη Συνεργασίας της Μελβούρνης» («Melbourne Collaborative Cohort Study» – MCCS), η οποία παρακολουθεί συμμετέχοντες επί σχεδόν 14 χρόνια. Συνολικά, εξετάστηκαν 36,608 άτομα ηλικίας 40 – 69 ετών, χωρίς διαβήτη κατά την έναρξη της μελέτης.
Οι συμμετέχοντες απάντησαν σε ερωτηματολόγια σχετικά με τη διατροφή τους, την υγεία τους, τον τρόπο ζωής τους και άλλες συνήθειες. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στην κατανάλωση αναψυκτικών με ζάχαρη (SSBs) και αναψυκτικών με τεχνητά γλυκαντικά (ASBs). Οι απαντήσεις κατηγοριοποιήθηκαν σε τέσσερις ομάδες: από σπάνια ή καθόλου έως μία ή περισσότερες φορές την ημέρα.
Η βασική διαπίστωση της μελέτης είναι ξεκάθαρη: όσο πιο συχνά καταναλώνει κανείς γλυκά ροφήματα τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Τα ζαχαρούχα ροφήματα (π.χ. αναψυκτικά τύπου Coca Cola) σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο, αλλά αυτή η σύνδεση φαίνεται να εξηγείται κυρίως από την αύξηση του σωματικού βάρους. Δηλαδή, η κατανάλωσή τους συμβάλλει στην παχυσαρκία, η οποία με τη σειρά της αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης διαβήτη. Τα ροφήματα με τεχνητά γλυκαντικά, όπως τα αναψυκτικά διαίτης, παρουσιάζουν ακόμα πιο ανησυχητικά αποτελέσματα: ο αυξημένος κίνδυνος διαβήτη παραμένει ακόμη και όταν ληφθεί υπόψη το σωματικό βάρος. Αυτό σημαίνει ότι τα τεχνητά γλυκαντικά μπορεί να επηρεάζουν τον οργανισμό με τρόπους που δεν σχετίζονται μόνο με τις θερμίδες ή την αύξηση βάρους. Συνολικά, οι άνθρωποι που κατανάλωναν τεχνητά γλυκαντικά καθημερινά είχαν έως και 83% μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 σε σύγκριση με εκείνους που τα απέφευγαν τελείως.
Η επιστημονική κοινότητα έχει αρχίσει να ερευνά πώς τα τεχνητά γλυκαντικά επηρεάζουν τον οργανισμό. Ορισμένες μελέτες έχουν δείξει ότι μπορεί να αλλάζουν τη σύσταση του εντερικού μικροβιώματος, δηλαδή των βακτηρίων στο πεπτικό σύστημα, επηρεάζοντας την απορρόφηση της γλυκόζης και τη λειτουργία της ινσουλίνης. Άλλες έρευνες υποδεικνύουν ότι η χρήση τους μπορεί να προκαλεί αντιφατικά σήματα στο σώμα, με αποτέλεσμα την αύξηση της όρεξης ή και της αντίστασης στην ινσουλίνη.
Η έρευνα ενισχύει τις φωνές που ζητούν τη λήψη μέτρων, όπως η φορολόγηση των γλυκών ροφημάτων, όπως έχει προτείνει και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), και η ενίσχυση εκστρατειών ενημέρωσης για τους κινδύνους που συνδέονται με την καθημερινή κατανάλωση τέτοιων προϊόντων. Ωστόσο, οι πολιτικές μέχρι στιγμής επικεντρώνονται κυρίως στα ζαχαρούχα ποτά.
Δεν χρειάζεται πανικός, αλλά ενημέρωση και μέτρο. Η καθημερινή κατανάλωση αναψυκτικών –είτε με ζάχαρη είτε με γλυκαντικά– φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών προβλημάτων υγείας. Μικρές αλλαγές μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Προτιμήστε το νερό ή το ανθρακούχο νερό χωρίς προσθήκες. Δοκιμάστε φυσικά ροφήματα με βότανα, φρούτα ή λίγο λεμόνι.
Περιορίστε τη συνήθεια του «κάθε μέρα αναψυκτικό», ειδικά ως συνοδευτικό στο φαγητό.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτο: Pixabay