
Η δημιουργία ευρωπαϊκής αμυντικής ικανότητας και η συμμετοχή τρίτων χωρών
Η ΡΕΥΣΤΗ ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.
Και οι πλέον ψύχραιμοι αναλυτές των διεθνών σχέσεων δεν κρύβουν τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες τους για τις διεθνείς εξελίξεις, με τους συναφείς κινδύνους γενικευμένων συρράξεων. Βασικά αίτια, η ρευστότητα στις διεθνείς σχέσεις και οι συνεχιζόμενοι περιφερειακοί πόλεμοι, με επίκεντρο το Μεσανατολικό και το Ουκρανικό, καθώς αμφότερα επηρεάζουν την ασφάλεια και το μέλλον της Ευρώπης.
Ανησυχητικό, επίσης, στοιχείο η αδυναμία των διεθνών οργανισμών να αναλάβουν πρωτοβουλίες και να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην επίλυση των διεθνών και διακρατικών διαφορών. Το Μεσανατολικό αφορά, κυρίως, τη διένεξη και τον πόλεμο μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων και κατ’ επέκταση του αραβοϊσλαμικού κόσμου. Η εμπόλεμη κατάσταση, που χρονολογείται από της ιδρύσεως του κράτους του Ισραήλ, ευθύς μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μπορεί να αποδοθεί στην αδυναμία αποδοχής ύπαρξης κράτους του Ισραήλ από τον αραβοϊσλαμικό κόσμο και, αντίστοιχα, στη μη αποδοχή ίδρυσης Παλαιστινιακού Κράτους (με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ) από το Ισραήλ. Σημαντικός και ο γεωπολιτικός παράγων, καθώς χώρες της Μέσης Ανατολής θεωρούν το κράτος του Ισραήλ ως σφήνα της Δύσης για τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής και των πετρελαιοφόρων χωρών, καθώς και των διαβάσεων προς τον ασιατικό χώρο.
Η ισραηλινοπαλαιστινιακή διαμάχη κοντεύει να συμπληρώσει έναν αιώνα, χωρίς να διαφαίνεται φως στον ορίζοντα για ειρήνευση, με τις συναφείς επιπτώσεις για τη διεθνή ασφάλεια και σταθερότητα, όπως και την ελεύθερη ναυσιπλοΐα. Όσο για το Ουκρανικό, όπου έχει ήδη κλείσει μία τριετία από τη ρωσική εισβολή στις ανατολικές περιοχές της Ουκρανίας τον Φεβρουάριο του 2022, αυτό έχει άλλες διαστάσεις και αίτια. Η Μόσχα επικαλέστηκε τη δυσμενή μεταχείριση των ρωσικών μειονοτήτων της περιοχής, αλλά οι πραγματικοί λόγοι και η ανομολόγητη αλήθεια είναι ότι προχώρησε στην εισβολή για να αποτρέψει την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, την οποία μυστικώς διαπραγματευόταν ο Πρόεδρος Ζελένσκι με την Ουάσινγκτον και ηγέτες άλλων νατοϊκών χωρών. Πώς εξηγείται ο συνεχιζόμενος ρωσοουκρανικός πόλεμος, που έχει επιφέρει τεράστιες καταστροφές στο σύνολο, σχεδόν, της ουκρανικής επικράτειας; Κυρίως από αισθήματα ανασφάλειας και φοβίας έναντι της Ρωσίας. Ιδιαίτερα των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης και περισσότερο εκείνων της Βαλτικής, στις οποίες διαβιούν σημαντικές ρωσικές μειονότητες. Το προηγούμενο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία προκαλεί ανησυχία και δέος. Ασφαλώς, στις αιτίες διαιώνισης του πολέμου θα πρέπει να προστεθούν και οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί και τα οικονομικά συμφέροντα.
Η ρευστότητα και η ανασφάλεια στη διεθνή σκηνή χειροτέρευσε μετά τις τελευταίες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ και την επάνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στην Προεδρία της ισχυρότερης χώρας στον πλανήτη. Προεκλογικά και αμέσως μετά την ανάληψη της Προεδρίας χρησιμοποίησε μια φρασεολογία με συνθήματα και θέσεις που πολλές θύμιζαν εκείνες του Γ’ Ράιχ. Υποσχέθηκε να επιλύσει το Ουκρανικό με απευθείας συνομιλίες με τον ρώσο ομόλογό του Βλαντιμίρ Πούτιν, ερήμην της Ουκρανίας, αγνοώντας πλήρως και την Ευρώπη. Απείλησε να επιβάλει υψηλούς δασμούς στα εισαγόμενα προϊόντα από όλες σχεδόν τις χώρες του πλανήτη και να αλλάξει την επικρατούσα παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Στη συνέχεια υπαναχώρησε, στο πλείστον, σχεδόν, των εξαγγελιών του, όταν οι δυσμενείς επιπτώσεις έπληξαν την αγορά των ΗΠΑ. Επίσης, άλλαξε στάση έναντι της Ρωσίας, προφανώς για να αποτρέψει τη δημιουργία ενός ρωσοκινεζικού μετώπου.
Ποια ήταν η στάση των διεθνών οργανισμών και τι ρόλο έπαιξαν για τη μείωση των εντάσεων και την ειρηνική επίλυση διμερών ή πολυμερών διαφορών; Αναφερόμαστε, κυρίως, στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) αλλά και σε άλλους, πιο εξειδικευμένους, όπως η ΕΕ και το ΝΑΤΟ, το οποίο μετά τη διάλυση του αντίπαλου δέους, του Συμφώνου της Βαρσοβίας, έχει πάρει στρατιωτικοπολιτική μορφή, όπως και άλλους, ανάλογους, σε άλλες ηπείρους; Σε σχέση με τον ΟΗΕ, τα κράτη και οι πολίτες τους δεν πρέπει να προσδοκούν και πολλά. Και τούτο γιατί ο ΟΗΕ αποτελεί περισσότερο ένα διαρκές δημοκρατικό πλαίσιο συζητήσεων των παγκόσμιων προβλημάτων κοινού ενδιαφέροντος, προς αναζήτηση ειρηνικών ή συμβιβαστικών λύσεων, όπως παρατηρεί σε ένα θαυμάσιο βιβλίο ο αγαπητός συνάδελφος, μακαρίτης πλέον, πρέσβης Σωτήρης Βαρουξάκης. Στερείται όμως θεσμικών δυνατοτήτων και ουσιαστικών παρεμβάσεων, καθώς εξαρτάται από την αρχή της ομοφωνίας των πέντε Μόνιμων Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΣΑ). Στην περίπτωση του Ουκρανικού και σε άλλα θέματα, που αφορούν την ευρωπαϊκή ασφάλεια και αμυντική ικανότητα, δεν έχουν λείψει οι πρωτοβουλίες από ηγέτες μεμονωμένων χωρών, όπως του γάλλου Προέδρου, χωρίς ιδιαίτερα αποτελέσματα. Όσον αφορά τον τελευταίο, περισσότερο για προβολή της χώρας και του ιδίου επρόκειτο παρά για εκκινήσεις ουσιαστικών μέτρων.
Ως παράδειγμα, αξίζει αναφοράς η πρόσφατη συνάντηση, σε επίπεδο αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων, της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας, από την οποία στην ιστορική μνήμη το μόνο που θα μείνει είναι οι βαθιές υποκλίσεις ή τεμενάδες του αλβανού πρωθυπουργού Έντι Ράμα προς την ιταλίδα ομόλογό του κ. Μελόνι. Το Ουκρανικό και η περιρρέουσα, ρευστή διεθνής κατάσταση έχει και ένα θετικό στοιχείο. Την αφύπνιση των ευρωπαίων ηγετών –μετά και τις απειλές του αμερικανού Προέδρου για αποχώρηση των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ, αν οι ευρωπαϊκές χώρες δεν αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες– για την απόκτηση χωριστής ευρωπαϊκής αμυντικής ικανότητας.
Προβληματισμούς εγείρει η δυνατότητα συμμετοχής και τρίτων ή προθύμων χωρών. Ιδιαίτερα της Τουρκίας, η στάση της οποίας σε πολλά θέματα ασφάλειας και συνεργασίας δεν ταυτίζεται πάντοτε με εκείνα της Δύσης. Η ελληνική διπλωματία οφείλει να απαιτήσει εμπεριστατωμένες και τεκμηριωμένες θέσεις για το πού και πώς μπορεί να συμβάλουν στην ευρωπαϊκή αμυντική ικανότητα χώρες εκτός της ΕΕ, όπως και το να λαμβάνονται με τη συναίνεση όλων (by consensus) οι αποφάσεις συνεργασίας. Η ελληνική διπλωματία, ιδιαίτερα έναντι της Τουρκίας, έχει σοβαρότατα και ισχυρά επιχειρήματα να προβάλει. Την κατοχή του 1/3 του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας και τις συνεχιζόμενες προκλήσεις και απειλές με casus belli σε βάρος της Ελλάδος, χώρας-μέλους της ΕΕ. Αναγκαία, η περαιτέρω αμυντική θωράκιση και η εσωτερική συνοχή με διαβουλεύσεις μεταξύ της κυβέρνησης και των κοινοβουλευτικών κομμάτων της αντιπολίτευσης. Τα θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφαλείας πρέπει να τίθενται υπεράνω κομματικών αντιθέσεων και ιδεολογικών διαφορών.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ