Οι εισαγωγές… ροκανίζουν την οικονομία

Οι εισαγωγές… ροκανίζουν την οικονομία

ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΜΕΝΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

–Τεράστιο το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που αντανακλά τις αδυναμίες του παραγωγικού μοντέλου της χώρας

Πλασματική και ψευδεπίγραφη είναι η σταθεροποίηση και η ανάπτυξη της εθνικής μας οικονομίας, η οποία, όπως φαίνεται, στηρίζεται σε… πήλινα πόδια, καθώς το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών δεν είναι ισοσκελισμένο και… γέρνει επικίνδυνα προς τις εισαγωγές, αφού οι εξαγωγές είναι εξαιρετικά περιορισμένες.

Και όπως αναφέρουν οι πιο αξιόπιστοι κανόνες της οικονομίας, όταν δεν παράγει μια χώρα, δεν είναι δυνατόν να αναπτυχθεί ποτέ της οικονομικά. Οπότε, η δήθεν πρόοδος που μας λένε οι κυβερνώντες δεν στηρίζεται πουθενά και υπάρχει μόνο στη… φαντασία τους.

«Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αντανακλά τις αδυναμίες του παραγωγικού μοντέλου της χώρας και την υψηλή εξάρτηση από εισαγωγές, καθιστώντας την οικονομία ευάλωτη σε εξωτερικούς κραδασμούς».

Με τις λέξεις αυτές προειδοποιεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τους κινδύνους και τα τρωτά σημεία της ελληνικής οικονομίας στην εις βάθος ανάλυση που δημοσίευσε την Τρίτη 13 Μαΐου για την Ελλάδα, θέτοντας επί τάπητος το ζήτημα του παραγωγικού μοντέλου που ακολουθεί η χώρα. Όχι τυχαία, τόσο οι παραγωγικοί φορείς της χώρας όσο και οι ξένοι οίκοι αξιολόγησης που αναβαθμίζουν συνεχώς τη χώρα μας χτυπούν καμπανάκι για την αχίλλειο πτέρνα της εθνικής οικονομίας. Τα στοιχεία αποκαλύπτουν ότι η ελληνική οικονομία στηρίζεται στην κατανάλωση εισαγόμενων αγαθών, ενώ η εγχώρια παραγωγή αδυνατεί να καλύψει ακόμα και βασικές ανάγκες. Και ενώ οι διεθνείς τιμές καυσίμων και ενέργειας ξεφούσκωσαν και δεν επιβαρύνουν το έλλειμμα, όπως (δικαιολογημένα εν πολλοίς) συνέβαινε τα τελευταία δύο – τρία χρόνια, το νέο… καύσιμο στο εμπορικό έλλειμμα είναι πλέον τα αγροτικά προϊόντα, ο τουρισμός και η αύξηση των επενδύσεων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην Επισκόπηση για την Ελλάδα (In-Depth Review 2025) προβλέπει διατήρηση της ανάπτυξης με ρυθμούς 2,3% το 2025 και 2,2% το 2026. Η ανάπτυξη αυτή στηρίζεται κυρίως στην εγχώρια ζήτηση και στις επενδύσεις.

Η Κομισιόν, όμως, ανησυχεί για την άλλη όψη του νομίσματος, καθώς εστιάζει στις χρόνιες αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας και ειδικά στην αύξηση των εισαγωγών, οι οποίες, ακόμα κι αν γίνονται για την κάλυψη των επενδυτικών αναγκών, «συνεισφέρουν αρνητικά στο εμπορικό ισοζύγιο».

Πώς, όμως, να ανατραπεί αυτή η ανισορροπία στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, όταν μια χώρα που μέχρι πριν από 50 χρόνια πρωτοστατούσε στην αγροτική παραγωγή και ήταν η… ατμομηχανή της μεσογειακής διατροφής σήμερα δεν παράγει ούτε… πατάτες, αλλά τις κάνει εισαγωγή από την Κύπρο και την Αίγυπτο.

Από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το πρώτο τρίμηνο του 2025 φαίνεται ξεκάθαρα το παράδοξο του ελληνικού ισοζυγίου: Αν και η οικονομία συνεχώς αναπτύσσεται με φόρα από το 2024 (2,6%), το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών κινείται σε υψηλά επίπεδα. Ανήλθε σε 15,1 δισ. ευρώ, με αύξηση της τάξεως του 7% σε σχέση με το 2023. Ως ποσοστό του (αυξημένου) ΑΕΠ, το έλλειμμα έφτασε το 6,4%, «παραμένοντας αισθητά πάνω από το προ πανδημίας επίπεδο», σύμφωνα με την Κομισιόν. Όσον αφορά τον τομέα των τροφίμων, η Ελλάδα εισάγει ακόμα και προϊόντα που παραδοσιακά αποτελούσαν το δυνατό χαρτί της ελληνικής γεωργίας. Οι εισαγωγές τροφίμων τον Μάρτιο του 2025 έφτασαν τα 820 εκατ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές ήταν 791 εκατ. ευρώ, δείχνοντας οριακό έλλειμμα. Η Ελλάδα κατά το α’ τρίμηνο του 2025 εισήγαγε 311.301 τόνους φρούτων και λαχανικών. Παρότι ο αριθμός είναι ελαφρώς μειωμένος (-3,1%) σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024, παραμένει αυξημένος κατά 28,5% συγκριτικά με το 2023! Εντυπωσιακό είναι το ότι η Ελλάδα εισάγει πατάτες από την Αίγυπτο, ντομάτες από την Τουρκία και… κρεμμύδια από την Ολλανδία.

Συγκεκριμένα, εισήχθησαν:

158.894 τόνοι πατάτες από Αίγυπτο, Γαλλία, Ολλανδία και Γερμανία.
8.415 τόνοι κρεμμύδια από Αυστρία, Ολλανδία και Γερμανία.
1.335 τόνοι ντομάτες από Τουρκία, Βουλγαρία και Ισπανία.
673 τόνοι πορτοκάλια από Ιταλία, Ρουμανία και Βουλγαρία.

Αιτία του αποκαρδιωτικού αυτού φαινομένου είναι η… κατάληψη των καλλιεργήσιμων εκτάσεων από πάνελ για φωτοβολταϊκά αλλά και η λειψυδρία που μαστίζει τον ελλαδικό χώρο τα τρία τελευταία χρόνια, ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής. Χαρακτηριστικές ήταν οι εικόνες το περασμένο καλοκαίρι από τα κατακόκκινα (από χαλασμένες και πεταμένες ντομάτες) χωράφια της Κρήτης, που υπογραμμίζουν τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Το αποτέλεσμα είναι ένα παραγωγικό έλλειμμα που καλύπτεται από εισαγωγές –ιδιαίτερα σε περιόδους αυξημένης ζήτησης–, γι’ αυτό απαιτείται αλλαγή στρατηγικής.

Ενώ, λοιπόν, τα προϊόντα μας δεν φτάνουν για να καλύψουν τις ανάγκες του εγχώριου πληθυσμού, η κατάσταση το καλοκαίρι επιδεινώνεται δραματικά γιατί προστίθενται και τα 30 εκατ. των τουριστών. Τότε είναι που οι εισαγωγές φτάνουν στο… ταβάνι. Και μαζί τους και οι τιμές, αφού η μεγάλη ζήτηση τις ανεβάζει.

Σύμφωνα με τα στοιχεία εμπορικών συναλλαγών της Ελλάδας για το α’ τρίμηνο του 2025, οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 1,7%, ενώ οι εισαγωγές αυξήθηκαν οριακά κατά 0,4%. Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η εικόνα του Μαρτίου, όπου οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 3,8%, οι εξαγωγές υποχώρησαν κατά 8,4% και το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου εκτινάχθηκε στα 3,04 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 25,3% σε σχέση με τον α­ντίστοιχο μήνα του 2024! Εξετάζοντας τις κατηγορίες προϊό­ντων, παρατηρείται ότι η Ελλάδα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εισαγωγές σε κρίσιμους τομείς, όπως:

Μηχανήματα και υλικό μεταφορών: Τον Μάρτιο του 2025 οι εισαγωγές έφτασαν τα 1,56 δισ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές μόλις τα 410 εκατ. ευρώ, αναδεικνύοντας το τεχνολογικό έλλειμμα της χώρας.
Βιομηχανικά είδη: Οι εισαγωγές ανήλθαν σε 827 εκατ. ευρώ έναντι εξαγωγών 697 εκατ. ευρώ, δείχνοντας την αδυναμία της εγχώριας βιομηχανίας να καλύψει τις ανάγκες της αγοράς.
Χημικά προϊόντα: Εισαγωγές 1,06 δισ. ευρώ έναντι εξαγωγών 538 εκατ. ευρώ, υπογραμμίζο­ντας την εξάρτηση σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας.

Το ανησυχητικό είναι ότι πλέον το διογκούμενο έλλειμμα δεν μπορεί να αποδοθεί στις τιμές των καυσίμων και της ενέργειας, καθώς αυτές έχουν πλέον αποκλιμακωθεί. Το πρόβλημα βρίσκεται στην ίδια τη δομή της ελληνικής οικονομίας και στο παραγωγικό της μοντέλο.

Η μετάβαση σε ένα πιο βιώσιμο οικονομικό μοντέλο απαιτεί σχέδιο και συστράτευση σε συ­γκεκριμένους στόχους, όπως η ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής, οι επενδύσεις σε τομείς όπου η Ελλάδα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα, όπως η αγροδιατροφή, ο τουρισμός, η ενέργεια και η τεχνολογία, η αύξηση της προστιθέμενης αξίας των εξαγωγών και η μείωση της εξάρτησης από εισαγωγές μέσω της ανάπτυξης εγχώριων εναλλακτικών για προϊόντα που σήμερα εισάγονται, ιδιαίτερα σε στρατηγικούς τομείς.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ