
Ο φιλελευθερισμός, η αγορά, το Pfizergate και η αμαρτωλή Ούρσουλα – Του Ν. Στραβελάκη
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Την προηγούμενη εβδομάδα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρόεδρος της Κομισιόν, οφείλει να γνωστοποιήσει το περιεχόμενο των γραπτών μηνυμάτων SMS που αντάλλαξε με τον διευθύνοντα σύμβουλο της φαρμακοβιομηχανίας Pfizer Αλμπέρ Μπουρλά. Τα μηνύματα αφορούσαν την παραγγελία και την προμήθεια από τη Pfizer εμβολίων για τον υιό SARS-CoV-2 στις χώρες-μέλη της ΕΕ.
Συγκεκριμένα, η αρχική συμφωνία (Δεκέμβριος 2020) αφορούσε την παραγγελία 200 εκατ. εμβολίων, ενώ ακολούθησε και δεύτερη συμφωνία, ύψους 2,4 δισ. ευρώ, τον Μάιο του 2021, με δυνατότητα επέκτασης για επιπλέον 900 εκατ. Το 2021, η εφημερίδα «New York Times» έμαθε για την ύπαρξη των SMS σε συνέντευξη με τον Μπουρλά. Όταν, όμως, ζήτησε να της παραδοθούν τα μηνύματα, η Κομισιόν την ενημέρωσε ότι αυτό δεν είναι δυνατό. Η εφημερίδα κατέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και προέκυψε η απόφαση που προανέφερα.
Ήταν προφανές, για πολλούς, ότι κάτι ύποπτο συνέβαινε με την παραγγελία φαρμακευτικού υλικού που δεν είχε λάβει έγκριση από τους αρμόδιους φορείς. Δεν μπορούσαμε να χωνέψουμε ότι η Κομισιόν είχε αναλάβει το ρίσκο να παραγγείλει 200 εκατ. εμβόλια χωρίς να έχει προηγηθεί η έγκριση των αρμοδίων αρχών για την καταλληλόλητά τους. Ήταν σαν να αναλαμβάνει τον κίνδυνο της φαρμακευτικής εταιρείας που επρόκειτο να τα παραγάγει.
Όμως, διάφοροι φιλελεύθεροι οικονομολόγοι και πολιτικοί, εντός και εκτός Ελλάδας, είχαν σπεύσει να μας κατακεραυνώσουν. Γι’ αυτούς, ο χειρισμός της Φον ντερ Λάιεν ήταν ο ενδεδειγμένος, αφού άφηνε την αγορά να λειτουργήσει, ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες. Στη λογική τους, το να αναλάβουν την έρευνα τα πανεπιστήμια ή οι κρατικοί φορείς θα ήταν χάσιμο χρόνου. Το ίδιο ίσχυε και για την αναμονή της έγκρισης των αρμοδίων φορέων πριν από τις μαζικές παραγγελίες από την Κομισιόν. Κοντολογίς, μας είπαν ότι οι «αγορές ξέρουν καλύτερα» και ότι πρέπει να τις εμπιστευόμαστε τυφλά ακόμη και για θέματα δημόσιας υγείας.
Το ότι η αποθέωση των αγορών έκρυβε ύποπτες σχέσεις πολιτικών με τις φαρμακευτικές εταιρείες έγινε πασιφανές το 2021, όταν ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς μαζί με κατόχους Βραβείων Νόμπελ στη Χημεία, στη Βιολογία και την Ιατρική και πρώην αρχηγούς κρατών ζήτησαν την αναστολή των αδειών χρήσης των εμβολίων. Σκοπός τους ήταν η διευκόλυνση της μαζικής παραγωγής και διάθεσης εμβολίων σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης, ώστε να αποτραπεί η μετάλλαξη του υιού. Παρόλο που ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν συμφώνησε, τίποτα δεν έγινε. Σε αυτό έπαιξε ρόλο η κάθετη αντίδραση των ευρωπαίων ηγετών και της Κομισιόν. Η εμπιστοσύνη τους στην αποτελεσματικότητα των αγορών έφτανε στο σημείο της άνευ όρων υπεράσπισης των επιχειρηματικών κερδών.
Μάλιστα, λίγο πριν από την προαναφερθείσα επιστολή, ανάλογη πρόταση είχε κάνει στη Βουλή ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας, για να δεχθεί τη χλεύη του πρωθυπουργού Μητσοτάκη και του πολυπληθούς φιλοκυβερνητικού και διαπλεκόμενου εγχώριου Τύπου.
Τώρα φάνηκε γιατί διερρήγνυαν τα ιμάτιά τους οι κάθε λογής απολογητές των αγορών. Προφανώς, υπήρξαν περίεργες διαδρομές χρηματικών ποσών μεταξύ της Κομισιόν και της Pfizer, κάτι που επέβαλε τη φανατική υποστήριξη των συμφερόντων των φαρμακοβιομηχανιών με κάθε κόστος, ακόμα και σε ανθρώπινες ζωές.
Αναφορικά με την τρέχουσα υπόθεση, το πιθανότερο είναι ότι η Κομισιόν θα εφεσιβάλει την απόφαση με σκοπό να κερδίσει χρόνο και να εκτονωθούν οι εντυπώσεις για την κ. Φον ντερ Λάιεν. Με άλλα λόγια, δεν ξέρουμε αν θα πέσει φως σε αυτήν τη σκοτεινή ιστορία.
Νομίζω, όμως, ότι δεν πρέπει να ξεχάσουμε την υποκρισία των κάθε λογής φιλελέδων αναφορικά με την «εμπιστοσύνη στις αγορές». Μετά από κοντά μισό αιώνα νεοφιλελευθερισμού, έχει αποδειχθεί πλέον περίτρανα αυτό που έλεγε ο Φουκό στις διαλέξεις του στο College de France to 1977: «Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι οικονομικό μοντέλο, είναι τρόπος διακυβέρνησης». Ένας τρόπος διακυβέρνησης για να βγάζουν κέρδη οι κάθε λογής εταιρείες και οι πολιτικοί φίλοι τους.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ