Ιστορική ευθύνη και υποχρέωση της κυβέρνησης η διάσωση της Μονής Σινά και η διασφάλιση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων της

Ιστορική ευθύνη και υποχρέωση της κυβέρνησης η διάσωση της Μονής Σινά και η διασφάλιση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων της

–Τα τελευταία 20 χρόνια, η Μονή έχει βρεθεί στο στόχαστρο, αρχικά των φανατικών Αδελφών Μουσουλμάνων και στη συνέχεια των εθνικιστών του Αλ Σίσι

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Η κυβέρνηση της ΝΔ φορτώνεται με μια τεράστια ιστορική, εθνική και θρησκευτική ευθύνη, καθώς έπειτα από 1.500 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας της Ιεράς Μονής Αγίας Αικατερίνης του Σινά, η Μονή και οι μοναχοί της μετατρέπονται σε «φιλοξενούμενους» του αιγυπτιακού κράτους. Έτσι τίθενται οι βάσεις ώστε η Μονή να οδηγηθεί σε ασφυξία και τελικώς στον θάνατο.

Η επίσκεψη του Γ. Γεραπετρίτη στο Κάιρο οδήγησε σε νέα ψυχρολουσία, καθώς οι Αιγύπτιοι επέμειναν στην υλοποίηση της απόφασης του δικαστηρίου, με την Αθήνα να μην έχει πια όχι κόκκινη γραμμή, αλλά ούτε γραμμή άμυνας απέναντι στις απαιτήσεις των Αιγυπτίων.

Τα τελευταία 20 χρόνια, η Μονή έχει βρεθεί στο στόχαστρο, αρχικά των φανατικών Αδελφών Μουσουλμάνων και στη συνέχεια των εθνικιστών του Αλ Σίσι, καθώς κοινός στόχος είναι η συρρίκνωση και τελικά η εξαφάνιση του ορθόδοξου χριστιανικού στοιχείου. Απώτερος σκοπός, η μετατροπή της Μονής σε ένα κοσμικό, τουριστικό αξιοθέατο, που θα συμβάλει στην περαιτέρω τουριστική αξιοποίηση της περιοχής.

Η κυβέρνηση, ενώ γνώριζε την υπόθεση και είχε ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με το Κάιρο, ώστε να βρεθεί εξωδικαστικός συμβιβασμός και να διακοπούν οι διώξεις εναντίον της Μονής, άφησε να περάσει ο χρόνος. Δεν θέλησε να ενοχλήσει τον Αλ Σίσι και τελικά το Κάιρο προχώρησε στο δικαστικό πραξικόπημα, με τα αποτελέσματα του οποίου η Αθήνα καλείται πλέον να συμβιβαστεί.

Ήδη από τον περασμένο Δεκέμβριο υπάρχει συμφωνία, βάσει της οποίας θα «πάγωναν» οι αγωγές εναντίον της Μονής από τον κυβερνήτη του Νότιου Σινά. Μέσω αυτών διεκδικούσαν όχι μόνο όλη την περιουσία της Μονής, ακόμη και τον ίδιο τον Ναό, αλλά απαιτούσαν την εκκένωση των χώρων, την έξωση των μοναχών και την καταβολή υπέρογκων αποζημιώσεων για την «παράνομη» χρήση κτιρίων και οικοπέδων επί δεκαετίες. Παραβλέποντας, φυσικά, το ότι αυτοί οι χώροι χρησιμοποιούνται εδώ και 15 αιώνες.

Η Αθήνα περίμενε την τελική υπογραφή της συμφωνίας και, δυστυχώς, αντί να επιμείνει να έχει ολοκληρωθεί πριν από την επίσκεψη του Αλ Σίσι στην Αθήνα, έδειξε εμπιστοσύνη στους Αιγύπτιους, οι οποίοι κωλυσιεργούσαν επί μήνες, περιμένοντας απλώς να ολοκληρωθεί το σχέδιό τους με την έκδοση της δικαστικής απόφασης.

Με βάση αυτή, άμεσα, όλες οι εκτάσεις που διαθέτει η Μονή, σε αρκετή απόσταση από τα τείχη, περιέρχονται στο Αιγυπτιακό Δημόσιο. Όσον αφορά τους υπόλοιπους χώρους, ακόμη και την ίδια τη Μονή, δεν ικανοποιείται το αίτημα για αναγνώριση της κυριότητάς της.

Αντιθέτως, δηλώνεται πως απλώς αναγνωρίζεται το δικαίωμα των μοναχών να… συνεχίσουν να ασκούν τα θρησκευτικά καθήκοντά τους. Στους χώρους όπου ο μοναχισμός έχει ισχυρή παρουσία εδώ και 15 αιώνες, πλέον απλώς «δίνεται άδεια» στους μοναχούς, υπό μορφή παραχώρησης, να συνεχίσουν να ασκούν τα καθήκοντά τους.

Αυτό, φυσικά, είναι το πρώτο βήμα. Καθώς η Αίγυπτος εγείρει σημαντικά εμπόδια στην έκδοση αδειών διαμονής ή και παραχώρησης αιγυπτιακής υπηκοότητας σε μοναχούς που ζουν εκεί πάνω από 30 ή 40 χρόνια, είναι δεδομένο ότι επιχειρείται η συρρίκνωση της Μονής ως προς το ανθρώπινο δυναμικό της. Ταυτόχρονα, χωρίς έσοδα εσόδων, καθώς σύντομα, με την τουριστική αξιοποίηση της περιοχής, ακόμη και τα εισιτήρια που καταβάλλουν οι επισκέπτες θα περιέλθουν στο αιγυπτιακό υπουργείο Πολιτισμού, χωρίς τη δυνατότητα να καλλιεργούν τους κήπους έξω από τα τείχη, χωρίς πρόσβαση στην πηγή που εξασφαλίζει την ύδρευση και την άρδευσή της, η αντίστροφη μέτρηση για το τέλος θα ξεκινήσει.

Η κυβέρνηση αιφνιδιάστηκε, αν και δεν θα έπρεπε, καθώς όφειλε να αντιληφθεί ότι οι Αιγύπτιοι έπαιζαν βρώμικο παιχνίδι με τις καθυστερήσεις. Μετά τον σάλο που ξέσπασε στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο, υπήρξαν τηλεφωνικές επικοινωνίες του πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο Αλ Σίσι και του Γ. Γεραπετρίτη με τον αιγύπτιο ομόλογό του Μπ. Αμπντελάτι.
Το μήνυμα που έλαβαν και ο πρωθυπουργός και ο ΥΠΕΞ είναι ότι πλέον η Αίγυπτος δεν δέχεται τίποτα λιγότερο από την απόφαση του δικαστηρίου, πετώντας στον κάλαθο των αχρήστων τη συμφωνία στην οποία είχαν καταλήξει οι δύο πλευρές.

Ο Αλ Σίσι, δείχνοντας «γενναιοδωρία», δεσμεύθηκε ότι θα υπάρξει εγγύηση της συνέχισης του θρησκευτικού χαρακτήρα της Μονής. Μάλιστα, με δόση ειρωνείας, τόνισε στον πρωθυπουργό ότι η απόφαση του Δικαστηρίου θα ενισχύσει αυτόν τον χαρακτήρα. Το αιγυπτιακό ΥΠΕΞ, από την άλλη, έκανε λόγο για απόφαση η οποία θα οδηγήσει στη «νομιμοποίηση» της Μονής και των μοναχών.

Πολύ απλά, το αιγυπτιακό κράτος σφετερίζεται την περιουσία της Μονής, ακόμη και το ίδιο το κτίριο του Ναού, και θα «νομιμοποιήσει» την παραμονή των μοναχών στον χώρο, όσο ζουν, και την άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων τους! Και είναι προφανές ότι αυτή η «δέσμευση» ισχύει για τον σημερινό ηγούμενο, Αρχιεπίσκοπο κ. Δαμιανό, που είναι ήδη 93 ετών, και για τους άλλους 20 μοναχούς, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι άνω των 70.

Και η Αθήνα δεν επικαλείται καν τη συμφωνία για την καταγραφή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά στην Unesco ως Μνημείου Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, όπου εκεί το αιγυπτιακό κράτος έχει αναγνωρίσει την κατοχή της Μονής επί όλων των περιουσιακών στοιχείων της…

Ενώ αρχικά συμφωνήθηκε να μεταβεί στην Αίγυπτο η ίδια ομάδα τεχνοκρατών που είχε διαπραγματευθεί τη συμφωνία για εξωδικαστική ρύθμιση, με επικεφαλής τον γ.γ. του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Καλατζή, το Κάιρο είχε άλλες επιλογές. Έτσι, τελικά, στο Κάιρο μετέβη ο ίδιος ο Γ. Γεραπετρίτης, συνοδευόμενος από την τεχνική ομάδα διαπραγμάτευσης, καθώς οι Αιγύπτιοι θέλουν να διαπραγματευθούν σε νομικό επίπεδο και να επικυρώσουν τα όποια συμπεράσματα σε επίπεδο υπουργών.

Εκεί όπου τα συμφέροντα και οι πιθανές απειλές για επιπτώσεις στις ελληνοαιγυπτιακές σχέσεις θα επισκιάσουν την ουσία του προβλήματος: την εξασφάλιση και την αναγνώριση των περιουσιακών ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων της Μονής.

Όλοι αντιλαμβάνονται τη σημασία των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, καθώς είναι, μαζί με το Ισραήλ, τα μόνα αντίβαρα στον ρόλο που επιζητά η Τουρκία στην περιοχή. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι σε κάθε θέμα που προκύπτει, όπως αυτό με τη Μονή στο Σινά, η Ελλάδα πρέπει να αντιμετωπίζεται από τους Αιγύπτιους ως αδύναμος και υπάκουος συνομιλητής.
Και αν η Αίγυπτος μπορεί να εκβιάζει ότι θα τα βρει με τον Ερντογάν και κρατά πάντοτε ως φόβητρο την επανέναρξη συνομιλιών με την Τουρκία για διαμοιρασμό της υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο, αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να υποκύπτει μακροπρόθεσμα σε κάθε απαίτηση της Αιγύπτου.

Η πολιτική διαπραγμάτευση ήταν και παραμένει αναγκαία, αφού όμως προηγηθεί ενδελεχής τεχνική προετοιμασία, ώστε να καλυφθούν όλες οι γκρίζες ζώνες που σήμερα υπάρχουν και απειλούν την επιβίωση ενός εκ των σημαντικότερων θεσμών και μνημείων της Ορθοδοξίας.

Γι’ αυτό ήταν λανθασμένη η επιλογή να μη μεταβεί την περασμένη Δευτέρα το τεχνικό κλιμάκιο, ώστε να διαπιστωθούν οι προθέσεις της αιγυπτιακής πλευράς και να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο συμφωνίας που δεν θα βασίζεται μόνο στην απόφαση του δικαστηρίου, όπως θέλει το Κάιρο, αλλά και στη συμφωνία στην οποία είχαν καταλήξει τα δύο μέρη τον Δεκέμβριο, η οποία επρόκειτο να υπογραφεί κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Αλ Σίσι στην Αθήνα.

Η κυβέρνηση δεν έχει ούτε νομικό ούτε ηθικό δικαίωμα να αντιμετωπίζει την Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά ως ένα απλό θέμα στην ατζέντα των ελληνοαιγυπτιακών σχέσεων. Οι ευθύνες της για την τύχη και την ίδια την επιβίωση της Μονής είναι τεράστιες και πρέπει να τις αναλάβει.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ