Η προεδρική «γκάφα» και οι επιπτώσεις της

Πρόκειται για μια αυτονόητη προσέγγιση, υπό την έννοια ότι τα όσα ελέχθησαν διατυπώθηκαν από τα χείλη του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και επομένως εκφράζουν την Κύπρο ως κράτος και τους Ελληνοκυπρίους ως κοινότητα.
Ασφαλώς δεν δεσμεύουν την ελληνική κυπριακή πλευρά, αλλά αποτελούν μια τοποθέτηση που θα αξιοποιείται από τους πάντες, εχθρούς και φίλους, σε οποιοδήποτε στάδιο διαπραγμάτευσης, επίσημης ή ανεπίσημης.
Από την άλλη, η ομιλία του Προέδρου Χριστόφια, δυστυχώς, δεν έλαβε χώρα σε μια κομματική σύναξη ή σε κάποιο καφενείο χωριού, αλλά σε ένα από τα κορυφαία και αρχαιότερα ινστιτούτα διαμόρφωσης πολιτικής, στη μεγαλύτερη δύναμη της υφηλίου, τις ΗΠΑ, η οποία είναι και άμεσα εμπλεκόμενη στη διεθνή προσπάθεια επίλυσης του κυπριακού προβλήματος.
Από τις αντιδράσεις του κ. Χριστόφια και του κόμματός του αντιλαμβάνεται κανείς πως δεν έχει κατανοήσει ακόμη το μέγεθος της ορατής και της αθέατης ζημιάς που υπέστη η Κύπρος από αυτήν την ομιλία.
Ξεκινώντας από τις ορατές πτυχές των επιπτώσεων, ο Πρόεδρος της Κύπρου κατάφερε να απενοχοποιήσει απολύτως και πλήρως την Τουρκία για την κατοχή, που διαρκεί ήδη 36 χρόνια, και τις συνέπειές της, που είναι διαρκώς παρούσες, όπως είναι η προσφυγοποίηση των Ελλήνων της Κύπρου στην ίδια τους την πατρίδα, το διεθνές έγκλημα του εποικισμού και η λεηλασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου. Ταυτόχρονα, εξίσωσε την τουρκική εισβολή, η οποία ήταν ενταγμένη από τη δεκαετία του 50 στην τουρκική στρατηγική κατάκτησης της Κύπρου, με το πραξικόπημα της χούντας των Συνταγματαρχών, που στρεφόταν εναντίον του Προέδρου Μακαρίου και της κυβέρνησής του.
Ουσιαστικά, «πέτυχε» ο κ. Χριστόφιας να ανατρέψει όλη την ελληνική στρατηγική που χαράχθηκε από κοινού από το 1994 μέχρι και των ημερών του, μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας, που αποσκοπούσε στον διεθνή στιγματισμό του τουρκικού κράτους ως εισβολέα και κατακτητή απέναντι σε μια μικρή χώρα, ανυπεράσπιστη και κράτος μέλος του ΟΗΕ, προστατευόμενο από το Διεθνές Δίκαιο.
Ο Πρόεδρος της Κύπρου μάς είπε εν ολίγοις πως έγιναν δύο εισβολές στην Κύπρο, ίσου περίπου βάρους και με την ίδια διεθνή ευθύνη. Επομένως, δεν υποχρεούται η διεθνής κοινότητα να «τραβήξει το αυτί» στην Τουρκία και να της επιβάλει να αποσύρει τα στρατεύματά της και τους εποίκους, καθώς –όπως λέει και η Τουρκία εδώ και πολλά χρόνια– η τουρκική εισβολή ήταν μια «ειρηνευτική επιχείρηση απάντηση στην ελληνική εισβολή», που αποσκοπούσε στο να προστατέψει την Κυπριακή Δημοκρατία από την επιβουλή της χουντοκρατούμενης Ελλάδας.
Η ανατροπή του σκηνικού της πάγιας ελληνικής θέσης «εισβολή – κατοχή» μπορεί να εμφανίζεται ότι επήλθε τώρα με την ομιλία του Προέδρου Χριστόφια, ουσιαστικά όμως υποπτευόμαστε ότι έχει συμβεί εδώ και καιρό, στο πλαίσιο των μυστικών διαπραγματεύσεων που διεξήγαγε ο ίδιος αρχικά με τον Ταλάτ και τώρα με τον Έρογλου. Οι θέσεις Χριστόφια απεικονίζουν και τις ανιστόρητες απόψεις που έχει ο Πρόεδρος ως προς τις σχέσεις της Κύπρου με την Ελλάδα και την Τουρκία, τις οποίες θεωρεί μητέρες πατρίδες, από τις οποίες πρέπει η Κύπρος να απαλλαγεί.
Επομένως, η στρατηγική της Κύπρου, όπως την εξέφραζε ο ίδιος στη διαπραγμάτευσή του με τους Τουρκοκυπρίους και τον διεθνή παράγοντα, θα θεωρούσε τις δυο χώρες εξίσου υπεύθυνες για το κυπριακό πρόβλημα και εξίσου επικίνδυνες για το μέλλον της Κύπρου.
Με αυτές τις θέσεις η Κύπρος χάνει αφενός μεν στη διαπραγμάτευσή της για την επίλυση του Κυπριακού ως προς τις τουρκικές ευθύνες, το κόστος που οφείλουμε να προκαλέσουμε στην Τουρκία για να μεγιστοποιηθούν οι πιέσεις, ώστε να κάνει υποχωρήσεις στις μέχρι τούδε άκαμπτες θέσεις της, και αφετέρου χάνει σε κάποιο τουλάχιστον βαθμό την Ελλάδα ως κράτος, κοινή γνώμη αλλά και ως Ελληνισμό, που μέχρι τώρα αποτελούσε το μοναδικό και σημαντικότερο στήριγμα του Κυπριακού Ελληνισμού και της Κύπρου στον αγώνα για εθνική επιβίωση και δικαίωση.


Σχολιάστε εδώ