
Συνεχίζεται η… αιμορραγία των νέων προς το εξωτερικό
–Η έλλειψη προοπτικής, οι χαμηλοί μισθοί και η ακρίβεια συντηρούν το φαινόμενο
Οι χαμηλοί μισθοί, η ακρίβεια, η έλλειψη προοπτικής και η έλλειψη σοβαρών επενδύσεων, που διασφαλίζουν την ικανοποιητική απορρόφηση εργαζομένων, με καλές αποδοχές και σταθερότητα, εξακολουθούν να οδηγούν τους νέους της πατρίδας μας, και ιδιαίτερα τους πιο μορφωμένους, στο εξωτερικό. Βέβαια, δεν είναι ανάλογο με το κύμα φυγής που παρατηρήθηκε την περίοδο της κρίσης και των capital controls, αλλά συνεχίζει να υφίσταται…
Η μόνη διαφορά του τώρα με το τότε είναι πως οι γονείς των νέων που ξενιτεύονται δεν κλαίνε, αλλά είναι χαρούμενοι, γιατί πιστεύουν ότι τα παιδιά τους θα σταδιοδρομήσουν και θα ζήσουν καλύτερα. Και μάλλον δεν έχουν άδικο, αφού τα στοιχεία που αναφέρονται στην Έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ είναι μάλλον αποκαρδιωτικά.
Σύμφωνα με αυτά, μπορεί το 2024 το πραγματικό ΑΕΠ να κυμάνθηκε σε υψηλότερο επίπεδο από τον μέσο όρο της ΕΕ, αλλά η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας δεν βελτιώθηκε, αφού τα εισοδήματα έμειναν καθηλωμένα και μόνο η κατανάλωση αποτελούσε προσδιοριστικό παράγοντα της οικονομικής δραστηριότητας.
Οι πραγματικές επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ εξακολουθούν να είναι από τις χαμηλότερες στην ΕΕ. Αναφορικά με το είδος των επενδύσεων, η μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση εντοπίζεται στις επενδύσεις σε κατοικίες. Σε συνδυασμό με τις λοιπές κατασκευές, το α’ εξάμηνο του 2024 οι επενδύσεις αυτές αντιστοιχούσαν στο 5,2% του ΑΕΠ.
Η μεγάλη αύξηση των εισαγωγών διατήρησε το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε πολύ υψηλό επίπεδο. Το αυξανόμενο εμπορικό έλλειμμα είναι αποτέλεσμα της μεγάλης εξάρτησης της εγχώριας παραγωγής από εισαγόμενα ενδιάμεσα προϊόντα, η οποία, με τη σειρά της, αναδεικνύει αφενός τη σοβαρή διαρθρωτική ανεπάρκεια του παραγωγικού συστήματος και αφετέρου την επιτακτική ανάγκη σχεδιασμού μιας σύγχρονης βιομηχανικής πολιτικής.
Παρά τη μετάβαση της οικονομίας σε καθεστώς πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης το β’ τρίμηνο του 2024 εξακολουθούσε να κυμαίνεται σε πολύ υψηλά επίπεδα, στα οποία βρέθηκε μετά το ξέσπασμα της πανδημικής κρίσης το 2020. Επιπλέον, παρά τη θετική δημοσιονομική επίδραση του πληθωρισμού και τους θετικούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ, η χρηματοπιστωτική κατάσταση του ελληνικού δημόσιου τομέα, αν και βελτιωμένη, παραμένει εύθραυστη.
Το εξωτερικό έλλειμμα εξακολουθεί να παραμένει σε υψηλότερο επίπεδο από αυτό του 2019. Το α’ τρίμηνο του 2024 το ισοζύγιο των επιχειρήσεων ήταν σχεδόν ισοσκελισμένο, πράγμα που συνεπάγεται ότι το έλλειμμα των νοικοκυριών είναι αυτό που προσδιορίζει τη μακροοικονομική κατάσταση της οικονομίας.
Τον Δεκέμβριο του 2024, ο ρυθμός μεταβολής του Ενιαίου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, σε ετήσια βάση, διαμορφώθηκε στο 2,9%. Ο πληθωρισμός συνεχίζει να επηρεάζει αρνητικά την αγοραστική δύναμη των πολιτών, τροφοδοτώντας την κρίση αξιοπρεπούς διαβίωσης, η οποία πλήττει μεγάλα τμήματα του πληθυσμού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο σύνολο της περιόδου Νοέμβριος 2020 – Νοέμβριος 2024, πλην της κατηγορίας «Επικοινωνίες», όλες οι υπόλοιπες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών που απαρτίζουν τον Γενικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή σημείωσαν υψηλότατες μεταβολές τιμάριθμου, στην πλειονότητά τους διψήφιες. Τη μεγαλύτερη μεταβολή εμφάνισαν οι κατηγορίες Ένδυση και Υπόδηση (+31,3%), Διατροφή και Μη Αλκοολούχα Ποτά (+30,5%) και Στέγαση (24,3%), ενώ μεγάλες αυξήσεις καταγράφηκαν και στις κατηγορίες Μεταφορές (+23,8%) και Ξενοδοχεία, Καφέ, Εστιατόρια (+21,4%).
Στην επίπτωση του πληθωρισμού στο επίπεδο ευημερίας των πολιτών πρέπει να συνυπολογιστούν και οι ιδιαίτερα χαμηλές αποδοχές των μισθωτών. Το 2023, στη χώρα μας το ύψος του μέσου ετήσιου προσαρμοσμένου μισθού πλήρους απασχόλησης ήταν 17.013 ευρώ, επίδοση που αποτελεί την τρίτη χαμηλότερη μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι η χώρα μας αποτελεί το μοναδικό από τα κράτη-μέλη της ΕΕ όπου καταγράφεται μείωση του συγκεκριμένου μεγέθους συγκριτικά με το 2009. Η εξέλιξη αυτή οδήγησε στην υποβάθμιση της θέσης της Ελλάδας από τη 13η θέση το 2009 στην 24η θέση της σχετικής κατάταξης το 2023 (!).
Τέλος, σε όρους αγοραστικής δύναμης, το αντίστοιχο μέγεθος ανήλθε στην Ελλάδα σε 21.004, το χαμηλότερο επίπεδο μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ.
Αντίστοιχα, ο μισθός ενός νεοεισερχόμενου διπλωματούχου μηχανικού ήταν, σύμφωνα με την Εθνική Κλαδική ΣΣΕ ΣΤΥΕ, ΟΣΕΤΕΕ με τις οργανώσεις των εργοδοτών, 1.300 ευρώ μεικτά το 2009, ενώ σήμερα είναι 830 ευρώ, σύμφωνα με την Εθνική Συλλογική Σύμβαση της ΓΣΕΕ, λόγω της επιδεικτικής, μη αποδεκτής απροθυμίας των εργοληπτικών οργανώσεων, ύστερα από συζητήσεις 12 ετών, να καταλήξουν σε Κλαδική ΣΣΕ.
Το στεγαστικό πρόβλημα έχει βρεθεί τα τελευταία χρόνια στο επίκεντρο του δημόσιου ενδιαφέροντος εξαιτίας, μεταξύ άλλων, της αύξησης που καταγράφουν οι δαπάνες στέγασης. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2023 στην Ελλάδα το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιούσε σε νοικοκυριά στα οποία το στεγαστικό κόστος ήταν μεγαλύτερο του 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους (ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης από το κόστος στέγασης) ανερχόταν στο 28,5% – η υψηλότερη τιμή μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ.
Παράλληλα, τα συστήματα δημόσιας παιδείας και υγείας υποβαθμίζονται ταχέως και οι πολίτες στρέφονται στον ιδιωτικό τομέα, με μεγάλη οικονομική επιβάρυνση. Για πρώτη φορά, η κτιριοδομική ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα της υγείας είναι μεγαλύτερη του Δημοσίου και με φόβο αναμένουμε την ίδια εξέλιξη στην παιδεία
Όλα αυτά δείχνουν πως οι παθογένειες της ελληνικής οικονομίας είναι τόσο βαθιές, που αποτελούν τροχοπέδη σε κάθε αναπτυξιακή προσπάθεια που γίνεται. Γι’ αυτό οι νέοι και κυρίως οι μορφωμένοι, που είναι περιζήτητοι στο εξωτερικό, παίρνουν την απόφαση να μεταναστεύσουν. Αρχικά για λίγα χρόνια, μέχρι να… φτιαχτούν, όπως λένε, που στη συνέχεια μετατρέπεται για πάντα, γιατί διαπιστώνουν ότι τέτοιες συνθήκες εργασίας και αμοιβές δεν υπάρχει περίπτωση να βρουν στην Ελλάδα.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ