
Γ. Κωνσταντόπουλος στο “Π”: Στο «κόκκινο» οι επιχειρήσεις
–Τα «κόκκινα» δάνεια απειλούν τη βιωσιμότητα των ελληνικών επιχειρήσεων
Του
ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ
Μέλους ΔΣ ΣΒΑΠ και Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Πειραιά
Η ελληνική οικονομία, μετά από 12 δύσκολα χρόνια κρίσης, καλείται ξανά να σταθεί σε ένα όλο και πιο απαιτητικό περιβάλλον.
Ο πληθωρισμός, οι νέοι δασμοί από το καθεστώς του Τραμπ αλλά και το υψηλό ενεργειακό κόστος επιβαρύνουν σοβαρά τις επιχειρήσεις.
Το ιδιωτικό χρέος δεν είναι απλή υπόθεση. Αποτελεί βαριά κληρονομιά της οικονομικής κρίσης και γίνεται ακόμη πιο δύσκολο όσο περνά ο καιρός.
Ειδικά οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που στηρίζουν την ελληνική αγορά, βλέπουν την ανταγωνιστικότητά τους να μειώνεται και το μέλλον τους να απειλείται.
Τα «κόκκινα» δάνεια μεγαλώνουν
Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζα της Ελλάδος, στο τέλος του 2024 τα «κόκκινα» δάνεια που διαχειρίζονταν οι εταιρείες διαχείρισης έφτασαν τα 74,75 δισ. ευρώ, αυξημένα σχεδόν κατά 3,97 δισ. ευρώ σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του ίδιου έτους.
Από αυτά, τα επιχειρηματικά δάνεια αγγίζουν τα 25,5 δισ. ευρώ, με τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να χρωστούν περίπου 10,7 δισ. ευρώ.
Πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις δεν μπορούν καν να μπουν στο παιχνίδι της οικονομικής ανάκαμψης και μένουν παγιδευμένες σε μια δύσκολη κατάσταση, που δεν λέει να τελειώσει.
Η ελληνική επιχείρηση, η οποία βρέθηκε να χρωστά λόγω των Μνημονίων, είναι παγιδευμένη σε έναν φαύλο κύκλο, όπου από τη μια είναι αποκλεισμένη από τις τραπεζικές χρηματοδοτήσεις και από την άλλη είναι αντιμέτωπη με εξαιρετικά υψηλές δόσεις αποπληρωμής παρελθόντων χρεών, που επιβαρύνονται με πολύ μεγάλα επιτόκια.
Από την άλλη, και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι εγκλωβισμένο σε μια πολύ μικρή αγορά για νέες δανειοδοτήσεις, αφού μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων είναι εκτός τραπεζικής αγοράς.
Να κόψουμε τον γόρδιο δεσμό
Είναι προφανές ότι η παρούσα κατάσταση είναι αδιέξοδη, με μόνα ωφελημένα τα ξένα funds, που έχουν αγοράσει με εξαιρετικά χαμηλές τιμές τα «κόκκινα» δάνεια και τα χρεώνουν στους οφειλέτες με πολλαπλάσιο ποσό.
Για να πάρει ανάσα η αγορά, χρειάζονται άμεσες και πρακτικές λύσεις.
Οι διαδικασίες ρύθμισης χρεών πρέπει να γίνουν πιο απλές και γρήγορες, ειδικά μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού.
Πρέπει να δοθούν οι δυνατότητες σε επιχειρηματίες να αγοράζουν τα χρέη τους σε τιμές κοντά σε αυτές που τα πήραν τα funds, όπως γίνεται στο εξωτερικό.
Ή αλλιώς οι ρυθμίσεις δανείων να γίνουν με πολύ ευνοϊκότερους όρους ώστε να μπορούν να αποπληρωθούν.
Και από τη στιγμή που μια επιχείρηση έχει επιδείξει διαρκή ικανότητα αποπληρωμής του χρέους της, να μπορεί να έχει νέα πρόσβαση στην τραπεζική αγορά.
Οι επιχειρήσεις που έχουν δυνατότητες να σταθούν στα πόδια τους πρέπει να στηριχθούν και να έχουν πρόσβαση σε νέα δάνεια, με καλύτερους όρους.
Τέλος, οι τράπεζες οφείλουν να αναπτύξουν νέα χρηματοδοτικά εργαλεία για τις επιχειρήσεις, βελτιώνοντας και τα δική τους βιωσιμότητα.
Η Ελληνική Πολιτεία πρέπει να αντιληφθεί ότι, αν δεν μπει ένα τέλος σε αυτήν την κατάσταση ομηρίας πολλών ελληνικών επιχειρήσεων, το μέλλον για όλους θα είναι δύσκολο και ότι μαθηματικά οδηγούμαστε σε νέα κρίση.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ