ΤΑ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΗΣ
Ο κ. Παπανδρέου, διατηρώντας τη συνηθισμένη σκανδιναβική του αταραξία, του απάντησε δείχνοντάς του τον κ. Σαμαρά που καθόταν ακριβώς αντίκρυ του:
– Γιατί ρωτάτε εμένα, κύριε Πρόεδρε, και δεν ρωτάτε τον ίδιο που κάθεται δίπλα σας;
– Μα, δεν εννοώ τον Αντώνη, αφού τον χαιρέτησα και διά χειραψίας…
– Τότε;
– Για τον Τρύφωνα ρωτάω.
– Ποιον Τρύφωνα;
– Άντε, άντε, τον κομμωτή, παιδί μου, αυτόν που στο «Dancing with the stars» τους έχει πάρει όλα τα λεφτά… Αλλά έχεις δίκιο, είσαι και ποτέ στην Ελλάδα για να τον ξέρεις;
– Και τι σχέση έχει ένας κομμωτής με όλους εμάς;
Ο κ. Παπούλιας κούνησε το κεφάλι του κοιτάζοντας τους άλλους:
– Ρωτάει αν έχει σχέση…
Κανένας δεν άνοιξε στόμα, εκτός του κ. Καρατζαφέρη που μονολεκτικά το σχολίασε:
– Οψόμεθα.
– Είσαι νεότερος, Γιώργο μου, και δεν θυμάσαι, συνέχισε ο κ. Παπούλιας απευθυνόμενος πάλι στον κ. Παπανδρέου. Έχει και παραέχει σχέση, διότι χωρίς Φίφη παιχνίδι δεν γίνεται.
– Και πάλι δεν καταλαβαίνω, για ποιον Φίφη μου λέτε; Για έναν Τρύφωνα με ρωτήσατε…
– Να σ’ το εξηγήσω. Αυτός ο Φίφης ήταν σαν άντρας όχι από τους φανατικούς, αλλά σαν τύπος έξω καρδιά και έλεγε πράματα ξεκαρδιστικά. Ένας κάπως «Τρύφωνας», που τον είχε φτιάξει ένας σεναριογράφος Λαζαρίδης αν τον έχεις ακουστά.
– Ναι, δηλαδή, θέλω να πω…
– Κι αυτόν τον Φίφη στις ελληνικές ταινίες τον έπαιζε ένας ηθοποιός Σταύρος Παράβας, που κι αυτόν μάλλον δεν θα τον έχεις υπόψη σου.
– Ναι, δεν τις πολυσυνηθίζουμε, μόνο η μαμά όταν έρχεται στο σπίτι βλέπει καμιά για να φρεσκάρει τα ελληνικά της…
– Κατάλαβα, από ελληνικές είσαι κερί σβυστό, ρώτα όμως κι εμάς εδώ τους ντόπιους, που με τα καμώματα του Φίφη αλλάζαμε σηκώτι από τα γέλια, αφού, για να καταλάβεις, ήταν ταινίες τότε, που έπαιζαν σπουδαίοι ηθοποιοί, όπως ο Κωνσταντάρας, η Αρώνη, ο Φωτόπουλος, ο Αυλωνίτης και οι κινηματογράφοι για να τις παίξουν ρωτούσαν αν έπαιζε και ο Φίφης, επειδή χάρη σ’ αυτόν σωνόταν από την καταστροφή και η ταινία… Μήπως, Γιώργο, το έπιασες τώρα το υπονοούμενο;
Και τότε ο κ. Παπανδρέου, σαν αξιόμαχος πρωθυπουργός της χώρας, κοιτάζοντας όλους στα μάτια με εκείνο το διαπεραστικό του βλέμμα που θυμίζει ηλεκτρονικό διαρρηκτικό εργαλείο, απάντησε αστραπιαία:
– Θέλετε να πείτε, αν δεν κάνω λάθος, ότι και στο «Dancing with the stars» διατηρούν τον Τρύφωνα και να δείτε ότι θα τον διατηρήσουν μέχρι το τέλος για την αστεία του κατάσταση και τα γελάκια που προκαλεί για να κρατήσουν τους θεατές, όπως με την ίδια λογική πρέπει να έχουμε κι εμείς έναν… «Φίφη» για το δικό μας «Dancing with the euro».
Και οι άλλοι εκίνησαν διακριτικά μεν, αλλά χωρίς να κρύβουν τις επιφυλάξεις τους, εξαιρουμένου του κ. Καρατζαφέρη, ο οποίος με ανεξήγητο ύφος, μασουλώντας συγχρόνως και ένα σαντουιτσάκι από το προεδρικό τραπέζι, ψιθύριζε πάλι:
– Οψόμεθα!
Ενώ ο κ. Παπανδρέου ξαναρώτησε:
– Ναι, αλλά τι σχέση έχει με το συμβούλιο που μας καλέσατε, κύριε Πρόεδρε;
Και ο κύριος Πρόεδρος του έδωσε την απάντηση:
– Επειδή, Γιώργο μου, στο τέλος Ιουλίου το Δημόσιο Ταμείο δεν θα έχει ούτε τσακιστό ευρώ για να πληρωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις, τότε που θα πρέπει να πείτε στον ελληνικό λαό ότι δυστυχώς οριστικώς επτωχεύσαμε χωρίς να μπορέσετε να βρείτε ενωμένοι μια λύση, τότε θα καταλάβετε πόσο πολύ θα σας είναι απαραίτητος ένας Φίφης για να σας γλιτώσει από το ομαδικό σας γιαούρτωμα… ή έστω και ένας Τρύφωνας!
Και αυτή τη φορά ακούστηκε το «οψόμεθα» από τα στόματα όλων των πολιτικών αρχηγών, με εξαίρεση του κ. Καρατζαφέρη, που το στόμα του ήταν μπουκωμένο με τα υπόλοιπα σαντουιτσάκια που είχε καταβροχθίσει από το προεδρικό τραπέζι, αφήνοντας έτσι και σ’ εμάς να διατυπώσουμε το προσωπικό μας «οψόμεθα» και για όποιον τον αφορά…
ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ
Ένας αεικίνητος παπαράτσι πρόλαβε τους δύο κατά παράδοση αρχηγούς «κυβερνητικών» κομμάτων και παλιούς συμφοιτητές στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, τον Γιώργο Παπανδρέου και τον Αντώνη Σαμαρά, και κατέγραψε τον βιαστικό τους διάλογο κατά την είσοδό τους στο Προεδρικό Μέγαρο προκειμένου να πάρουν μέρος στην κρίσιμη συζήτηση αρχηγών που προαναφέραμε πιο πάνω. Ρωτούσε ο Παπανδρέου τον Σαμαρά:
– Θα έχει και κορίτσια στο πάρτι των τελειόφοιτων που μας κάλεσαν, Άντονι, γι’ αυτό βάλαμε τα καλά μας;
– Ο, νόου, Τζόρτζι, δεν πάμε σε πάρτι του Χάρβαρντ, όπως τότε.
– Γιέαααα;
– Γιέαααα.
– Μου θυμίζεις πλιζ, μπικόζ δεν πήρα μαζί μου το Πεταλότις να μου τα λέει…
– Στο πρέζιντεντ Πάπουλος πάμε για να δούμε τα χάλια μας!
– Θενκς Άντον, αϊ φοργκέτ, μπικόζ βλέπεις τα ματς τράουμπλ φορ μόνεϊ έκαναν το κεφάλι μου κούρκουτος…
– Καιρός να σε ξεκουράσω, Τζόρτζι…
– Ας σουν, Άντονι, ας σουν…
(Σχόλιο δικό μας, γνησίως ελληνικό: Ωχ!)
ΕΔΩ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ…
ΕΚΕΙ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ… ΠΟΥ
ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ…
Πολλές φορές η κ. Μαρία Δαμανάκη δίνει την εντύπωση τόσο διαλεκτικά όσο και ενδυματολογικά ακόμα ότι ο χρόνος δεν έχει διανοηθεί να την «παρενοχλήσει», παραμένοντας η ίδια ακόμα στα μαχητικά μικρόφωνα του αγωνιστικού (μιας εποχής) Πολυτεχνείου, στα οποία και η αψίκορος Μαρία είχε κάποτε διαπρέψει. Τότε δηλαδή που οι ανανεωτές εκείνης της γενεάς επέμεναν για μια κοινωνική ανακατάταξη που να κυμαίνεται μεταξύ μιας επιβαλλόμενης σιωπής των αμνών και μιας καλοβολεμένης φλυαρίας των τζιτζικιών και τα δύο άκρως αποτελεσματικά για όσους έκαναν την πολιτικολογία επαγγελματικό βιοπορισμό.
Πρόσφατα και πάλι υπουργοποιημένη από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και «σε δουλειά να βρισκόμαστε» δηλαδή και μάλιστα σε μια εξειδικευμένη αρμοδιότητα που αφορά, όπως διαβάζω, τις παραλίες και τις ακτές σε ό,τι αφορά τις αλιευτικές και τις ιχθυολογικές αρμοδιότητες του υπουργείου στο οποίο τοποθετήθηκε, χωρίς να ξέρω αν μέσα σ’ αυτές περιλαμβάνονται και τα πολυτραγουδισμένα «θαλασσινά μπαράκια – μπίρες και καλαμαράκια – στα οποία φουλαριστός τραβάει ντουγρού – στη λεωφόρο του Συγγρού – και ο έκαστος Τραμπαρίφας»!
Αλλά ενώ στην κ. Δαμανάκη ανατέθηκαν αυτές οι ιχθυολογικές δραστηριότητες, εκείνη μας έστειλε από τις Βρυξέλλες μια κάθε άλλο παρά «θαλασσινή» κινδυνολογία που μας έκοψε τα πόδια, για να μην πω ότι μας «ψάρωσε» κυριολεκτικά. Ότι δηλαδή είναι υπό συζήτηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ή δεν ξέρω ποιου άλλου εφιαλτικού οργάνου να επανέλθουμε στη δραχμή και να αντιμετωπίσουμε έναν καινούργιο χειμώνα του 1941, όπως το είπε και ο κ. Πάγκαλος, αν και αυτός αντέχει όχι για έναν τέτοιο χειμώνα, αλλά και για τρεις τέτοιες «διαιτητικές» εποχές!
Αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες τη διέψευσαν αμέσως, αλλά η απορία μας παραμένει: Γιατί το έκανε αυτό η πολύστροφος Μαρία;
Ηρεμήστε, κυρία Δαμανάκη μου, όπως το επιβεβαιώνει και η φωτογραφία σας που φιλοξενούμε παρά τις κάποιες σχεδόν αδιόρατες ρυτιδούλες σας και τα πολύ αξιέραστα γυαλάκια σας, μπορεί εκείνο το Πολυτεχνείο που κάποτε όλοι μας αγαπήσαμε να απέθανε, η φωνή της γοητείας σας όμως ΖΕΙ, στα μέτρα βέβαια του δυνατού -να μη λέμε και υπερβολές.
«ΟΙ ΚΑΛΟΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ ΝΕΟΙ!»
Πικρή και αληθινή η επικήδεια κουβέντα για έναν ιδιαίτερα αγαπητό άνθρωπο, που και καλός ήταν και πολύ νέος και πάρα πολύ καλός ποιητής και όχι μόνο. Για τον Γιάννη Βαρβέρη η επαλήθευση της πικρής αλήθειας που έφυγε στα 56 του χρόνια, όπως και καιρό ήταν για κάπου εκεί υπολογισμένη η ημερομηνία της «αναχώρησής» του με αφορμή ασθένεια που χρόνια τον ταλαιπωρούσε. Παρά τη σταθερά ανοδική καλλιτεχνική του πορεία, σπουδαίος ποιητής, όπως το επιβεβαιώνουν οι ποιητικές του συλλογές, συγγραφέας λογοτεχνικών δοκιμίων, λαμπρός μεταφραστής ξένων βιβλίων, αλλά και έξοχος μεταφραστής αρχαίας κωμωδίας παρουσιασμένης και από το Εθνικό Θέατρο, αλλά και πάρα πολύ αξιόλογος θεατρικός κριτικός και μέλος της Εταιρείας των Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, καθώς από χρόνια και μόνιμος συντάκτης της «Καθημερινής», που τις κριτικές του παρακολουθούσα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και που έκαναν πάντα εντύπωση όχι με τη μεγάλη θεατρική γνώση που έγραφε την κριτική του, αλλά και με το διακριτικό τρόπο που έκανε τις παρατηρήσεις του όταν ήθελε όχι να κρίνει, αλλά να βοηθήσει ένα νέο ηθοποιό. Έτσι τον γνώρισα, σε μερικές πρεμιέρες θεατρικών έργων που έτυχε να συναντηθούμε και να ανταλλάξουμε απόψεις στα κοινά θεατρικά μας ενδιαφέροντα.
Από αυτές τις συναντήσεις μας δύο πράγματα μου έχουν μείνει χαραγμένα στις μνήμες μου από τον Γιάννη Βαρβέρη. Το ένα ήταν όταν βρεθήκαμε σε ένα εντελώς άβολο θεατράκι που ήταν θεατροποιημένη μια παλιά κατοικία και στην οποία τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι ηθοποιοί μέσα σ’ εκείνο το στενόχωρο χώρο ήταν πολύ περισσότερα από εκείνα που αντιμετωπίζαμε εμείς οι θεατές, που επιτέλους σε λίγο η ταλαιπωρία μας θα τελείωνε και θα φεύγαμε, όταν σε κάποια στιγμή στο διάλειμμα, είχε ρίξει το βλέμμα του στους ταλαιπωρημένους τοίχους του θεάτρου και όταν κάποια στιγμή που κατάλαβε ότι τον βλέπω μου είπε:
– Πόσο λυπάμαι τους ηθοποιούς που ζουν κάθε μέρα εδώ μέσα…
Και η άλλη ήταν όταν σε μια άλλη που πάλι σε θέατρο ξανασυναντηθήκαμε του είπα μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι «δεν άφηνε παράσταση για παράσταση» και η απάντησή του δεν ήταν καθόλου «μεταξύ σοβαρού και αστείου».
– Ναι, η αλήθεια είναι ότι δεν βγαίνω συχνά για λόγους υγείας, όμως το θέατρο δεν είναι δικαιολογία για να βγαίνω. Είναι ιεροτελεστία.
Πολύ κρίμα που ο Γιάννης Βαρβέρης έφυγε τόσο νωρίς.
***
TO ΠΙΟ ΣΥΝΤΟΜΟ «ΜΠΡΑΒΟ»!
Μπράβο στο «Τσαντίρι νιουζ» του Λάκη Λαζόπουλου της Τρίτης που πέρασε. Μπράβο στο θάρρος για να ακουστούν τα όσα ακούστηκαν.
Μπράβο στην ποίηση της Νικολακοπούλου, μπράβο στη σύνθεση του Κραουνάκη, μπράβο στην αντρίκεια φωνή του Δημήτρη Μητροπάνου, που επιβεβαιώνουν ότι σ’ αυτό τον τόπο, τον τόπο μας, ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΟΛΑ ΠΕΘΑΝΕΙ, «κι όσο προχωράει η νύχτα» υπάρχουν πάντα ελπίδες.