Στην ΕΣΗΕΑ για περικοπές μισθών στο «Βήμα» λόγω των απεργιών
Οι περικοπές αυτές έγιναν εξαιτίας των απεργιακών κινητοποιήσεων και σύμφωνα με τον εκπρόσωπο των εργαζομένων έγιναν με «υπολογισμούς αμφίβολης νομιμότητας», αφού οι συντάκτες του «Βήματος» εργάστηκαν για την κυριακάτικη έκδοση.
Στην επιστολή προς την ΕΣΗΕΑ, που εστάλη στις 3 Αυγούστου, καταγράφονται και οι συνθήκες εργασίας στην εφημερίδα, οι οποίες σύμφωνα με τον εκπρόσωπο έχουν επιδεινωθεί.
«Η περικοπή αυτή έρχεται ακριβώς έναν μήνα μετά τις γενικότερες περικοπές που εφαρμόζει η ελληνική Πολιτεία στο διαθέσιμο εισόδημα των μισθωτών μέσω φορολογίας εισοδήματος που, μαζί με τη μείωση των πραγματικών μισθών από την τελευταία αναπροσαρμογή τους, κατά σχεδόν 6,5%, σημαίνει ότι η απώλεια του Ιουλίου είναι συνολικά πάνω από 18%» αναφέρει ο Τ. Αναστασιάδης.
«Σε μια τέτοια κρίσιμη οικονομικά περίοδο οι συνάδελφοι αναρωτιόμαστε για την περικοπή των μισθών μας τη στιγμή μάλιστα που η επιχείρηση, κατά τα λεγόμενά της πάντα, δεν έχασε αλλά κέρδισε από τη γενική απεργία των εργαζομένων» παρατηρεί ο εκπρόσωπος των εργαζομένων και εξηγεί πως «στην παρούσα συγκυρία όπου αποτιμάται ότι η καθημερινή εφημερίδα από μόνη της είναι ζημιογόνα, οι απεργίες στις οποίες συμμετείχαμε και κατά τις οποίες δεν βγήκε καθημερινό φύλλο (χωρίς ωστόσο να πληγεί το κυριακάτικο – για το οποίο, παρά την απεργία, δουλέψαμε πρόσθετα!) ευνόησαν την επιχείρηση και τα κέρδη της». Εκείνος εκτιμά πως «οι μισθοί περικόπηκαν με υπολογισμούς αμφίβολης νομιμότητας» «και αυτό διότι η περικοπές δεν αντιστοιχούν σε ένα μεροκάματο για κάθε ημέρα απεργίας (από την οποία όπως προείπαμε κέρδισε χρήματα) αλλά περιέκοψε και άλλο ένα πρόσθετο 20%».
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στον επιστολή, η εκδοτική εταιρεία «εξακολουθεί να μην πληρώνει τα Σαββατιάτικα». «Παρά την πρόσληψη ορισμένων συναδέλφων με μπλοκάκι, συνεχίζουν να είναι δεκάδες οι συνάδελφοι που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών, ιδιαίτερα στα ένθετα του ”Βήματος”». Ακόμη σημειώνει την επιμήκυνση των ωραρίων εργασίας, ιδιαίτερα το βράδυ, ενώ υπάρχουν δημοσιογράφοι «που εργάζονται χρόνια» «και ο μισθός τους δεν αντιστοιχεί στην κλίμακά τους, αντιθέτως είναι πολύ μικρότερος». Θέτει τέλος και ζήτημα «ποιότητα της δημοσιογραφικής εργασίας», αφού «αρκετοί είναι οι συνάδελφοι που αντιμετωπίζουν προβλήματα υποβάθμισης της ποιότητας της δουλειάς τους, είτε στη βάση της έντασης της εργασίας (και άρα την αδυναμία στοιχειώδους διασταύρωσης των πληροφοριών), είτε σε αυτήν της θεματολογίας και τον πολιτικό ”φωτισμό” (τρανταχτό παράδειγμα η επιλογή της εφημερίδας να μην αξιολογήσει ότι η μεγαλύτερη εργατική διαδήλωση στη μεταπολίτευση άξιζε πρωτοσέλιδο χτύπημα!) και τέλος στη βάση της μεταχείρισης των κειμένων μας».