ΣΕ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ ΟΔΗΓΕΙΤΑΙ Η ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΜΕΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η «τρόικα» έσπευσε να θεωρήσει ένοχη γι’ αυτό την κυβέρνηση, που μέσα στη ραστώνη του καλοκαιριού επέδειξε ανεπίτρεπτη χαλάρωση στην προώθηση και εφαρμογή των αναγκαίων «μεταρρυθμίσεων». Οι κυβερνητικές καθυστερήσεις είναι βολικό άλλοθι για την «τρόικα», γιατί της επιτρέπουν να παρακάμπτει και να συγκαλύπτει το πραγματικό πρόβλημα που απορρέει από την ίδια τη συνταγή που συστήνει.
Οι λόγοι για τους οποίους η κατάσταση βαίνει συνεχώς από το κακό στο χειρότερο είναι πολύ βαθύτεροι. Αφορούν την ίδια την ουσία της ακολουθούμενης πολιτικής και τους πραγματικούς, ομολογημένους και ανομολόγητους, στόχους της. Στο σημείο αυτό πρέπει να υπομνησθεί ότι, δυστυχώς, η πολιτική αυτή δεν είναι μόνο σε ανταπόκριση με τις πραγματικές ανάγκες και τους θεμιτούς στόχους της χώρας. Υπαγορεύεται επίσης, αν όχι κυρίως, από τις αξιώσεις των δανειστών, αλλά και γενικότερα από την κερδοσκοπική και αρπακτική λογική του κρατούντος σήμερα διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος και της ασύδοτης λειτουργίας των αγορών.
Το εν λόγω σύστημα, υπό τον ιδεολογικό ευφημισμό της παγκοσμιοποίησης, εκφράζει και προβάλλει παραδειγματικά στην Ελλάδα, με τη συγκυρία της κρίσεως, τη νέα διεθνή τάξη που επιδιώκει και υπερασπίζεται: τις ιδιωτικοποιήσεις α λα Γιέλτσιν, τη μονόπλευρη πολιτική λιτότητας, χωρίς παράλληλη αναπτυξιακή στρατηγική που θα συντηρούσε το υπάρχον σύστημα μεικτής οικονομίας, την ανταγωνιστικότητα με αναφορά την παγκόσμια αγορά, γεγονός που οδηγεί στη σταδιακή κατεδάφιση του κοινωνικού κράτους και στον συναγωνισμό με τους μισθούς του Τρίτου Κόσμου, και την απαξίωση κάθε ουσιαστικού ρόλου του εθνικού κράτους και των εθνικών πολιτικών.
ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΙ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΤΕΣ ΤΗΣ
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΤΗ ΧΩΡΑ
Οι πιέσεις αυτές δεν έρχονται, δυστυχώς, μόνο από έξω. Προέρχονται επίσης εκ των έσω, από τους ανταποκριτές της πολιτικής και της ιδεολογίας της παγκοσμιοποίησης. Με τη βοήθεια των ιθαγενών αναμεταδοτών, οι επιταγές της γίνονται δεκτές ως άρθρα πίστεως. Παρουσιάζονται ως εκσυγχρονισμός και αναγκαία προσαρμογή σε μια ιστορική εξέλιξη που εκφράζει την ολοένα αυξανόμενη διεθνοποίηση του κόσμου με την τεχνολογική επανάσταση.
Η προσέγγιση αυτή υποκρύπτει, στην πραγματικότητα, σοφιστική πανουργία, γιατί η ολοένα αυξανόμενη διεθνοποίηση του κόσμου δεν έχει αναγκαστικά ως αποτέλεσμα την παγκοσμιοποίηση. Η τελευταία είναι προϊόν μιας συγκεκριμένης πολιτικής, που συνδέεται με την απορρύθμιση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος και του διεθνούς νομισματικού συστήματος και την πρωτοκαθεδρία των αγορών. Αναπτύχθηκε πάνω στο υπόστρωμα που είχε ήδη δημιουργήσει ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός στις ΗΠΑ, στη Μεγάλη Βρετανία και αργότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και εκτοξεύθηκε μέσα στο νέο διεθνές πολιτικό σκηνικό που δημιουργήθηκε μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως.
Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΣΥΜΦΥΤΗ ΜΕ ΤΟ ΥΠΑΡΧΟΝ ΑΝΑΡΧΟ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΙ ΘΕΛΕΙ
ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ
Η παγκοσμιοποίηση θέτει εκ των πραγμάτων τρία καίρια θέματα. Πρώτον, τη διατήρηση ενός άναρχου και ασύδοτου χρηματοπιστωτικού συστήματος, που αποτελεί απειλή για την παγκόσμια οικονομία και σταθερότητα, με την ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία και την εικονική οικονομία. Επισημαίνεται σχετικά ότι, με τη λεγόμενη μόχλευση κεφαλαίων και τη δημιουργία παραγώγων, η διεθνής ρευστότητα υπολογίζεται σήμερα σε περίπου 700 τρισεκατομμύρια δολάρια, όταν το παγκόσμιο προϊόν υπολογίζεται ετησίως μόνο σε 73 τρισ. δολάρια. Η κατάρρευση επίσης, ήδη από τη δεκαετία του 1970, των διευθετήσεων που είχαν γίνει μεταπολεμικά για το διεθνές νομισματικό σύστημα, με τις Συμφωνίες Bretton Woods, αποτελεί μια άλλη μεγάλη και επικίνδυνη ρωγμή στο διεθνές οικονομικό σύστημα, που συνυπάρχει με την παγκοσμιοποίηση.
Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΘΕΤΕΙ ΣΕ ΑΝΙΣΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
ΜΕ ΑΝΙΣΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
ΚΑΙ ΕΠΙΠΕΔΟ ΖΩΗΣ
Δεύτερον, η δημιουργία ενιαίας παγκόσμιας αγοράς, την οποία επιδιώκει η παγκοσμιοποίηση, θέτει σε άμεσο ανταγωνισμό περιοχές του κόσμου με πολύ άνιση ανάπτυξη και βιοτικό επίπεδο. Ανατρέπει, με τον τρόπο αυτό, κάθε έννοια συσχετισμού μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Οι μάζες του Τρίτου Κόσμου χρησιμοποιούνται ως ανεξάντλητη εφεδρεία και ως δύναμη ελιγμού για την καθήλωση των μισθών και του επιπέδου ζωής στον ανεπτυγμένο κόσμο. Αυτό πλήττει πολύ περισσότερο τις λιγότερο ανταγωνιστικές χώρες. Οι τελευταίες καλούνται να ανταγωνισθούν με τριτοκοσμικούς όρους, χωρίς καμιά προστασία, και κατακλύζονται από φθηνά προϊόντα εισαγωγής, που υπονομεύουν κάθε έννοια εθνικής αγοράς και ανατρέπουν πλήρως το εμπορικό τους ισοζύγιο.
Κατά παράδοξο όμως τρόπο, η πολιτική της παγκοσμιοποίησης, που διαμορφώθηκε με αφετηρία τα ισχυρά χρηματιστικά κέντρα της Δύσεως, συνεργεί επίσης αποφασιστικά στη μετατόπιση του κέντρου βάρους της παγκόσμιας οικονομίας από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη στην Ασία. Ο λόγος βρίσκεται στη διάζευξη μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου συμφέροντος, που εκδηλώνεται, μεταξύ άλλων, στις μετεγκαταστάσεις βιομηχανιών σε χώρες χαμηλού κόστους. Βρίσκεται επίσης στην υπονόμευση της παραγωγής από την κερδοσκοπική εικονική οικονομία αλλά και την αλόγιστη κατανάλωση.
Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ
ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ, ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ, ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Τρίτον, η παγκοσμιοποίηση προτάσσει της πολιτικής τις αγορές και την ενιαία παγκόσμια αγορά των εθνικών ή περιφερειακών αγορών και υποβάλλει την ιδέα της παγκόσμιας διακυβερνήσεως. Με μια ευρεία έννοια, η παγκόσμια διακυβέρνηση εκφράζεται μέσα από τους διεθνείς οργανισμούς, τις διεθνείς συμφωνίες και την ενίσχυση γενικά της διεθνούς συνεργασίας σε κάθε τομέα. Η συνεργασία όμως αυτή προκύπτει μέσα από διεθνείς διακρατικές συμφωνίες, στο επίκεντρο των οποίων βρίσκεται το εθνικό κράτος ή συμπολιτεία κρατών, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η παγκοσμιοποίηση δεν εννοεί αυτού του είδους τη διακυβέρνηση. Εννοεί την πρωτοκαθεδρία και κυριαρχία των αγορών και την εξουσία των χρηματιστικών κέντρων, των μεγάλων τραπεζών και των πολυεθνικών, που έχουν κυρίαρχο ρόλο πίσω απ’ αυτές.
Με τη λογική αυτή που επιβάλλει η ελεύθερη παγκόσμια διακίνηση κεφαλαίων και η προέχουσα θέση των αγορών, η παγκοσμιοποίηση αντιμάχεται το εθνικό κράτος ως εμπόδιο και περιορισμό της ελευθερίας κινήσεων. Με την ίδια λογική, μυκτηρίζει την έννοια της εθνικής αγοράς, της εθνικής πολιτικής αλλά και της εθνικής ταυτότητας και ιστορικής μνήμης, που τρέφουν μια συλλογική συμπεριφορά, συνείδηση και σύνδεση μ’ έναν τόπο, μια πατρίδα, που δεν είναι μόνο αγορά. Η επιδιωκόμενη από την παγκοσμιοποίηση αποδόμηση του εθνικού κράτους και των εθνικών ταυτοτήτων θέτει καίριο θέμα εθνικής ανεξαρτησίας, λαϊκής κυριαρχίας και δημοκρατίας. Το εθνικό κράτος είναι το πεδίο μέσα στο οποίο ασκούνται η λαϊκή κυριαρχία και η δημοκρατία. Η δήθεν υπέρβασή του προς όφελος μιας αυτοκρατορικής παγκόσμιας διακυβερνήσεως, με επίκεντρο τις αγορές, τι θα σήμαινε για μια χώρα, μια πατρίδα, για την εθνική ανεξαρτησία, τη λαϊκή κυριαρχία και τη δημοκρατία;
Η ΕΛΛΑΔΑ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ
ΑΝΑΜΦΙΣΒΗΤΗΤΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ. ΑΥΤΟ ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΡΟΣΧΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΞΗΛΩΜΑ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΑΣ ΚΡΑΤΟΥΣ
Είναι κοινός τόπος ότι η Ελλάδα χρειάζεται ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο, που να ανταποκρίνεται στις σημερινές συνθήκες και να κινητοποιεί την πρωτοβουλία και την ενέργεια όλων των Ελλήνων. Η αυτονόητη όμως αυτή αναζήτηση δεν πρέπει να γίνει άλλοθι για την πλήρη παράδοση της Ελλάδος στην παγκοσμιοποίηση και για το ξήλωμα του εθνικού μας κράτους. Δεν πρέπει, άλλωστε, να λησμονείται ότι η κατάσταση που δημιουργήθηκε κατά τις τελευταίες δεκαετίες, με αποκορύφωμα τη σημερινή, έχει αφετηρία περισσότερο πολιτική παρά οικονομική. Είναι η αποτυχία των πολιτικών ηγεσιών να εκσυγχρονίσουν το κράτος και να το καταστήσουν αποτελεσματικό εργαλείο προγραμματισμού, αναπτύξεως και προόδου. Αντιθέτως, το ταύτισαν πλήρως με το κομματοκρατικό, πελατειακό σύστημα και το απαξίωσαν ακόμη περισσότερο. Είναι επίσης η αποτυχία των πολιτικών ηγεσιών να αντιληφθούν τις νέες προκλήσεις και προοπτικές που θα αντιμετώπιζε η χώρα και να την προετοιμάσουν καταλλήλως. Κορυφαία παραδείγματα είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση και η ένταξη στην Ευρωζώνη, αλλά επίσης και η παγκοσμιοποίηση. Η ταύτιση της τελευταίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση αποτέλεσε καταστροφικό συνδυασμό για την Ελλάδα. Οι πολιτικοί όμως ιθύνοντες, με πρόσχημα την Ευρώπη, έγιναν απολογητές και ανταποκριτές της παγκοσμιοποίησης. Ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, με υπουργό Εξωτερικών τον σημερινό πρωθυπουργό, πρωτοστάτησε στην προπαγάνδιση της παγκοσμιοποίησης και της αναγκαίας, δήθεν «προοδευτικής», υπερβάσεως του εθνικού κράτους.
Στο πλαίσιο αυτό έδωσαν το έναυσμα για την υπόσκαψη της ελληνικής παιδείας και έγιναν κήρυκες της «πολυπολιτισμικής» κοινωνίας σε μια χώρα με εθνική συνοχή 97%. Για την προώθηση της «πολυπολιτισμικής» κοινωνίας ήταν, βεβαίως, αναγκαίο ν’ ανοίξουν τα σύνορα, με διάφορα ιδεολογήματα της παγκοσμιοποίησης. Αυτό έκαναν. Επέτρεψαν την ανεξέλεγκτη εισροή και εγκατάσταση στη χώρα άπειρου πλήθους λαθρομεταναστών και δημιούργησαν ένα νέο πρόβλημα στη χώρα, οι διαστάσεις και οι μακροπρόθεσμες συνέπειες του οποίου δεν έχουν ακόμη πλήρως συνειδητοποιηθεί. Η ίδια πολιτική συνεχίζεται, με διάφορες παραλλαγές, μέχρι και σήμερα, προβαλλόμενη μάλιστα ως «προοδευτική» και «διεθνιστική», για όσους θέλουν ακόμη να καταπίνουν το όπιο της προπαγάνδας και να εθελοτυφλούν. Στο πλαίσιο της ίδιας πολιτικής και πρακτικής δυσφημίσθηκε εκ των πραγμάτων ο ρόλος του κράτους, του δημοσίου τομέα και της μεικτής οικονομίας. Αντί να γίνει εξυγίανση του δημοσίου τομέα, αναδιάρθρωσή του και αξιοποίηση των κατάλληλων στρατηγικών μονάδων του σ’ έναν στρατηγικό αναπτυξιακό σχεδιασμό, η δυσφήμησή του αξιοποιήθηκε ως άλλοθι για την αδιάκριτη ιδιωτικοποίηση των πάντων και την ανεπιφύλακτη προσχώρηση στην πολιτική της παγκοσμιοποίησης. Η επιλογή αυτή δεν είναι άσχετη με την ακολουθούμενη σήμερα μονόπλευρη πολιτική λιτότητας, χωρίς καμιά παράλληλη αναπτυξιακή διάσταση και στρατηγική. Η πολιτική αυτή βυθίζει τη χώρα στην ύφεση και κλιμακώνει, αντί να μειώνει, το εξωτερικό χρέος. Προβάλλεται το επιχείρημα ότι είναι δήθεν αδύνατη η εφαρμογή οποιασδήποτε αναπτυξιακής πολιτικής πριν από την αποφασιστική μείωση των ελλειμμάτων και την επίτευξη σε προοπτική πλεονασματικού προϋπολογισμού. Αυτό είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή λέει ότι χωρίς ανάπτυξη δεν μπορεί να αναχαιτισθεί η ύφεση και η μείωση του εθνικού εισοδήματος, που προκαλεί η λιτότητα, ούτε να αντιμετωπισθεί το εξωτερικό χρέος. Η περίεργη αποχή, επί δύο χρόνια τώρα, από οποιαδήποτε αναπτυξιακή πολιτική έχει σχέση επίσης με το προβαλλόμενο νέο αναπτυξιακό μοντέλο. Σύμφωνα με αυτό, η ανάπτυξη θα προέλθει από την πλήρη παγκοσμιοποίηση της Ελλάδος και από τις ξένες πολυεθνικές. Προέχει για τον λόγο αυτόν η πλήρης κατεδάφιση του υπάρχοντος μοντέλου μεικτής οικονομίας και η δημιουργία μιας ζώνης χαμηλού κόστους, ανταγωνιστικής διεθνώς, για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
Η ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΜΕΝΗ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΕΝ ΕΓΓΥΑΤΑΙ
ΤΕΛΙΚΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΥΓΗ ΜΙΑΣ ΑΝΟΙΚΤΗΣ Ή ΣΥΓΚΕΚΑΛΥΜΜΕΝΗΣ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑΣ
Είναι λογικό να καταβληθεί κάθε προσπάθεια από τη χώρα να αποτρέψει την επαπειλούμενη χρεοκοπία, οι συνέπειες της οποίας θα ήταν καταλυτικές. Είναι θεμιτό για τον σκοπό αυτόν να ληφθούν αυστηρά μέτρα λιτότητας. Να γίνουν θεσμικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, που θα έχουν ως στόχο την κατάλυση του κομματοκρατικού και πελατειακού κράτους. Να γίνουν ακόμη αποκρατικοποιήσεις εκεί όπου πραγματικά είναι σκόπιμες και επιβεβλημένες. Πού μπαίνει όμως η κόκκινη γραμμή;
Το αδιάκριτο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, η περιθωριοποίηση του κράτους, η υποβάθμιση των αμοιβών και του βιοτικού επιπέδου σε τριτοκοσμικά επίπεδα, η υποθήκευση της εθνικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας θέτουν σε κίνδυνο την ίδια την εθνική υπόσταση του ελληνικού κράτους και τη συνοχή της ελληνικής κοινωνίας. Παρατηρείται σ’ αυτό ότι δεν υπάρχει άλλη διέξοδος, εφόσον η έλλειψη ανταγωνιστικότητας, τα ελλείμματα και το υπέρογκο χρέος δεν αφήνουν άλλη επιλογή. Όλα αυτά είναι αλήθεια, αλλά δεν μπορεί η υποτιθέμενη λύση να οδηγεί στη διάλυση της χώρας. Ποιο νόημα θα είχε τότε η αποφυγή της στάσεως πληρωμών; Πολύ χειρότερα όμως ακόμη, διαφαίνεται το ενδεχόμενο, αφού η χώρα τα δώσει κυριολεκτικά όλα, να αφεθεί να χρεοκοπήσει.
Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΚΑΝΔΑΛΩΔΕΣ ΣΧΕΔΙΟ «ΕΥΡΗΚΑ»
Η συνεχής κλιμάκωση του χρέους, παρά τις οδυνηρότατες θυσίες του ελληνικού λαού, καθιστά προφανές στους πάντες ότι η διαχείρισή του, χωρίς πολύ σημαντική περικοπή, είναι εκ των πραγμάτων ανέφικτη.
Είναι όμως ανησυχητικό ότι, παράλληλα με τα σενάρια ενδεχόμενης περικοπής του ελληνικού χρέους, πέραν του συμφωνημένου 21%, με τη συμμετοχή των ιδιωτών, διακινούνται και άλλα σενάρια. Ένα από αυτά εκπορεύεται από εταιρεία συμβούλων και φέρει την κωδική ονομασία «Εύρηκα». Πρόκειται για σχέδιο που εμπνέεται από το γνωστό σχέδιο «Τρόιχαντ», το οποίο εφαρμόσθηκε στην Ανατολική Γερμανία μετά την κατάρρευση του καθεστώτος της. Αφορά ούτε λίγο ούτε πολύ, τη μεταφορά ολόκληρης της δημόσιας περιουσίας σ’ ένα holding στο Λουξεμβούργο. Αυτό θα πωλήσει μετά την περιουσία στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την εξόφληση ενός μεγάλου ποσοστού του χρέους της Ελλάδος, ώστε το υπόλοιπο να καταστεί διαχειρίσιμο.
Η Ελλάδα έκανε στο παρελθόν τόσους αγώνες και τόσες θυσίες για να διαφυλάξει την εθνική της ανεξαρτησία, την εδαφική της ακεραιότητα και την κυριαρχία της. Καλείται σήμερα να τα δώσει όλα σε συμψηφισμό με δάνεια και βοήθεια για την πληρωμή του εξωτερικού της χρέους. Η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν πρέπει να συζητήσει τέτοιους όρους, ούτε ευθέως, ως αντίτιμο ή εγγύηση προσφερόμενης βοήθειας, ούτε πλαγίως, με την παρουσίασή τους ως αυτοβούλων ιδιωτικοποιήσεων και γενικευμένης πωλήσεως δημόσιας γης, υπό ξένη πίεση.
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ
Το πρόβλημα της Ελλάδος, όσο μεγάλο κι αν είναι το βάρος της εσωτερικής πτυχής του, δεν είναι μόνο πρόβλημα ελληνικό. Είναι επίσης πρόβλημα που έχει άμεση σχέση με την πολιτικά ανολοκλήρωτη δομή της Ευρώπης, με την Ευρωζώνη ειδικότερα και το ευρώ και με την άναρχη και ασύδοτη κατάσταση στην οποία βρίσκεται το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, με τις Κυκλώπειες κερδοσκοπικές δυνάμεις στους κόλπους του. Δεν είναι παράδοξο για τον λόγο αυτόν που, για πολλοστή φορά, ο αμερικανός Πρόεδρος Ομπάμα κάλεσε δημοσίως τους Ευρωπαίους να πάρουν δραστικά μέτρα για να ελέγξουν την κρίση των τραπεζών και την κρίση χρέους στην Ευρώπη. Στο πνεύμα αυτό, αναφέρθηκε πάλι ειδικά στην Ελλάδα και υπεγράμμισε τους κινδύνους που θα μπορούσε να έχει μια ελληνική χρεοκοπία όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και στις ΗΠΑ.
Στο ίδιο πνεύμα, ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Χέλμουτ Σμιτ παρενέβη με έντονο τρόπο και κάλεσε τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να βοηθήσουν την Ελλάδα και να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά το πρόβλημα. «Στον διάβολο», είπε, «οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αν δεν βοηθήσουν και δεν λύσουν ένα σχετικά μικρό πρόβλημα». Υπενθύμισε, σε παραλληλισμό, τη βοήθεια που έσπευσαν να προσφέρουν οι ΗΠΑ, αλλά και η Γαλλία ακόμη, στη μεταπολεμική Γερμανία.
Αυτό είναι το πνεύμα μέσα στο οποίο πρέπει η Ευρώπη να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της Ελλάδος, αλλά και το πρόβλημα της Ευρωζώνης και του ευρώ. Οι ευρωπαϊκοί λαοί είδαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση μια κοινή μοίρα και ένα κοινό μέλλον για ασφάλεια και ευημερία. Θα ήταν οδυνηρό και επικίνδυνο για την Ευρωπαϊκή Ένωση η ελπίδα και η προσδοκία αυτή να διαψευσθούν και να εμφιλοχωρήσει ο φόβος της οπισθοδρομήσεως.