Η νέα πλατεία Ταχρίρ και η ανατροπή Μόρσι στην Αίγυπτο
Τα σπέρματα μιας μεγάλης διαιρέσεως φάνηκαν από νωρίς κατά τη συζήτηση για το νέο σύνταγμα. Τα ισλαμιστικά κινήματα, με κύριο κορμό τους Α3δελφούς Μουσουλμάνους, θεώρησαν αυτονόητο ότι το νέο σύνταγμα, έπρεπε να εμπνέεται από τον Ισλαμικό νόμο, τη λεγόμενη Σαρία.
Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι δεν υπεχώρησαν από τη θέση τους αυτή ενώπιον των αντιδράσεων των αντιτιθέμενων. Αναπτύχθηκε, άλλωστε, στα αριστερά τους, ένα πιο ακραίο Σαλαφιστικό ισλαμιστικό κίνημα, που τους ανταγωνιζόταν.
Ο ίδιος ο πρόεδρος Μόρσι, υπερεκτιμώντας την πραγματική του δύναμη και θέλοντας να δώσει το μήνυμα ότι αυτός είναι το αποκλειστικό κέντρο εξουσίας, έσπευσε, μετά την εκλογή του, να καθαιρέσει τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων και να παρέμβει δυναμικά στο δικαστικό σώμα.
Οι κινήσεις του αυτές μεγάλωσαν τους φόβους ότι επιδιώκει την επιβολή ενός ολοκληρωτικού Ισλαμιστικού καθεστώτος. Η δυσαρέσκεια έγινε ακόμη μεγαλύτερη από την εμφανή αδυναμία του νέου προέδρου και του πολιτικού του κινήματος να προτείνει λύσεις στα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα της χώρας.
Η Αίγυπτος χρειάζεται ένα νέο αναπτυξιακό όραμα, ικανό να συμβαδίσει με τη μεγάλη δημογραφική ανάπτυξη της χώρας. Χρειάζεται επίσης γι’ αυτό σημαντική εξωτερική οικονομική βοήθεια. Αυτή που ήρθε, όπως από το Κατάρ, δεν ήταν αρκετή για ν’ αντιμετωπίσει τα προβλήματα και ν’ αποτελέσει κρίσιμη μάζα για ανάπτυξη. Η Ισλαμιστική πλούσια Σαουδική Αραβία έμεινε επιφυλακτική, αν όχι εχθρική. Αυτό φαίνεται και από τη στάση που πήρε επισήμως υπέρ της επεμβάσεως του στρατού και της ανατροπής του Μόρσι. Το παράδοξο εξηγείται από την καχυποψία, με την οποία η Σαουδική Αραβία αντιμετώπισε τη λεγόμενη Αραβική Άνοιξη. Φοβάται ότι μπορεί να φτάσει με κάποιον τρόπο, και στην πόρτα της. Υπεστήριζε τον πρόεδρο Μουμπάρακ στην Αίγυπτο και είδε με δυσαρέσκεια τους Αμερικανούς να εγκαταλείπουν τον φίλο τους και να αποσύρουν την υποστήριξή τους. Γιατί να μη φοβάται ότι μπορεί κάποια στιγμή, να γίνει το ίδιο και γι’ αυτήν;
Οι ΗΠΑ, στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής τους για την υποστήριξη του ήπιου φιλο-Δυτικού υποτίθεται Ισλάμ, ως αντίβαρου σ’ ένα ακραίο, αντι-Δυτικό Ισλάμ, αποκατέστησαν σχέσεις με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, τους έδωσαν διαβεβαιώσεις ότι δεν έχουν πρόβλημα να συνεργασθούν μαζί τους, εφόσον αποφύγουν τις ακρότητες και δεν ανατρέψουν τις βάσεις της πολιτικής των προκατόχων τους, όπως π.χ. οι Συμφωνίες του Κάμπ Ντέιβιντ και οι σχέσεις ειρήνης και συνεργασίας με το Ισραήλ.
Υπενθυμίζεται ότι οι Συμφωνίες του Κάμπ Ντέιβιντ δεν εγκαθίδρυσαν μόνο σχέσεις ειρήνης και συνεργασίας με το Ισραήλ. Ανέτρεψαν επίσης μια ισορροπία δυνάμεων μεταξύ ΗΠΑ και Σοβιετικής Ενώσεως στη Μέση Ανατολή. Ο τότε πρόεδρος Ανουάρ Σαντάτ έκανε αντιστροφή συμμαχιών, προσήγγισε τις ΗΠΑ και εξεδίωξε από την Αίγυπτο τους Σοβιετικούς συμβούλους, που σηματοδοτούσαν τη στρατηγική συμμαχία Αίγυπτου – Σοβιετικής Ενώσεως και την δυναμική παρουσία της τελευταίας στη Μέση Ανατολή.
Ως επακόλουθο της πολιτικής αυτής του Ανουάρ Σαντάτ, εγκαθιδρύθηκαν πολύ στενές σχέσεις μεταξύ του αμερικανικού Πενταγώνου και του Αιγυπτιακού στρατού και η Αίγυπτος κατέλαβε τη δεύτερη θέση, μετά το Ισραήλ, ως αποδέκτης Αμερικανικής οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας. Ο διάδοχός του πτέραρχος Μουμπάρακ συνέχισε την ίδια πολιτική, αλλά και την πολιτική αντιπαράθεση με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Η εξέγερση της πλατείας Ταχρίρ κατά του προέδρου Μουμπάρακ ήρθε ως αποτέλεσμα μιας ασάλευτης πολιτικής ζωής, που δεν υποσχόταν κανένα αύριο και καμιά ουσιαστική αλλαγή, ιδιαίτερα για τους νέους. Αντιθέτως, οι τελευταίοι ένοιωθαν να καταπνίγονται από τα ίδια πρόσωπα, την ίδια οικογένεια και τη μεγάλη διαφθορά, έλλειψη ελπίδας και αναξιοκρατία.
Ο πρόεδρος Μόρσι, καταδικασμένος από την έντονη Ισλαμιστική ιδεολογική του ταυτότητα να επιβάλλει ένα σεκταριστικό Ισλαμιστικό πνεύμα στην πολιτική του και στους πολιτικούς θεσμούς, διαχωρίσθηκε νωρίς από μια πολύ σημαντική μερίδα του πληθυσμού. Η τελευταία εγκατέλειψε την ανοχή και προχώρησε στην ενεργό αντίδραση για την ανατροπή του, μη βλέποντας χώρο για συμβιβασμό ή αναμονή.
Προς την κατεύθυνση αυτή κινήθηκε και ο ξένος παράγων, που αναγκάσθηκε ν’ αποδεχθεί τον Μόρσι ως προϊόν των δημοκρατικών διαδικασιών αλλά δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να του επιτρέψει να διαταράξει μια ισορροπία που εγκαθίδρυσαν οι Συμφωνίες του Κάμπ Ντέιβιν. Προφανώς, το καθεστώς Μόρσι δεν έκανε και δεν είχε πρόθεση να κάνει κινήσεις προς τη Μόσχα. Αποκατέστησε όμως τις διπλωματικές σχέσεις της Αιγύπτου με το Ιράν, κίνηση που δυσαρέστησε έντονα όχι μόνο την αμερικανική πλευρά αλλά επίσης τη Σαουδική Αραβία.
Ο στρατός, ιστορικός, ιδεολογικός και πολιτικός αντίπαλος των Αδελφών Μουσουλμάνων, ήταν λογικό να αναμένει και να φοβάται ότι μόλις το καθεστώς Μόρσι θα αισθανόταν αρκετά ισχυρό, θα έκανε κινήσεις για τον έλεγχο του στρατού, που θα χανόταν έτσι, κατά τη δική του αντίληψη, ως εφεδρεία του έθνους και του πολιτικού συστήματος. Είχαν, επομένως, με τη λογική αυτή, λόγους να επιταχύνουν την επέμβασή τους.
Το δεύτερο μεγάλο κίνημα της πλατείας Ταχρίρ και η πόλωση που επέφερε μέσα σε λίγο χρόνο το καθεστώς Μόρσι, διευκόλυνε το έργο του. Η επέμβασή του έγινε σκοπίμως διά προαναγγελίας, προεξοφλώντας την ικανοποίηση και την υποστήριξη της πλατείας Ταχρίρ. Η υποστήριξη αυτή και ο φόβος του διχασμού και της εμφύλιας διαμάχης παρέχουν και την ελπίδα οι αντιδράσεις των Αδελφών Μουσουλμάνων και των άλλων συνασπισμένων Ισλαμιστικών κινημάτων, να μη υπερβούν το όριο των πολιτικών αντιδράσεων και να εκφυλισθούν σε ένοπλη βία.
Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις στην Αίγυπτο θέτουν πολλά ερωτήματα για την αμερικανική πολιτική και τη μέχρι τώρα υποστήριξη της στο λεγόμενο ήπιο Ισλάμ. Η απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα δεν αφορά μόνο την Αίγυπτο.