Η νίκη Τραμπ είναι πολύ σημαντική για την Αμερική αλλά και για όλο τον κόσμο
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Η καθαρή νίκη Τραμπ, με έλεγχο ταυτόχρονα της Βουλής και της Γερουσίας από τους Ρεπουμπλικάνους, αλλάζει το πολιτικό τοπίο στις ΗΠΑ. Πώς και γιατί έγινε αυτό, όταν το Αμερικανικό κατεστημένο είχε, κατά κύριο λόγο, στοιχηθεί πίσω από το Δημοκρατικό κόμμα και την υποψήφιά του Κάμαλα Χάρις; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό παραπέμπει στην ουσία του πολιτικού προβλήματος, που βρισκόταν στο επίκεντρο των Προεδρικών εκλογών.
Η Κάμαλα Χάρις επικέντρωσε τις επιθέσεις της στο πρόσωπο του Ντόναλντ Τραμπ, το οποίο προσπάθησε να απαξιώσει, να αποδομήσει και να διασύρει. Δεν έδωσε όμως καμιά πειστική απάντηση στα συγκεκριμένα προβλήματα που έχει μπροστά του ο Αμερικανικός λαός και πιέζουν και κάνουν δύσκολη την καθημερινή του ζωή, αλλά ταυτοχρόνως προκαλούν επίσης ανησυχία και αγωνία για το μέλλον.
Πρώτο απ’ όλα τα προβλήματα είναι το οικονομικό. Ο πληθωρισμός και η εκτόξευση των τιμών είναι η ορατή και η άμεση όψη μιας πολιτικής που έχει ως βάση της ένα άκρατο υπερ-νεοφιλελευθερισμό και την παγκοσμιοποίηση. Κινητήρας της πολιτικής αυτής είναι μια χρηματο-πιστωτική ολιγαρχία, που κερδοσκοπεί με το εικονικό χρήμα, και οι πολυεθνικές. Το άνοιγμα των συνόρων και οι άκρατες συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου μπορεί να ευνοούν τη χρηματοπιστωτική ολιγαρχία και τις πολυεθνικές, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι συμφέρουν συνολικά στις ΗΠΑ.
Η άκρατη παγκοσμιοποίηση οδηγεί αφενός στη μετεγκατάσταση σε φθηνές χώρες Αμερικανικών εταιρειών και βιομηχανιών και αφετέρου σε καταστάσεις αθέμιτου ανταγωνισμού, που πλήττουν την Αμερικανική βιομηχανία και απασχόληση. Κλασικό παράδειγμα είναι η εγκατάσταση στο Μεξικό Γερμανικών εργοστασίων κατασκευής αυτοκινήτων. Τα εργοστάσια αυτά επωφελούνται αφενός από το χαμηλό κόστος παραγωγής και αφετέρου από τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου μεταξύ Μεξικού και ΗΠΑ και μπορούν να εξάγουν τα αυτοκίνητά τους χωρίς δασμούς στις ΗΠΑ.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς μεγάλος οικονομολόγος για να αντιληφθεί ότι η πρακτική αυτή συνιστά εκ των πραγμάτων αθέμιτο ανταγωνισμό και πλήττει την Αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία. Το παράδειγμα της αυτοκινητοβιομηχανίας δεν είναι μοναδικό.
Κατά τον ίδιο τρόπο, το αλόγιστο άνοιγμα των αγορών, με τις άκριτες συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου και την παγκοσμιοποίηση, έδωσε το πλεονέκτημα σε χώρες όπως η Κίνα, που έχει πολύ φθηνότερο κόστος παραγωγής, αλλά μεγάλη δυνατότητα βιομηχανικής παραγωγής. Ένα μέρος, άλλωστε, της παραγωγής αυτής αντιπροσωπεύει Αμερικανικές και Ευρωπαϊκές εταιρείες, που μετακόμισαν στην Κίνα για να επωφεληθούν από το φθηνό κόστος παραγωγής και να είναι πιο κοντά στις αγορές της Ασίας, εφόσον με το ελεύθερο εμπόριο δεν χάνουν το προνόμιο να εξάγουν, αδασμολόγητα ή με πολύ χαμηλούς δασμούς, τα προϊόντα τους στις ΗΠΑ και να εφοδιάζουν την Αμερικανική αγορά.
Τα ανοικτά σύνορα και οι μετεγκαταστάσεις εταιρειών συμφέρουν προφανώς στις εταιρείες και σε μια ολιγαρχία. Δεν συμφέρουν όμως στις ΗΠΑ ως σύνολο γιατί μειώνονται οι θέσεις εργασίας, μειώνονται τα έσοδα από φόρους, προωθείται η αποβιομηχάνιση και πλήττεται η τεχνολογική καινοτομία.
Δεν προκαλεί, επομένως, έκπληξη το ότι οι εργαζόμενοι, οι επαγγελματίες, οι μικροί κυρίως επιχειρηματίες και υπάλληλοι εξεγείρονται γιατί βλέπουν τη θέση τους είτε να παραμένει στάσιμη είτε να χειροτερεύει και να απειλείται.
Το φαινόμενο Τραμπ έχει, επομένως, μια πολύ ισχυρή οικονομική και κοινωνική βάση. Δεν είναι τυχαίο που ο Τραμπ τάσσεται εναντίον της παγκοσμιοποιήσεως και θέλει να αναστρέψει τις πολιτικές της με μεγαλύτερο έλεγχο των συνόρων και με υψηλότερους δασμούς, για να ενισχύσει την παραγωγή στις ΗΠΑ και τις θέσεις εργασίας και να προστατεύσει τη χώρα από αυτό που θεωρεί ως αθέμιτο ανταγωνισμό.
Συναφής προς την παγκοσμιοποίηση είναι και η ανεξέλεγκτη παράνομη μετανάστευση. Πάντα υπήρχε μετανάστευση. Αυτό όμως που έγινε από το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1990, επί Προεδρίας Κλίντον, έχει ποιοτική όσο και ποσοτική διαφορά, σε σχέση με ό,τι συνέβη στο παρελθόν, με όρους παράνομης μεταναστεύσεως. Οι ΗΠΑ έγιναν από μετανάστες. Η είσοδος όμως δεν ήταν ελεύθερη ή παράνομη. Υπήρχε αυστηρός έλεγχος, που συνεχίσθηκε μέχρι τη δεκαετία του 1990.
Η διακήρυξη από τότε της πολιτικής της παγκοσμιοποιήσεως και η εφαρμογή της στην πράξη εγκαινίασε ένα πραγματικό τσουνάμι παράνομης μεταναστεύσεως, που δεν περιορίσθηκε άλλωστε στις ΗΠΑ. Επεκτάθηκε και στην Ευρώπη και στη χώρα μας. Ανταποκριτές της πολιτικής Κλίντον ήταν τότε στην Ελλάδα ο Κώστας Σημίτης και ο Γιώργος Παπανδρέου. Και οι επόμενοι όμως πρωθυπουργοί, με άφταστο πρωταγωνιστή τον Τσίπρα του ΣΥΡΙΖΑ, ακολούθησαν την ίδια πολιτική. Η Ευρωπαϊκή Ένωση προσχώρησε, χωρίς αντιλογίες, στην παγκοσμιοποίηση και την κατέστησε επίσημη πολιτική της. Αναδείχθηκε μ’ αυτό και το παράρτημα της παράνομης μεταναστεύσεως, με προσωπείο το περιβόητο άσυλο, για το οποίο τα σύνορα κάθε Ευρωπαϊκής χώρας πρέπει να είναι ανοικτά σε οποιονδήποτε προσερχόμενο, εφόσον κραδαίνει μια αίτηση πολιτική ασύλου!
Ο Τραμπ κατέστησε την παράνομη μετανάστευση ένα από τα κύρια θέματα του προγράμματός του, ζητώντας αυστηρό έλεγχο των συνόρων και υποσχόμενος μαζική απέλαση των παρανόμων μεταναστών. Ήταν φυσικό ο πολιτικός του λόγος στο μεγάλο αυτό θέμα να βρει απήχηση στην κοινή γνώμη, ιδιαίτερα των συνοριακών πολιτειών, που απειλούνται κυριολεκτικά με αλλαγή πληθυσμού.
Ένα τρίτο θέμα είναι ο άκρατος δικαιωματισμός που έκανε σημαία του το Δημοκρατικό κόμμα και ο οποίος, σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως, π.χ., στο θέμα των φύλων, έφτασε τα όρια της παράνοιας. Οι πολιτικές αυτές προεβλήθησαν και εν μέρει κυριάρχησαν και στην Ευρώπη, ως μέρος της λεγόμενης woke agenda και της «πολιτικής ορθότητας».
Η πολιτική Τραμπ κατά της παγκοσμιοποιήσεως, της λαθρομεταναστεύσεως, ενός ψευτοδιεθνισμού της αγοράς και του άκρατου δικαιωματισμού αναβαθμίζει και στηρίζει την αξία του έθνους, του εθνικού κράτους και του πατριωτισμού. Τα θέματα αυτά δεν αφορούν, προφανώς, μόνο τις ΗΠΑ. Αφορούν τον κόσμο ολόκληρο και ιδιαίτερα την Ευρώπη.
Ένα άλλο καίριο θέμα στο οποίο φέρνει μια ελπίδα η εκλογή Τραμπ είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία και ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή. Για τον πρώτο, είναι βέβαιο ότι μετά την επίσημη ανάληψη της εξουσίας, στις 20 Ιανουαρίου 2025, ο Τραμπ θα καταβάλει προσπάθειες για τον τερματισμό του, σε συνεννόηση με τη Ρωσική πλευρά. Η ανακοπή και η αναστροφή της συνεχούς κλιμακώσεως αυτού του πολέμου θα συμβάλουν ουσιαστικά στην αποτροπή της διολισθήσεως του κόσμου σε έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο. Θα συμβάλουν επίσης στον αναστοχασμό από την Ευρωπαϊκή Ένωση του ρόλου της και μιας σχετικής έστω στρατηγικής και γεωπολιτικής αυτονομίας.
Σε ό,τι αφορά τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή, αναγκαίες προϋποθέσεις για τον τερματισμό του είναι μια συγκεκριμένη πολιτική προοπτική για τους Παλαιστινίους και η αποφυγή μιας επικίνδυνης περιπλοκής με το Ιράν.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ