Κλονίζεται η νέα τάξη της παγκοσμιοποίησης και του μεταεθνικού κράτους

Κλονίζεται η νέα τάξη της παγκοσμιοποίησης και του μεταεθνικού κράτους


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Οι εκλογές στη Γαλλία, ανεξάρτητα από το αν θα κατορθώσει ο Εθνικός Συναγερμός της Μαρίν Λεπέν να κατακτήσει αυτοδυναμία στον δεύτερο γύρο των εκλογών ή να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας, όπως επίσης οι επερχόμενες εκλογές στις ΗΠΑ, σηματοδοτούν μια μεγάλη ανατροπή, που θα καθορίσει τις προσεχείς εξελίξεις.

Η θεαματική αποτυχία Μακρόν, ο οποίος άρχισε την Προεδρία του με άλλους οιωνούς, έρχεται ως το δίκαιο τίμημα των απογοητεύσεων και της οργής που έφερε στην πλειοψηφία του Γαλλικού λαού η αλλαγή πολιτικής από τον Πρόεδρο Μακρόν σε μια σειρά τομείς και ιδιαίτερα σε ορισμένους τομείς που συνδέονται με τη Γαλλική ε­θνική ταυτότητα και την προοπτική του εθνικού κράτους.

Υπήρξε κατ’ αρχάς μια μεγάλη κοινωνική σύγκρουση για το θέμα της παρατάσεως του συνταξιοδοτικού ορίου. Θα έλεγε κανείς ότι ο Μακρόν δεν έκανε τίποτε το διαφορετικό απ’ ό,τι γίνεται για το συ­νταξιοδοτικό σ’ όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες, ο Μακρόν όμως είχε υποσχεθεί στο προεκλογικό του πρόγραμμα ότι δεν θα έθιγε το υπάρχον συνταξιοδοτικό όριο.

Συνεχίσθηκε επίσης η σύγκρουση για το μεταναστευτικό, παρά τα αυστηρά μέτρα που ο Μακρόν αρχικά εξάγγειλε κατά του λεγόμενου «κοινοτισμού», τη δημιουργία δηλαδή κλειστών κοινωνικών ομάδων, με εθνικοθρησκευτικά χαρακτηριστικά, αλλά και κατά του ακραίου Ισλαμισμού. Η Γαλλία συνέχισε να αντιμετωπίζει αυξημένες ροές παρανόμων μεταναστών και μεταμόρφωση ολόκληρων περιοχών από την εγκατάσταση νέων πληθυσμών, κατά το πλείστον Μουσουλμανικών. Σε συνάφεια με το θέμα αυτό, αναπτύχθηκε ένα άλλο θέμα: η αυξημένη εγκληματικότητα και ανασφάλεια.

Στον οικονομικό τομέα, η Γαλλία αντιμετωπίζει σήμερα ένα μεγάλο εξωτερικό δημόσιο χρέος και μια δύσκολη δημοσιονομική κατάσταση, για την οποία δέχεται παρατηρήσεις και επιπλήξεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό, όμως, που ενοχλεί ιδιαίτερα τη Γαλλική πολιτική τάξη και προκαλεί μεγάλο προβληματισμό είναι η προϊούσα αποβιομηχάνιση της χώρας, η οποία προφανώς συνδέεται με την παγκοσμιοποίηση και τις Ευρωπαϊκές πολιτικές.

Υπάρχει, τέλος, η μεγάλη στρο­φή του Προέδρου Μακρόν στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, με επίκεντρο τον πόλεμο της Ουκρανίας και τη σύγκρουση με τη Ρωσία. Η Γαλλία, έχοντας πάντα τις παρακαταθήκες της πολιτικής Ντε Γκολ, υπερμαχούσε υπέρ μιας ανεξάρτητης Ευρώπης. Η ανεξαρτησία αυτή περιείχε εκ των πραγμάτων τις καλές σχέσεις και την οικονομική συνεργασία με την Ανατολική Ευρώπη και ειδικότερα με τη Ρωσία, Σοβιετική και μετασοβιετική.

Ο Πρόεδρος Σαρκοζί, για να υπερβεί τη Γερμανική αντίθεση στην ιδέα της ανεξάρτητης Ευρώπης, εφόσον η Γερμανία έβλεπε στο ΝΑΤΟ τη μόνη αξιόπιστη εγγύηση για την ασφάλειά της, δρομολόγησε την επανένταξη της Γαλλίας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Συνέδεσε, όμως, την επανέ­νταξη με την ιδέα της αναδιαρθρώσεως του ΝΑΤΟ σ’ έναν Αμερικανο-Ευρωπαϊκό Οργανισμό δύο ισοτίμων πυλώνων, ενός Αμερικανικού και ενός Ευρωπαϊκού.

Η ιδέα αυτή δεν προχώρησε, γιατί οι Αμερικανοί δεν ήθελαν ποτέ ούτε την ανεξαρτησία της Ευρώπης, που θα σήμαινε γι’ αυτούς γεωπολιτική αποσύνδεση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ, ούτε τη στρατηγική οικονομική συνεργασία της Ευρώπης με τη Ρωσία, που θα μπορούσε να έχει ανάλογα αποτελέσματα σε βάθος χρόνου. Ήθελαν, αντιθέτως, να αξιοποιήσουν τη συγκυρία από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως για να αποσπάσουν οριστικά από τη Ρωσική επιρροή τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και των ΝΑ Βαλκανίων, μέσα από την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, τους λεγόμενους Ευρω-Ατλαντικούς θεσμούς.

Ο Πρόεδρος Μακρόν, μέσα στη νέα συ­γκυρία που καθορίζεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την αντιπαράθεση με τη Ρωσία, θέλησε να πρωταγωνιστήσει σε Ατλαντισμό, δίπλα στους γνωστούς πρωταγωνιστές του, την Πολωνία και τα Βαλτικά κράτη, επιλήσμων των Ντεγκολικών παρακαταθηκών της Γαλλίας. Το έπραξε γιατί πιστεύει ότι μέσα από αυτήν την πολιτική μπορεί να επιδιώξει την ηγεμονία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με Αμερικανική υποστήριξη, εφόσον η Μ. Βρετανία είναι εκτός Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

Σε κάθε περίπτωση, οι δηλώσεις και οι εξαγγελίες του για αποστολή Γαλλικών δυνάμεων στην Ουκρανία, ως προπομπό εκστρατευτικού σώματος του ΝΑΤΟ, προκάλεσαν μεγάλη οργή σε μια πολύ σημαντική μερίδα του Γαλλικού λαού και επέτρεψαν στις καταγγελλόμενες ως δήθεν «ακροδεξιές» δυνάμεις να σηκώσουν το λάβαρο του Ντεγκολισμού, τασσόμενες σαφώς ενα­ντίον κάθε τέτοιας αποστολής.

Η πόλωση που έχει επέλθει στη Γαλλία, με την κατάρρευση Μακρόν και την άνοδο σε πρώτη θέση αφενός του Εθνικού Συναγερμού της Λεπέν, που προτάσσει τον πατριωτισμό, το εθνικό κράτος και την εθνική ταυτότητα, και αφετέρου ενός νέου αριστερού μετώπου, με κύριο συντελεστή την «Ανυπότακτη Γαλλία» του Μελανσόν, που συνεργάζεται με τους ξένους μετανάστες και Μουσουλμάνους και προτάσσει την ιδέα ενός μεταεθνικού κράτους, δημιουργεί συνθήκες δομικής αντιπαραθέσεως και συγκρούσεως στη Γαλλική κοινωνία.

Η θεαματική άνοδος του κόμματος της Λεπέν είναι αφ’ εαυτής ένα ισχυρότατο πλήγμα στην παγκοσμιοποίηση, που βρήκε στέγη και στήριξη στις Βρυξέλλες και στις πολιτικές τους. Το μεγάλο όμως παιχνίδι διαδραματίζεται στις ΗΠΑ, εκεί απ’ όπου εκπορεύθηκε η παγκοσμιοποίηση και στη συνέχεια τα ιδεολογήματά της σε όλους τους τομείς, από τον άκρατο δικαιωματισμό και την κουλτούρα της πολιτικής ορθότητας woke μέχρι την απροκάλυπτη και σκανδαλώδη υποστήριξη και προαγωγή της ομοφυλοφιλίας.

Το πλήγμα που δέχθηκε η υποψηφιότητα Μπάιντεν στις ΗΠΑ, μετά την απογοητευτική επίδοσή του στη συζήτηση με τον εκλογικό του αντίπαλο του Συντηρητικού Κόμματος, διανοίγει προοπτικές επιστροφής στην εξουσία του πρώην Προέδρου Τραμπ, του οποίου είναι γνωστές οι θέσεις εναντίον της παγκοσμιοποίησης, του δικαιωματισμού, της woke culture και υπέρ των αξιών του πατριωτισμού και του εθνικού κράτους. Είναι ακόμη ασαφείς οι προοπτικές των Αμερικανικών εκλογών και το αν ακόμη θα εμμείνει στην υποψηφιότητά του ο Πρόεδρος Μπάιντεν.

Σε κάθε περίπτωση, η βοή των επερχόμενων γεγονότων στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ είναι πολύ καθαρή και δυνατή. Αυτοί που απεργάζονται την καταστροφή του εθνικού κράτους και της εθνικής ταυτότητας και υποβάλλουν την ιδέα ενός άμορφου μεταεθνικού κράτους, μέσα από τις γνωστές πολιτικές της αλλαγής πληθυσμών, της εθνικής αποδομήσεως και του άκρατου δικαιωματισμού, καλά κάνουν να ανησυχούν, όσο και αν προσπαθούν να διαβάλουν και να δυσφημίσουν τον πατριωτισμό ως δήθεν φασισμό, ακροδεξιά και ρατσισμό!

Ο αντίλαλος των γεγονότων αυτών έφτασε και στην Ελλάδα. Δεν έφτασε, βεβαίως, με τη φωνή των επισήμως αντιπολιτευόμενων κομμάτων, γιατί αυτά συμπεριλαμβάνονται στην agenda της παγκοσμιοποίησης, που παρουσιάζεται με τα φτερά των Ευρωπαϊκών πολιτικών.

Τη δομική αντιπολίτευση στην κυβέρνηση Μητσοτάκη την άσκησαν τελικά οι δύο πρώην πρωθυπουργοί, Αντώνης Σαμαράς και Κώστας Καραμανλής. Οι ομιλίες τους στο Πολεμικό Μουσείο ήταν καταιγιστικές και κατεδαφιστικές για την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική. Έθεσαν τα καίρια θέματα και την αγωνία που συνέχει τον Ελληνικό λαό. Προφανώς, αποτελούν ορόσημα μιας νέας πολιτικής καταστάσεως.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ