Τα «κόμπλεξ» των Ελλήνων και η άτοπη και αναχρονιστική υπεροψία του τούρκου ΥΠΕΞ

Τα «κόμπλεξ» των Ελλήνων και η άτοπη και αναχρονιστική υπεροψία του τούρκου ΥΠΕΞ


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ


Δεν πρέπει να αιφνιδίασαν την πολιτική ηγεσία και τους υπεύθυνους της ελληνικής διπλωματίας οι πρόσφατες δηλώσεις του τούρκου υπουργού Εξωτερικών Τσαβούσογλου, σε περιοδεία του στην επαρχία Αϊδινίου, περί «κόμπλεξ» των Ελλήνων, σε αντίθεση με τους Τούρκους, οι οποίοι «δεν είναι κομπλεξικοί, προσθέτοντας ότι «η Τουρκία είναι μεγάλη χώρα και δεν απαντάει σε δηλώσεις ελλήνων αξιωματούχων».

Προφανώς θα εννοούσε και θα αναφερόταν σε δηλώσεις του έλληνα ομολόγου του κ. Νίκου Δένδια, ο οποίος πρόσφατα είχε, μεταξύ άλλων, τονίσει ότι ο τούρκος Πρόεδρος είναι εκτός πραγματικότητας. Ο κ. Τσαβούσογλου δεν διευκρίνισε τι ακριβώς εννοούσε με την αναφορά σε «κόμπλεξ» ή συμπλέγματα των Ελλήνων. Να εννοούσε το ιστορικό παρελθόν της υποταγής στους οθωμανούς κατακτητές και την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, με τους οθωμανούς Τούρκους να είναι οι κατακτητές και οι Έλληνες οι κατακτημένοι; Αν αυτό ήταν το νόημα της φράσης του θα έπρεπε να είναι προσεκτικότερος στους χαρακτηρισμούς του. Γιατί, υποθέτουμε, να είναι γνώστης της Ιστορίας ιδιαίτερα αν συνέκρινε την κατάκτηση της Ελλάδος από τους οθωμανούς Τούρκους με εκείνη των Ρωμαίων. Τότε θα είχε διαφορετική γνώμη. Οι ασιάτες οθωμανοί κατακτητές δεν επωφελήθηκαν από την πολιτιστική ανωτερότητα των Ελλήνων, όπως έπραξαν οι Ρωμαίοι για να δημιουργήσουν τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό, λαμπρό και αναπόσπαστο μέρος του δυτικού πολιτισμού. Όμως αυτές οι περίοδοι και τα γεγονότα ανήκουν πλέον στην Ιστορία.

Οι σημερινοί Έλληνες και ο Ελληνισμός δεν έχουν κάποιο κόμπλεξ έναντι των Τούρκων. Συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Βλέπουν και αισθάνονται τον τουρκικό λαό ως γείτονα και επιθυμούν την ανάπτυξη καλών σχέσεων και συνεργασίας μαζί του, στη βάση όμως της αμοιβαιότητας. Οι ελληνικές κυβερνήσεις, στα πλαίσια και των σχέσεων καλής γειτονίας, υποστηρίζουν την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και την πλήρη ένταξή της στην ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι θα σέβεται τις αρχές και αξίες της. Αντίθετα, οι τουρκικές κυβερνήσεις –χωρίς ουσιαστικές εξαιρέσεις– τηρούν αντίθετη στάση έναντι της Ελλάδας, με αρνητικές συμπεριφορές. Η παραβατικότητα και οι προκλήσεις στον εναέριο και θαλάσσιο χώρο στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο είναι σχεδόν καθημερινές. Και όλα αυτά στο πλαίσιο μιας –ακολουθούμενης από ετών– ρεβιζιονιστικής πολιτικής για αλλαγή του status quo στο Αιγαίο, το οποίο έχει καθιερωθεί με διεθνείς συμβάσεις και συμφωνίες. Γνωστές και οι επιδιώξεις της Άγκυρας στην Κύπρο, όπου κατέχει το 1/3 της Κυπριακής Δημοκρατίας με στρατό κατοχής, για τη δημιουργία δύο χωριστών κρατών, παρά τις σχετικές αποφάσεις του ΣΑ των Ηνωμένων Εθνών.

Η παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου παρουσιάζει έξαρση επί των ημερών του Ταγίπ Ερντογάν. Ο τούρκος Πρόεδρος, διά λόγων και πράξεων, προσπαθεί να αποδείξει ότι η Τουρκία είναι μεγάλη περιφερειακή δύναμη και προβάλλει συνεχώς απαιτήσεις, που συνοδεύονται και από απειλές, με εμπλοκή και στρατιωτική παρουσία σε περιφερειακές συγκρούσεις, εσωτερικές διαμάχες και εύθραυστες πολιτικά καταστάσεις, όπως στη Λιβύη, στη Συρία και στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, στον Καύκασο. Τη μεγαλομανία του Ερντογάν και του καθεστώτος του μεγάλως ενίσχυσαν και οι ανοχές και οι πολιτικές του προηγούμενου Προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, όπως και του ρώσου ομολόγου του Βλαντιμίρ Πούτιν, οι οποίοι, για διαφορετικούς λόγους και διπλωματικούς στόχους ο καθένας, επέτρεψαν την τουρκική εισβολή στη Νοτιοδυτική Συρία, όπου τα τουρκικά στρατεύματα εξακολουθούν να παραμένουν, γεγονός που παρέχει στην Άγκυρα τη δυνατότητα για πλήρη έλεγχο της περιοχής που κυριαρχείται από τους Κούρδους, οι οποίοι αποτελούν μόνιμο πονοκέφαλο και ανησυχία για την Άγκυρα.

Η παρατηρούμενη από ετών ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις οξύνθηκε τελευταίως με την αγγελία της υπογραφής της Ελληνογαλλικής Αμυντικής Συμφωνίας, η οποία κυρώθηκε από την Ελληνική Βουλή την περασμένη Πέμπτη 7 Οκτωβρίου. Προφανώς προς αντιπερισπασμό και τη δημιουργία εντυπώσεων, η Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Τουρκίας στα ΗΕ απηύθυνε επιστολή προς τον ΓΓ του Διεθνούς Οργανισμού, με την οποία καταγγέλλει την στρατιωτικοποίηση από πλευράς της Ελλάδας των νήσων του Ανατολικού Αιγαίου, συνδέοντας μάλιστα την ελληνική κυριαρχία των νησιών με την αποστρατιωτικοποίησή τους! Στο τουρκικό διάβημα δόθηκε η δέουσα απάντηση από τον υπουργό Εξωτερικών κ. Νίκο Δένδια, ο οποίος σε δηλώσεις του υπογράμμισε ότι η Τουρκία διατηρεί, ακριβώς απέναντι από τα νησιά του Αιγαίου, τον μεγαλύτερο αποβατικό στόλο της Ανατολικής Μεσογείου, γεγονός που παρέχει το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας σε όποιον δέχεται απειλή.

Η Ελληνογαλλική Αμυντική Συμφωνία προβλέπει, μεταξύ άλλων, αμοιβαία συνδρομή σε περίπτωση που μια χώρα δεχθεί απειλή κατά της επικράτειάς της. Οι ιθύνοντες της γειτονικής μας χώρας αντιλαμβάνονται ότι σε μια απονενοημένη ενέργεια κατά της Ελλάδος στον ηπειρωτικό ή νησιωτικό χώρο, εκτός από τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, θα έχουν να αντιμετωπίσουν και τις γαλλικές, που είναι από τις πλέον αξιόλογες σε διεθνές επίπεδο. Η στρατηγική σημασία της Ελληνογαλλικής Συμφωνίας είναι πρόδηλη και σαφής. Οι διμερείς ή πολυμερείς αμυντικές συμφωνίες είναι αποτελεσματικότερες όταν η υπογραφή τους εξυπηρετεί κοινούς στόχους και κοινά συμφέροντα και οι συμβαλλόμενοι δέχονται εξωτερικές απειλές.

Η Γαλλία διατηρεί παραδοσιακούς και ιστορικούς δεσμούς με παρουσία στις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, της Βορείου και Κεντρικής Αφρικής. Τα συμφέροντά της διακυβεύονται από την τουρκική επίδειξη δυνάμεως και την ανάμειξη στα εσωτερικά πολλών εκ των χωρών της περιοχής, που οδηγεί σε αποσταθεροποίηση. Η διμερής Ελληνογαλλική Αμυντική Συμφωνία μεταφέρει και ένα μήνυμα προς τις άλλες χώρες και ιδίως τις ευρωπαϊκές, που πιστεύουν –ή έτσι τις βολεύει– ότι η ένταση στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας οφείλεται σε ιστορικούς λόγους και σε διαφορές μεταξύ των δύο λαών. Τη φράση «usual greek-turkish animosities» («συνήθεις ελληνοτουρκικές έριδες») τη χρησιμοποιούσαν συχνά σε κάθε ελληνικό διάβημα για τις τουρκικές απειλές και παραβατικότητες. Την περασμένη Δευτέρα πραγματοποιήθηκε στην Άγκυρα ο 63ος γύρος των διερευνητικών συνομιλιών, σε επίπεδο πρέσβεων. Διήρκεσαν μόλις ένα δίωρο και, όπως αναμενόταν, δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Αναμένεται να συνεχισθούν. Ευχόμαστε να μην τα… εκατοστίσουν.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: kathimerini.gr


Σχολιάστε εδώ