Η υπερθέρμανση του πλανήτη κατά 3°C είναι πιθανή και θα είναι καταστροφική (long read)

Η υπερθέρμανση του πλανήτη κατά 3°C είναι πιθανή και θα είναι καταστροφική (long read)

Σύμφωνα με τις προβλέψεις για τον 21ο αιώνα, το 2021 θα είναι σχεδόν σίγουρα μια συγκριτικά δροσερή χρονιά. Σύμφωνα με τα στοιχεία της υπόλοιπης ανθρώπινης ιστορίας, ο φετινός καιρός μοιάζει ανησυχητικά με κόλαση.

Τον περασμένο Ιούλιο, το Βέλγιο, η Γερμανία, η Ολλανδία, η Ελβετία και η Κίνα ήρθαν αντιμέτωπες με φονικές και καταστροφικές πλημμύρες. Στις 20 Ιουλίου στο Cizre της Τουρκίας, η θερμοκρασία έφτασε τους 49,1°C , η υψηλότερη που έχει καταγραφεί ποτέ στη χώρα. Δεν έχει υπάρξει σχεδόν καμία ανάπαυλα από τις καυτές θερμοκρασίες κατά μήκος της βόρειας ακτής του Ειρηνικού στη Βόρεια Αμερική, από τότε που η περιοχή χτυπήθηκε από ένα πρωτοφανές κύμα καύσωνα. Σε άλλα μέρη σε μεγάλα γεωγραφικά πλάτη παρατηρούνται παρόμοιες -αν και λιγότερο καταστροφικές- ανωμαλίες.

Στο πρώτο μισό του Ιουλίου, η Φινλανδία βίωσε το μεγαλύτερο κύμα καύσωνα των τελευταίων 60 ετών, με τις θερμοκρασίες να ανεβαίνουν στους 30°C στη Λαπωνία. Στις 11 Ιουλίου, ένα θερμόμετρο της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας στο Furnace Creek στην Κοιλάδα του Θανάτου στην Καλιφόρνια, κατέγραψε θερμοκρασία 54°C. Εάν επιβεβαιωθεί από τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (WMO), η μέτρηση αυτή θα ισοφαρίσει μια μέτρηση που είχε ληφθεί στην ίδια τοποθεσία πέρυσι ως η θερμότερη ημερήσια θερμοκρασία όλων των εποχών. Στις 19 Ιουλίου πάνω από το 40% του παγοκαλύμματος της Γροιλανδίας είχε καλυφθεί από λιωμένο πάγο. Η ποσότητα του θαλάσσιου πάγου στην Αρκτική ήταν τόσο χαμηλή όσο και την ίδια στιγμή το 2012, όταν καταγράφηκε το χαμηλότερο επίπεδο θαλάσσιου πάγου που έχει καταγραφεί ποτέ.

Κάπως έτσι μοιάζει η Γη όταν, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του WMO, είναι 1,1°C με 1,3°C θερμότερη από ό,τι ήταν πριν από την εφεύρεση της ατμομηχανής. Η Συμφωνία του Παρισιού του 2015, αποτελεί ένα σχέδιο δράσης για τη συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη «αρκετά κάτω» από τους 2°C σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, με ιδανικότερη περίπτωση να μην αυξηθεί περισσότερο από 1,5°C.

Αυτός ο αυστηρότερος στόχος ζητήθηκε, μεταξύ άλλων, από τα κράτη των μικρών νησιών, τα οποία βλέπουν το μέγεθος της ανόδου της στάθμης της θάλασσας που συνεπάγεται η αύξηση της θερμοκρασίας κατά δύο βαθμούς, ως υπαρξιακή απειλή. Μια τεράστια έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή διαπίστωσε ότι η διαφορά μεταξύ των δύο στόχων, ακόμη και αν πρόκειται για 10 εκατοστά επιπλέον άνοδο της στάθμης της θάλασσας μέχρι το 2100, θα εξαφανίσει τα μέσα διαβίωσης εκατομμυρίων ανθρώπων. Σε σύγκριση με την αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1,5°C, οι 2°C θα εξέθεταν 420 εκατομμύρια ανθρώπους σε θερμοκρασίες ρεκόρ και θα κατέστρεφε την παγοκάλυψη της Αρκτικής.

 

Αυτοί οι στόχοι ήταν, και παραμένουν, τόσο συνετοί όσο και απίστευτα φιλόδοξοι. Αμέσως μετά τη διάσκεψη, η ΜΚΟ Climate Action Tracker (CAT) ανέλαβε να συγκεντρώσει όλους τους στόχους μείωσης των εκπομπών και άλλες πολιτικές, όπως τα πρότυπα αποδοτικότητας καυσίμων για τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά, καθώς και τους στόχους για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που είχαν θέσει τα διάφορα κράτη.

Για να εκτιμήσει τον συνολικό αντίκτυπο αυτών των μέτρων, η CAT υπολόγισε τις ατμοσφαιρικές συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα που φαινόταν πιθανό να παράγουν, και στη συνέχεια χρησιμοποίησε τα αποτελέσματα των κλιματικών μοντέλων για να δει πώς θα επηρέαζαν αυτές οι συγκεντρώσεις την αύξηση της θερμοκρασίας. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο κόσμος θα είναι κατά 2,7°C θερμότερος από το προβιομηχανικό επίπεδο αναφοράς έως το 2100.

Οι άνθρωποι που διαπραγματεύτηκαν τη συμφωνία του Παρισιού είχαν πλήρη επίγνωση αυτής της αντίφασης. Περίμεναν, ή έλπιζαν, ότι οι χώρες θα δεσμεύονταν ακόμη περισσότερο, καθώς η τεχνολογία θα εξελισσόταν και καθώς θα βελτιωνόταν ο διεθνής συντονισμός. Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι αυτό συμβαίνει. Οι αναθεωρημένες δεσμεύσεις που υποβλήθηκαν επίσημα στον ΟΗΕ τους τελευταίους 12 μήνες, ενόψει της διάσκεψης COP26 που θα πραγματοποιηθεί τον Νοέμβριο, έχουν μειώσει λίγο την εκτίμηση της CAT. Εάν τηρηθούν όλες οι κυβερνητικές υποσχέσεις και οι στόχοι, η αύξηση της θερμοκρασίας θα μπορούσε να περιοριστεί στους 2,4°C. Συμπεριλαμβανομένων των στόχων που έχουν ανακοινωθεί δημοσίως αλλά δεν έχουν ακόμη καταχωρηθεί επίσημα στα βιβλία της Συμφωνίας του Παρισιού, όπως η δέσμευση της Αμερικής για μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μέχρι το 2050 και η υπόσχεση της Κίνας να επιτύχει την ουδετερότητα από άνθρακα ως το 2060, ο αριθμός μειώνεται στους 2,0°C.

Ωστόσο ο αριθμός αυτός συνοδεύεται από μεγάλες αβεβαιότητες κι επιφυλάξεις. Η επιφύλαξη είναι ότι η εκτίμηση αυτή περιλαμβάνει πολιτικές που έχουν ανακοινωθεί αλλά δεν έχουν τεθεί σε εφαρμογή. Ένας κόσμος που θα ακολουθούσε τις πολιτικές που εφαρμόζονται αυτή τη στιγμή, θα κατέληγε στους 2,9°C, σύμφωνα με την CAT.

Ακριβώς όπως κανείς δεν γνωρίζει αν οι χώρες θα επιλέξουν να επιμείνουν στις πολιτικές που έχουν προτείνει, κανείς δεν είναι σίγουρος ότι οι πολιτικές αυτές θα επιφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Όσοι μοντελοποιούν τις κλιματικές επιπτώσεις έχουν από καιρό υποστηρίξει ότι αυτές δεν αυξάνονται γραμμικά. Όσο περισσότερο απομακρύνεστε από το προβιομηχανικό επίπεδο, τόσο πιο απότομα αυξάνονται οι ζημιές. Κρίνοντας από τα αποτελέσματα συγκεκριμένων μελετών, οι διαφορές μεταξύ 2°C και 3°C είναι, από τις περισσότερες απόψεις, πολύ πιο έντονες από εκείνες μεταξύ 1,5°C και 2°C.

 

Ωστόσο, ορισμένες περιοχές, κυρίως οι ωκεανοί και τμήματα της Νότιας Αμερικής, θα θερμανθούν λιγότερο, ενώ άλλες θα θερμανθούν πολύ περισσότερο. Η Αρκτική, συμπεριλαμβανομένου του βόρειου Καναδά, της Σιβηρίας και της Σκανδιναβίας, θα βιώσει το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης της θερμοκρασίας. Ορισμένες πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές θα έχουν επίσης θερμοκρασίες άνω του μέσου όρου. Σύμφωνα με μια μελέτη, οι μέσες θερμοκρασίες στη Ρωσία, την Κίνα και την Ινδία θα αυξηθούν κατά 4-5°C, 3,5-4,5°C και 3-5°C, αντίστοιχα.

Οι θερμότερες περιφερειακές θερμοκρασίες θα επιφέρουν συχνότερους και πιο ακραίους καύσωνες και σε περιοχές με υψηλότερο γεωγραφικό πλάτος στη Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη και την Ασία, οι οποίες έχουν μικρή ή καθόλου εμπειρία από τέτοια φαινόμενα.

Η περιστασιακή ξηρασία μπορεί να αντιμετωπιστεί με την προσφυγή σε δεξαμενές ή υπόγεια ύδατα. Όταν οι ξηρασίες γίνονται παρατεταμένες ή/και συχνές, οι εναλλακτικές αυτές λύσεις στερεύουν. Ως αποτέλεσμα, ορισμένα μοντέλα υποδεικνύουν ότι στους +3°C περισσότερο από το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού θα είναι εκτεθειμένο σε ακραίες συνθήκες ξηρασίας για τουλάχιστον ένα μήνα το χρόνο. Η μεγάλη ξηρασία της Καλιφόρνιας, η οποία έχει επηρεάσει την παροχή νερού για κατανάλωση, αποχέτευση και άρδευση, και έχει τροφοδοτήσει πυρκαγιές ρεκόρ, μας δίνει ήδη μια εικόνα για το πώς θα μπορούσε να μοιάζει αυτό για μεγάλα τμήματα του πλανήτη.

Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι κάθε καλλιέργεια κινδυνεύει από καύσωνες ή ότι ο κόσμος θα αντιμετωπίσει διαρθρωτική έλλειψη τροφίμων. Κάποιες καλλιεργήσιμες εκτάσεις θα ευλογηθούν με μια αύξηση των βροχοπτώσεων και κάποια χωράφια μπορεί να γλιτώσουν από μια αύξηση του κινδύνου πλημμύρας. Τα εύκρατα κλίματα θα ωφεληθούν από τις μεγαλύτερες καλλιεργητικές περιόδους, και ορισμένες καλλιέργειες θα ωφεληθούν επίσης από τα υψηλότερα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα, δεδομένου ότι είναι η πρώτη ύλη της φωτοσύνθεσης. Αν και η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) εκτιμά ότι οι τιμές των δημητριακών θα μπορούσαν να είναι κατά 29% υψηλότερες σε περίπτωση αύξησης της θερμοκρασίας κατά 3°C και να επηρεαστούν 183 εκατομμύρια άνθρωποι, θεωρεί επίσης πιθανό να μην μεταβληθούν σχεδόν καθόλου.

Ο κίνδυνος κρίσεων θα είναι πολύ μεγαλύτερος και οι πανικόβλητες αντιδράσεις θα τον επιδεινώνουν. Για αυτό το λόγο απαιτούνται ψύχραιμες πολιτικές αντιδράσεις. Μια μελέτη που συγχρηματοδοτήθηκε από το Γραφείο Εξωτερικών, Κοινοπολιτείας και Ανάπτυξης της Βρετανίας, υπολόγισε ότι η πιθανότητα ενός ακραίου καύσωνα ικανού να αφανίσει τη σοδειά ρυζιού στη νότια Κίνα σε ένα δεδομένο έτος, ήταν 1 στις 100 σε περίπτωση αύξησης της θερμοκρασίας κατά 1°C, αλλά 1 στις 10, σε περίπτωση αύξησης της θερμοκρασίας κατά 2°C με 3°C.

 

Το πώς θα είναι η στάθμη της θάλασσας στους 3°C εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα θερμανθεί ο πλανήτης. Επειδή ο πάγος χρειάζεται χρόνο για να λιώσει και η θερμότητα φτάνει αργά στα βάθη των ωκεανών, η στάθμη της θάλασσας αργεί να ανταποκριθεί στην επιφανειακή θερμοκρασία. Αυτό σημαίνει ότι η στάθμη των θαλασσών θα είναι χαμηλότερη στο σημείο που θα επιτευχθούν οι 3°C, αν επιτευχθούν γρήγορα, από ό,τι αν οι θερμοκρασίες αυξηθούν πιο αργά.

Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία τη στιγμή που ο κόσμος θα φτάσει τους +3°C, είναι τα επίπεδα της στάθμης της θάλασσας στα οποία θα δεσμευτεί μακροπρόθεσμα αυτός ο κόσμος. Το στρώμα πάγου της Δυτικής Ανταρκτικής, το οποίο μέχρι πριν από μια δεκαετία θεωρείτο αρκετά σταθερό, καταρρέει στις άκρες του. Υπάρχουν όλο και περισσότερες ενδείξεις ότι εάν η θερμοκρασία αυξηθεί κατά 2°C περίπου, θα αρχίσει να καταρρέει εντελώς.

Οι πλήρεις επιπτώσεις μιας τέτοιας κατάρρευσης – ίσως άνοδος της στάθμης της θάλασσας κατά 1,6 μέτρα – δεν θα γίνουν αντιληπτές για έναν αιώνα ή περισσότερο. Αλλά ο ρυθμός της αλλαγής θα αυξανόταν πολύ νωρίτερα από αυτό. Παρόμοιες ανησυχίες ισχύουν και για τη Γροιλανδία.

Οι πόλεις, και μάλιστα οι χώρες με χαμηλό υψόμετρο, που θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν την άνοδο της στάθμης της θάλασσας κατά 30-90 εκατοστά που αναμένεται μέχρι το 2100 σε έναν κόσμο θερμότερο κατά 2°C, ίσως αναγκαστούν να αντιμετωπίσουν μια τετραπλάσια ή πενταπλάσια άνοδο. Οι παράκτιες πόλεις όπου ζουν εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι, θα αλλάξουν εντελώς, αν βέβαια συνεχίσουν να υπάρχουν. Ούτε οι πολιτισμοί των ιθαγενών της Αρκτικής ή των τροπικών δασών θα μπορούσαν να επιβιώσουν στη σημερινή τους μορφή.

Θα πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος

Τα όρια της προσαρμογής ισχύουν και για τη φύση. Τα ζωικά και φυτικά είδη προσαρμόζονται στην αύξηση της θερμοκρασίας του κλίματος μετακινούμενα σε ψυχρότερα κλίματα, όπου αυτό είναι δυνατόν. Ήδη τα ψάρια βρίσκονται σε κίνηση, ορισμένα είδη απομακρύνονται από τα τροπικά ύδατα προς τα εύκρατα, άλλα από τα εύκρατα προς τα ψυχρά. Τα χερσαία ζώα που δεν μπορούν να ταξιδέψουν σε υψηλότερα γεωγραφικά πλάτη μπορούν, αν ζουν σε λοφώδεις περιοχές, να βρουν καταφύγιο σε κοντινά υψηλότερα υψόμετρα. Αλλά αυτές οι στρατηγικές λειτουργούν μόνο μέχρι ενός σημείου.

Και αυτό ισχύει μόνο για είδη και οικοσυστήματα που είναι σε θέση να μετακινούνται ταχύτερα από ό,τι θερμαίνεται το κλίμα. Οι κοραλλιογενείς ύφαλοι, οι οποίοι δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα, θα εξαφανιστούν εντελώς σε έναν κόσμο θερμότερο κατά 3°C. Η μοίρα τους επιδεινώνεται από το γεγονός ότι τα υψηλότερα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα καθιστούν το θαλασσινό νερό πολύ όξινο για αυτούς. Τέτοιες αποτυχίες προσαρμογής κάνουν τον κόσμο ακόμα πιο θερμό. Το τροπικό δάσος του Αμαζονίου, το οποίο είναι ήδη εξασθενημένο από την υλοτομία και τις φωτιές, θα ήταν πολύ απίθανο να επιβιώσει σε έναν τέτοιο κόσμο. Με το πέρασμά του θα απελευθέρωνε επιπλέον γιγατόνους διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα.

Ο Αμαζόνιος δεν θα εξαφανιστεί από τη μια μέρα στην άλλη. Ακόμα και αν οι εκπομπές μείνουν σε μεγάλο βαθμό ανεξέλεγκτες από τώρα και στο εξής, ένα μέλλον θερμότερο κατά 3°C διαφαίνεται στο δεύτερο μισό του αιώνα και όχι στο πρώτο. Όσο όμως καθυστερεί η μείωση των εκπομπών, τόσο περισσότερο η αποφυγή των 3°C γίνεται κάτι εφικτό μόνο μέσω της εφαρμογής μη δοκιμασμένων- και σε ορισμένες περιπτώσεις- ανησυχητικών τεχνολογιών που έχουν σχεδιαστεί είτε για να απορροφούν τον άνθρακα από την ατμόσφαιρα σε τεράστιες ποσότητες, είτε για να ρίχνουν κάποιες από τις θερμαντικές ακτίνες του ήλιου πίσω στο διάστημα. Αυτό σημαίνει ότι η ανθρωπότητα θα βρεθεί ανάμεσα στη Σκυλλα και τη Χαρυβδη.

Πηγή: ertnews.gr με πληροφορίες απο το The Economist


Σχολιάστε εδώ