Η πολιτική οικονομία του πληθυσμού και το πολιτικά ανοικονόμητο «Συνέδριο Γονιμότητας και Αναπαραγωγής»

Η πολιτική οικονομία του πληθυσμού και το πολιτικά ανοικονόμητο «Συνέδριο Γονιμότητας και Αναπαραγωγής»


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


Το «1ο Πανελλήνιο Συνέδριο Γονιμότητας και Αναπαραγωγικής Αυτονομίας: Όρια και Επιλογές» μπήκε στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας, κάτω από το βάρος πάνδημων αντιδράσεων. Αν επρόκειτο για ένα ιατρικό συνέδριο για την υποστήριξη της τεκνοποίησης ζευγαριών ή μονογονεϊκών οικογενειών, κανείς δεν θα είχε αντιδράσει.

Ο σάλος προκλήθηκε γιατί ήταν ένα συνέδριο κοινωνικού μηνύματος, που μάλιστα είχε ως αποκλειστικό αποδέκτη τις γυναίκες. Με δύο λόγια, θεωρούσε τη γυναίκα μοναδική υπεύθυνη για τη τεκνοποίηση αλλά και την τεκνοποίηση αποκλειστικά θέμα της δικής της ολοκλήρωσης. Μια αντιδραστική και αναχρονιστική θέση, που οδήγησε στην απόσυρση των κρατικών στηρίξεων και εντέλει στη ματαίωση του συνεδρίου.

Όμως αυτός ο αναχρονισμός αναδεικνύει ένα δεύτερο και σημαντικότερο, κατά τη γνώμη μου, ζήτημα. Γιατί ένα τέτοιο συνέδριο χρειαζόταν την αιγίδα της Προέδρου της Δημοκρατίας; Ποιο ήταν, τέλος πάντων, αυτό το σημαντικό μήνυμα του συνεδρίου, που χρειαζόταν όλη αυτήν την προβολή και επισημότητα; Προφανώς ήταν το λεγόμενο «δημογραφικό πρόβλημα» της χώρας. Δηλαδή η άποψη ότι η υπογεννητικότητα είναι οικονομική τροχοπέδη ή και κίνδυνος εθνικής επιβίωσης. Η εθνική καθαρότητα βέβαια στο χωνευτήρι των Βαλκανίων μόνο ως ανέκδοτο μπορεί να εκληφθεί. Στο κάτω κάτω της γραφής, πολύ καλύτερη διαφήμιση της χώρας κάνει ο Γιάννης Αντεντοκούνμπο, ένας Έλληνας δεύτερης γενιάς, παιδί μεταναστών, απ’ ό,τι ο υιός ή η θυγατέρα της κάθε τηλεπερσόνας που κόσμησε, παριστάνοντας τη μητέρα του έθνους, τα διαφημιστικά σποτ αυτής της ατυχούς πρωτοβουλίας. Άρα, το μόνο λογικό συμπέρασμα είναι ότι αυτό το επικοινωνιακό μπαράζ στήθηκε για να υποστηρίξει την ιδέα ότι η πληθυσμιακή μεγέθυνση είναι προϋπόθεση της οικονομικής μεγέθυνσης και ευμάρειας. Το τελευταίο προφανώς χρήζει συζήτησης όχι από ιερείς, γυναικολόγους και τον διοικητή του Αγίου Όρους, αλλά από οικονομολόγους.

Πράγματι, η θεωρία του πληθυσμού βρίσκεται στην καρδιά της πολιτικής οικονομίας από τις απαρχές της. Στον «Πλούτο των Εθνών», με κυνικό αλλά ξεκάθαρο τρόπο, ο Άνταμ Σμιθ είχε δηλώσει: «Η ζήτηση για ανθρώπους, όπως για κάθε άλλο εμπόρευμα, εντέλει καθορίζει την παραγωγή των ανθρώπων». Σε απογοήτευση λοιπόν ιερέων και διοικητών του Αγίου Όρους, ο σκωτσέζος καθηγητής της ηθικής φιλοσοφίας είχε αποφανθεί ότι η μεγέθυνση του πληθυσμού είχε να κάνει με την οικονομική κατάσταση και όχι με τις προτεραιότητες του γυναικείου φύλου. Αλλά και ο αιδεσιμότατος Μάλθους, στη θεωρία του πληθυσμού που παρουσίασε, επιχειρηματολόγησε ότι οι αναπαραγωγικές ικανότητες του ανθρώπου είναι απεριόριστες. Γι’ αυτό ανησυχούσε ότι οι περατές δυνατότητες παραγωγής τροφίμων δεν θα επαρκούσαν για τη συντήρηση ενός ραγδαία μεγεθυνόμενου πληθυσμού. Βέβαια η θεωρία του είναι βαθιά αντιδραστική, αφού καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ανέχεια των μαζών ήταν αποτέλεσμα ενός φυσικού νόμου, δηλαδή της απεριόριστης αναπαραγωγικής ικανότητας.

Στο τελευταίο επιτέθηκαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς. Στην «Κατάσταση της Εργατικής Τάξης στην Αγγλία» ο Ένγκελς εξήγησε ότι οι εργάτες έκαναν παιδιά ως επένδυση. Ήταν ένα επιπλέον μεροκάματο για το σπίτι στις σκληρές συνθήκες της Βικτωριανής Αγγλίας. Ένα κίνητρο που δεν είναι άγνωστο στην ελληνική οικογένεια μέχρι και μετά τον πόλεμο, ιδιαίτερα σε ημιαστικές και αγροτικές περιοχές. Το βασικό είναι ότι αν γενικεύσουμε αυτήν την ιδέα καταλήγουμε ότι οι οικονομικές σχέσεις καθορίζουν την τεκνοποίηση και όχι κάποιοι φυσικοί νόμοι ή ηθικοί κώδικες. Στον καπιταλισμό, όπου η εκμηχάνιση της παραγωγής είναι διαρκής, ο Μαρξ επιχειρηματολόγησε ότι εμφανίζεται δομική ανεργία και ονόμασε το αντίστοιχο τμήμα του πληθυσμού «εφεδρικό βιομηχανικό στρατό». Παρόλο που ο «εφεδρικός στρατός» αποτελείται, εκτός από τον εγχώριο πληθυσμό, και από μεταναστευτικές ροές, η αστική τάξη πάντα ενδιαφερόταν για τη μεγέθυνση του εγχώριου πληθυσμού. Τη βολεύει ώστε να σχηματίζει μια εργατική τάξη μέσα στην εργατική τάξη, αποτελούμενη από μετανάστες, και να συμπιέζει έτσι τους μισθούς συνολικά προς τα κάτω. Αλλά για να το πετύχει αυτό χρειάζεται και η σταθερή μεγέθυνση του ντόπιου πληθυσμού.

Η μοναδική θεωρία όπου ο ρυθμός μεγέθυνσης του πληθυσμού είναι συνδεδεμένος με την οικονομική μεγέθυνση είναι η νεοκλασική θεωρία της μεγέθυνσης, που εμφανίσθηκε μετά τον πόλεμο από τον Σόλοου. Εκεί ο ρυθμός μεγέθυνσης της οικονομίας είναι ο εξωγενώς προσδιορισμένος ρυθμός μεγέθυνσης του πληθυσμού. Άρα, όσο μεγαλύτερη η μεγέθυνση του πληθυσμού, τόσο μεγαλύτερη η αναμενόμενη οικονομική μεγέθυνση. Δυστυχώς για τους θιασώτες του μηνύματος του συνεδρίου, αυτή η θεωρία οικονομικής μεγέθυνσης έχει διαψευστεί τόσο πολύ στις προβλέψεις της που έχει εγκαταλειφθεί και από τους ίδιους τους νεοκλασικούς οικονομολόγους που την υποστήριζαν. Για την Ιστορία, προέβλεπε σύγκλιση των φτωχών με τις πλούσιες χώρες αλλά και σύγκλιση των εισοδημάτων εντός των χωρών όταν ο ρυθμός μεγέθυνσης του πληθυσμού θα μειωνόταν. Κοντολογίς, έχει διαψευστεί κατάφορα από την πρωτοφανή ανισότητα του σύγχρονου κόσμου.

Το γενικό συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι το μήνυμα του συνεδρίου ήταν εκτός τόπου και χρόνου σε όλα τα επίπεδα. Στους εναπομείναντες οπαδούς του δεν έχω παρά να μεταφέρω τα παρακάτω λόγια του Φρόιντ, γραμμένα στην αρχή του 20ού αιώνα: «…Θα ήταν ένας από τους μεγαλύτερους θριάμβους της ανθρωπότητας, μία από τις πιο απτές απαλλαγές από τα δεσμά της φύσης στα οποία υπόκειται η κοινωνία, αν πετυχαίναμε να ανεβάσουμε την υπεύθυνη πράξη της τεκνοποίησης στο επίπεδο της συνειδητής δραστηριότητας…». Αυτό είναι η τεκνοποίηση, συνειδητή δραστηριότητα και όχι κοινωνική επιταγή ή ηθική υποχρέωση των γυναικών. Είναι πια καιρός να το καταλάβουμε.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ