ΚΩΣΤΑΣ ΜΕΛΑΣ στο “Π”: Οι προοπτικές της οικονομίας το 2021 – Αντιμέτωπη η κυβέρνηση με διπλά ελλείμματα

– Θα είναι δύσκολος χρόνος

Του
ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ
Καθηγητή Οικονομίας


Σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα δεδομένα, εκτιμάται ότι το 2021 θα είναι ένα δύσκολο και σκληρό έτος για την ελληνική οικονομία. Η εκτίμηση στηρίζεται πρωταρχικά στο ότι εξακολουθεί να υφίσταται η αβεβαιότητα σχετικά με τον ουσιαστικό περιορισμό της πανδημίας COVID-19.

Η εξάπλωση της τελευταίας, παρά τα λαμβανόμενα μέτρα διοικητικού χαρακτήρα, εξακολουθεί χωρίς σταματημό, παρουσιάζοντας μάλιστα διάφορες μεταλλάξεις, οι οποίες φαίνεται να προβληματίζουν σοβαρά τους επιστήμονες για τις πραγματικές επιπτώσεις του ιού στην υγεία των πολιτών.

Παράλληλα, οι όποιες προσδοκίες είχαν δημιουργηθεί για γρήγορη (μέχρι τον Ιούνιο) δημιουργία «ανοσίας της αγέλης» μέσω του μαζικού εμβολιασμού του πληθυσμού (απαιτείται ποσοστό πάνω από 60%) φαίνεται, με βάση όλες τις ενδείξεις, να μην επιτυγχάνεται. Μετατίθεται, ως στόχος, για το φθινόπωρο, χωρίς και αυτό να θεωρείται σίγουρο, με δεδομένα τα γνωστά προβλήματα (επαρκείς ποσότητες) με τις εταιρείες παρασκευής των εμβολίων.

Αυτές οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας δεν επιτρέπουν την άμβλυνση των αβεβαιοτήτων, έτσι ώστε, δειλά δειλά, να αρχίσει να αποκαθίσταται κάποια κανονικότητα στην οικονομική δραστηριότητα. Αντιθέτως, εξαναγκάζουν την κυβέρνηση να εξετάσει την αναγκαστική επέκταση των μέτρων στήριξης, κάτι που προφανώς αυξάνει τα δημοσιονομικά ελλείμματα, ενώ συγχρόνως η πίεση που δέχεται η οικονομία –τα νοικοκυριά, οι επιχειρήσεις και ο προϋπολογισμός– γίνεται δυσβάσταχτη, δυσκολεύοντας περαιτέρω την προσπάθεια οικονομικής ανάκαμψης.

Όλες οι παραπάνω εξελίξεις αλλά και τα υπάρχοντα οικονομικά στοιχεία παραπέμπουν σε μια πιο αργή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας για το 2021. Οι χειμερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας ήρθαν να επιβεβαιώσουν όσους είχαν διατυπώσει έντονες επιφυλάξεις για τις υπέρμετρα αισιόδοξες εκτιμήσεις που είχαν διατυπωθεί κατά καιρούς στο πρόσφατο παρελθόν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το υπουργείο Οικονομικών.

Για του λόγου το αληθές αναφέρω τις προηγούμενες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ελληνικού υπουργείου Οικονομικών για το 2021:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή: Άνοιξη 2020 7,9%, καλοκαίρι 2020 6%, φθινόπωρο 2020 5%, χειμώνας 2020-2021 (Φεβρουάριος 2021) 3,5%.
Ελληνικό υπουργείο Οικονομικών: Προσχέδιο Προϋπολογισμού 2021 7,8%, Προϋπολογισμός 2021 4,8%.

Η –προβαλλόμενη ως δικαιολογία– μεγάλη αβεβαιότητα που συνοδεύει τη διαταραχή της πανδημίας COVID-19 για τις αρχικά πολύ αισιόδοξες εκτιμήσεις και τη βαθμιαία μείωσή τους στη συνέχεια πρέπει να γίνει αποδεκτή, όμως μέχρι ενός ορισμένου βαθμού. Είναι εμφανές διά γυμνού οφθαλμού ότι πάντοτε επιλέγεται ως βασική εκτίμηση αυτή που στηρίζεται στις πλέον αισιόδοξες προσδοκίες. Προφανώς, αυτό εντάσσεται στην αντίληψη που υποστηρίζει ότι οι θετικές προσδοκίες αυξάνονται με αισιόδοξα μηνύματα που τονώνουν την ψυχολογία του κόσμου! Θεωρώ ότι κάνουν λάθος, αλλά δεν είναι του παρόντος.

Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία που περιέχονται στις χειμερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η μεγέθυνση του ΑΕΠ κατά 3,5% το 2021 θα στηριχθεί πρωτίστως στην ιδιωτική κατανάλωση, με την κανονική λειτουργία του λιανικού εμπορίου και την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης. Επίσης στηρίζεται στις καθαρές εξαγωγές, οι οποίες αναμένεται να συμβάλουν θετικά στη μεγέθυνση, θεωρώντας ότι τα έσοδα από τον τουρισμό θα ανέλθουν στο 45% – 50% των αντιστοίχων εσόδων του 2019. Οι επενδύσεις δεν αναμένεται να έχουν κάποια ιδιαίτερη συμμετοχή στη μεγεθυντική διαδικασία, παρότι αυτό είναι πρωτίστως το ζητούμενο για την ελληνική οικονομία.

Από τη στιγμή που αναθεωρούνται επί τα χείρω οι εκτιμήσεις για το ΑΕΠ, μοιραία θα συμπαρασύρουν και όλα τα υπόλοιπα μακροοικονομικά μεγέθη που εκφράζονται ως ποσοστό αυτού (δημοσιονομικά ελλείμματα, δημόσιο χρέος, εξωτερικά ελλείμματα κ.λπ.). Μάλιστα τα δημοσιονομικά ελλείμματα φαίνεται ότι θα αυξηθούν και σε απόλυτους αριθμούς σε σχέση με τον προϋπολογισμό. Δεν είναι τυχαία η εκτίμηση ότι μέχρι τον Μάρτιο θα έχουν αναλωθεί τα 7,5 δισ. ευρώ των μέτρων στήριξης που έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό και ότι το ίδιο θα συμβεί με το δημόσιο χρέος, δεδομένου ότι τα υπολογιζόμενα δάνεια από το Ταμείο Ανάκαμψης (1,2 δισ. ευρώ) θα εγγράφονται σε αυτό.

Το 2021 θα είναι επίσης δύσκολο έτος αναφορικά με το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, το 2020 το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σημείωσε έλλειμμα 11,2 δισ. ευρώ, κατά 8,4 δισ. ευρώ μεγαλύτερο από εκείνο του 2019. Θα ανέλθει δηλαδή περίπου στο 7% του ΑΕΠ. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στη μείωση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών, η οποία εν μέρει αντισταθμίστηκε κυρίως από τον περιορισμό (κατά 4,3 δισ. ευρώ) του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών και δευτερευόντως από τη βελτίωση του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων. Ο περιορισμός του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών προέρχεται από τη μεγαλύτερη σε απόλυτο μέγεθος και με ταχύτερο ρυθμό μείωση των εισαγωγών σε σχέση με εκείνη των εξαγωγών. Από ό,τι φαίνεται, η ελληνική κυβέρνηση θα βρεθεί πάλι αντιμέτωπη με τα διπλά ελλείμματα (δημοσιονομικά και εξωτερικών συναλλαγών).

Ίσως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που εδώ και δέκα χρόνια ταλανίζουν την ελληνική οικονομία αφορά το τραπεζικό σύστημα και την πρωτοφανή αδυναμία του να παίξει τον ρόλο για τον οποίο έχει δημιουργηθεί, τη χορήγηση ρευστότητας στην οικονομία. Χαρακτηριστικές είναι οι επισημάνσεις του κεντρικού τραπεζίτη όσον αφορά την ελληνική οικονομία, καθώς τονίζει ότι μετά την είσοδο της Ελλάδος στην αγορά ομολόγων της ΕΚΤ, 40 δισ. ευρώ έχουν εισέλθει στην οικονομία, εκ των οποίων ελάχιστα έχουν οδηγηθεί στην πραγματική οικονομία. Σε συμπληρωματική του δήλωση σημείωσε ότι οι ελληνικές συστημικές τράπεζες έχουν τοποθετήσει περίπου 12 δισ. ευρώ σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου. Το πρόβλημα των μη αποτελεσματικών δανείων συνεχίζει να ταλανίζει τους ισολογισμούς των ελληνικών τραπεζών και είμαστε μάρτυρες της διαμάχης μεταξύ κυβέρνησης και Τραπέζης της Ελλάδος σχετικά με την πρόταση της τελευταίας για δημιουργία «bad bank», την οποία αρνείται η πρώτη.

Η κυβέρνηση έχει επενδύσει ιδιαίτερα στην ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, εάν μπορέσει να υπάρξει πρόοδος του εμβολιαστικού προγράμματος, στην εκτίμηση ότι θα είναι καλύτερα τα πράγματα σε σχέση με τον τουρισμό αλλά και στο γεγονός ότι θα μπορέσει να αξιοποιηθεί ένα μέρος από τα ευρωπαϊκά κονδύλια, σε όλο το φάσμα που περιλαμβάνει το ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Ακόμη και αν ευοδωθούν οι ελπίδες της κυβέρνησης, οι εξελίξεις προμηνύονται δύσκολες για το 2021.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ