Τι σημαίνει η διαφαινόμενη αγορά των πιο ακατάλληλων φρεγατών για την Ελλάδα; – Ανάλυση του Π. Νεάρχου

Τι σημαίνει η διαφαινόμενη αγορά των πιο ακατάλληλων φρεγατών για την Ελλάδα; – Ανάλυση του Π. Νεάρχου


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Όσα συνέβησαν προσφάτως στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, όσα συμβαίνουν καθημερινά και με συνεχώς εντεινόμενη προκλητικότητα στο Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία ότι η χώρα βρίσκεται μπροστά σε μεγάλους κινδύνους και ότι το πρώτιστο που έχει να κάνει, μέσα σε μια γενικότερα δύσκολη κατάσταση, είναι να ενισχύσει τάχιστα την αποτρεπτική της ισχύ και τις στρατηγικές της συμμαχίες.

Όσο παράδοξο και αν φαίνεται, η πολιτική αυτή είναι η μόνη που κατοχυρώνει την ειρήνη, χωρίς εθνικές απώλειες. Η Άγκυρα δεν θα τολμήσει να μπει σε περιπέτειες, εάν γνωρίζει ότι δεν είναι ευνοϊκός γι’ αυτήν ο συσχετισμός των δυνάμεων, με όρους στρατιωτικής αλλά και διπλωματικής και συμμαχικής ισχύος.

Η Ελλάδα δεν είναι μια απομονωμένη χώρα. Έχει εν δυνάμει ισχυρά ερείσματα και συμμάχους. Οι τελευταίοι έχουν πολύ σοβαρούς λόγους, όπως και αυτή, να αναχαιτίσουν τον Τουρκικό επεκτατισμό και να αποτρέψουν, με κάθε μέσο, την επιδιωκόμενη Τουρκική ηγεμονία στην Ανατολική Μεσόγειο, με όρους μάλιστα Νέο-Οθωμανικού Ισλαμισμού. Μια ένδειξη είναι τα όσα είπε ο Αιγύπτιος Πρόεδρος, Στρατάρχης Αλ Σίσι, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα.

Σαφής ένδειξη είναι επίσης τα όσα δήλωσε στη Λευκωσία ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας, κατά την Τριμερή Συνά­ντηση των υπουργών Αμύνης Ελλάδος, Κύπρου, Ισραήλ. Ισραήλ και Αίγυπτος αντιτίθε­νται ενεργά στον Τουρκικό ηγεμονισμό και συντάσσονται με την Ελλάδα για την από κοινού αντιμετώπιση και απόκρουσή του. Η Ελλάδα όμως, που αντιμετωπίζει τους αμεσότερους κινδύνους, είναι λογικό και φυσικό να πρωτοστατεί προς την κατεύθυνση αυτή και να επιδεικνύει θέληση και αποφασιστικότητα για μετατροπή των λόγων σε πράξη και για τη σφυρηλάτηση με τις χώρες αυτές μιας πραγματικής στρατηγικής συμμαχίας.

Κοντά σ’ αυτές τις δύο χώρες συνυπολογίζονται και οι πολύ σημαντικές εξελίξεις στην περιοχή του Κόλπου, που αλλάζουν τη γεωπολιτική εικόνα στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, με κύριο χαρακτηριστικό την αντίθεση στην Άγκυρα όλων των Αραβικών χωρών της Μέσης Ανατολής, με μόνη εξαίρεση το Κατάρ.

Λαμβάνουν χώρα, επομένως, εξελίξεις στην περιοχή, που δημιουργούν προϋποθέσεις για ανάσχεση της Τουρκικής επιρροής στον Αραβικό κόσμο και διανοίγουν νέες προοπτικές για την Ελληνική πολιτική, υπό την προϋπόθεση ότι θα θελήσει αυτή και θα μπορέσει να αξιοποιήσει τα νέα δεδομένα.

Στην άλλη, Ευρωπαϊκή όχθη της Μεσογείου δεσπόζει ως σύμμαχος της Ελλάδος η Γαλλία. Η χώρα αυτή, τόσο μέσα από την Ευρωπαϊκή της διάσταση όσο, ειδικότερα, και μέσα από τη Μεσογειακή της διάσταση, έχει πολύ σοβαρούς λόγους να παρακολουθεί, με μεγάλη ανησυχία, τις Τουρκικές επεκτατικές κινήσεις προς κάθε κατεύθυνση, από τη Συρία και το Ιράκ μέχρι τη Λιβύη, ολόκληρη τη Βόρεια αλλά και τη Μαύρη Αφρική και από την Ανατολική Μεσόγειο μέχρι το Ναγκόρνο-Καραμπάχ.

Από την άποψη αυτή, δεν είναι τυχαία τα ανοίγματά της προς την Ελλάδα και την Κύπρο, που είναι επιπλέον χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και συνδέονται εκ των πραγμάτων με τις πολιτικές και τις προοπτικές της. Σ’ αυτές τις δύο απειλούμενες από την Άγκυρα χώρες-μέλη δοκιμάζεται η αξιοπιστία και η φερεγγυότητα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, ως διεθνούς παράγοντα μ’ ένα δεδομένο γεωπολιτικό βάρος, όπως επίσης το Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και το κρίσιμο ερώτημα εάν θα εξελιχθεί τελικά η Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια πραγματική πολιτική Ένωση με κοινή στρατηγική αντίληψη, εξωτερική πολιτική και άμυνα.

Η Γαλλία πρωτοστατεί προς αυτήν την κατεύθυνση και, ως η ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, είναι έτοιμη να διαδραματίσει έναν πρωτοποριακό ρόλο, όχι μόνο για εθνικούς αλλά και για Ευρωπαϊκούς λόγους. Προσετέθη προσφάτως και ένας άλλος λόγος, που φέρνει τη Γαλλία σε σφοδρή αντιπαράθεση με την Τουρκία. Είναι ο τζιχαντιστικός Ισλαμισμός στην Ευρώπη, τον οποίο κεφαλαιοποιεί απροκάλυπτα η Άγκυρα, με πρόσχημα την υποστήριξη και προστασία των Μουσουλμάνων στην Ευρώπη.

Ο άγριος αποκεφαλισμός του καθηγητή Σαμουέλ Πατί σε προάστιο του Παρισιού και οι τρομοκρατικές επιθέσεις, στη συνέχεια, στη Νίκαια, για προσβολή δήθεν του Προφήτη Μωάμεθ, άνοιξαν κυριολεκτικά τον ασκό του Αιόλου. Έφεραν στο προσκήνιο το μέγα θέμα της εγκαταστάσεως στην Ευρώπη Μουσουλμανικών πληθυσμών και την παράνομη μετανάστευση, που τους μεγεθύνει συνεχώς. Έφερε παραλλήλως το πρόβλημα που δημιουργείται από την αδυναμία εντάξεως και αφομοιώσεώς τους στις Ευρωπαϊκές κοινωνίες και τη διεκδίκηση, αντιθέτως, απ’ αυτούς μιας χωριστής Ισλαμικής ταυτότητας, που διασπά την κοινωνική και την εθνική συνοχή.

Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό και επικίνδυνο στη σημερινή συγκυρία, που χαρακτηρίζεται από την άνοδο του πολιτικού Ισλάμ, με ακραία εκδοχή τον τζιχαντισμό, τη θρησκευτική δηλαδή βία, με τη μορφή του Ιερού Πολέμου. Η αναγωγή από την Άγκυρα του Ισλαμισμού, σε αγαστή σύνθεση με τον Τουρκικό εθνικισμό, σε κρατική ιδεολογία και σε ιδεολογικό κινητήρα για την αναβίωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και την ανέλιξη της Τουρκίας σε μεγάλη δύναμη φέρνει την Τουρκία στο επίκεντρο και του Ισλαμικού προβλήματος στην Ευρώπη. Γαλλία και Αυστρία προχώρησαν ήδη σε αυστηρά μέτρα για την καταπολέμηση του ακραίου Ισλάμ. Ακόμη και η φιλοτουρκική Γερμανία εξετάζει, μετά τη Γαλλία, την απαγόρευση των Γκρίζων Λύκων του Μπαχτσελί, συνεταίρου του Ερντογάν, στη Γερμανία.

Με τα δεδομένα αυτά, η Γαλλία είναι μια χώρα με την οποία η Ελλάδα, πέρα από τους παραδοσιακούς φιλικούς δεσμούς, έχει κάθε λόγο να συνάψει στρατηγική συμμαχία, με βάση τα συγκλίνοντα, αμοιβαία συμφέροντα. Αντίθετα όμως προς κάθε λογική, προσδοκία, η Ελλάδα, υποχωρώντας σε πιέσεις άλλων, ξένων παραγόντων, ανέκρουσε πρύμναν και δεν υπέγραψε, όπως είχε συμφωνηθεί και αναμενόταν, αμυντικό σύμφωνο με τη Γαλλία. Το τελευταίο θα έθετε στο πλευρό της με όρους μιας συμβατικής συμφωνίας μια μεγάλη δύναμη, απέναντι στις Τουρκικές προκλήσεις και επιβουλές.

Η πολιτική ηγεσία της χώρας αφέθηκε να πεισθεί από τα συνήθη στερεότυπα περί διαλόγου, αποκλιμακώσεως, ΝΑΤΟ και ατελέσφορων Ευρωπαϊκών πιέσεων. Αυτά όμως που διακυβεύονται για την Ελλάδα δεν είναι το κύρος και ο θεωρητικός ρόλος του ΝΑΤΟ, τα Γερμανικά στρατηγικά συμφέροντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ελλάδα ή ο αμφίσημος ρόλος του Αμερικανού παράγοντα. Είναι η ασφάλεια, τα κυριαρχικά δικαιώματα και η εθνική ακεραιότητα της χώρας.

Μετά την ολέθρια αυτή επιλογή, που αφήνει ελεύθερο το πεδίο στις Τουρκικές προκλήσεις και προσπάθειες δημιουργίας τετελεσμένων γεγονότων, φαίνεται να προετοιμάζεται και μια άλλη εξίσου ολέθρια επιλογή, που αφορά την αγορά εξοπλισμών για το Πολεμικό Ναυτικό.

Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, απεστάλη προς τις ΗΠΑ επιστολή παροχής πληροφοριών για τις Αμερικανικές φρεγάτες MMSC, οι οποίες δεν ανταποκρίνονται, σε καμία περίπτωση, στις επιχειρησιακές ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού και στα κριτήρια που ετέθησαν από αυτό. Το βασικό κριτήριο είναι η ικανότητα άμυνας περιοχής των νέων φρεγατών. Η ικανότητα δηλαδή δημιουργίας πάνω και γύρω από το πλοίο ομπρέλας προστασίας, με ισχυρό ραντάρ και πυραυλικά συστήματα μεγάλης εμβέλειας, όπως επίσης η ικανότητά του να αντιμετωπίζει ταυτόχρονα απειλές από ξηρά, θάλασσα (επιφανείας και βυθού) και αέρα και επιθέσεις κορεσμού.

Οι Αμερικανικές φρεγάτες, που έχουν καταβολές παράκτιου σκάφους και παρωχημένο εξοπλισμό, σε σχέση με τις σημερινές ανά­γκες και απειλές, δεν είναι το κατάλληλο σκάφος, το οποίο έχει ανάγκη η χώρα για παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο και την προστασία της Ελληνικής ΑΟΖ. Η απόσπαση της συναινέσεως της ηγεσίας του Πολεμικού Ναυτικού, με πολιτικές πιέσεις και επιχειρήματα διπλωματικών δήθεν ελιγμών και ανοιγμάτων προς τις ΗΠΑ, δεν μπορεί να αποκρύψει τον απαράδεκτο και επικίνδυνο χαρακτήρα μιας τέτοιας επιλογής. Δημιουργεί, αντιθέτως, την υποψία ότι η πολιτική ηγεσία υποχωρεί σε υστερόβουλες πιέσεις που έχουν ως στόχο Ελληνικές υποχωρήσεις στα εθνικά θέματα, με διατήρηση της Ελλάδος σε θέση αδυναμίας, χωρίς δυνατότητα αυτόνομης στρατηγικής άμυνας, με απόκτηση στρατηγικών όπλων, όπως, π.χ., οι πύραυλοι Scalp Naval, βεληνεκούς 1.000 χλμ., που φέρουν, π.χ., οι Γαλλικές φρεγάτες Belharra.

Το περιτύλιγμα της επιλογής αυτής μ’ ένα πακέτο ευρύτερης συμφωνίας, που περιλαμβάνει τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά, πλοία ενδιάμεσης λύσεως και σε προοπτική τη νέα Αμερικανική φρεγάτα Constellation, δεν αντισταθμίζει και δεν αναιρεί το απαράδεκτο της επιλογής των Αμερικανικών φρεγατών και τους κινδύνους, επιχειρησιακούς και πολιτικούς, που περικλείει. Για τα ναυπηγεία και τα πλοία ενδιάμεσης λύσεως υπάρχουν και άλλες δυνατότητες και επιλογές.

Όσον αφορά τον ενδεχόμενο ισχυρισμό ότι το πακέτο αυτό θα μπορούσε να «αγοράσει» Αμερικανική υποστήριξη, αυτός είναι καθ’ όλα έωλος, γιατί η Αμερικανική πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο και στις Ελληνο-Τουρκικές σχέσεις δεν προσδιορίζεται, βεβαίως, από κάποιο συμβόλαιο αγοράς εξοπλισμού. Προσδιορίζεται από τη δική της αντίληψη των στρατηγικών της συμφερόντων στην περιοχή. Κεντρικό στοιχείο στην αντίληψη αυτή είναι η ισορροπία με την Άγκυρα και η διαφύλαξη του ΝΑΤΟ.

Υπήρξαν ήδη δύο κακές ειδήσεις για την Ελλάδα, μετά τις Αμερικανικές Προεδρικές εκλογές. Η πρώτη είναι η δήλωση του Αμερικανού πρέσβεως Πάιατ ότι πρέπει και η Τουρκία να συμμετάσχει στον αγωγό φυσικού αερίου East Med. Με ποιες πηγές αερίου και από πού και με ποια χάραξη του αγωγού; Μέσω Τουρκίας; Η δεύτερη είναι η έκθεση του Αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών προς το Κογκρέσο, στην οποία αυτό αναφέρεται σε 6 μίλια Ελληνικού εναέριου χώρου και σε δήθεν ακαθόριστα όρια στο Αιγαίο μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας.

Η Ελλάδα καλά κάνει και επιδιώκει καλές και στρατηγικές σχέσεις με τις ΗΠΑ. Να προσέχει όμως την υπερβολική μονομερή εξάρτηση στους εξοπλισμούς. Μπορούν αυτοί να γίνουν εργαλείο για τη χειραγώγηση της Ελλάδος προς εθνικές υποχωρήσεις και παροχή από τις ΗΠΑ α­νταλλαγμάτων στην Τουρκία για τη βελτίωση των σχέσεών τους, αναλώμασι της Ελλάδος και της Κύπρου.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ