“ΤΟ ΠΑΡΟΝ”: Δεν θα μας σώσουν οι Αμερικανοί από τον Ερντογάν

“ΤΟ ΠΑΡΟΝ”: Δεν θα μας σώσουν οι Αμερικανοί από τον Ερντογάν

-Τον Μπάιντεν για Πρόεδρο ήθελε η Αθήνα, ενώ τα είχε δώσει όλα στην κυβέρνηση Τραμπ
-Τη μετάβαση στις ΗΠΑ από τον έναν Πρόεδρο στον άλλον και την περιχαράκωση της Ελλάδας στα 6 ν.μ. εκμεταλλεύεται ο Σουλτάνος και επιβάλλει τετελεσμένα…

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Τις ελπίδες της στον… Μπάιντεν στηρίζει η Αθήνα και περιμένει θερμό δίμηνο σε Αιγαίο – Ανατολική Μεσόγειο, ενώ φυσικά κανείς δεν εγγυάται ότι η επιφυλακτική στάση του υποψήφιου των Δημοκρατικών έναντι της Τουρκίας θα μεταφραστεί και σε πολιτική που θα υποστηρίξει ενεργά και αποτελεσματικά την Ελλάδα απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα. Πολύ περισσότερο όταν η ίδια η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει δείξει ότι τα όρια αντοχής αλλά και οι κόκκινες γραμμές είναι εντελώς ελαστικά, ενθαρρύνοντας με αυτόν τον τρόπο την επιθετική πολιτική του Ταγίπ Ερντογάν.

Δεν πρόκειται βεβαίως να χτυπήσουν οι καμπάνες με την εκλογή Μπάιντεν, καθώς μάλλον έγινε μάθημα το πάθημα του 1976, όταν χτύπησαν οι καμπάνες για την εκλογή του Τζίμι Κάρτερ και λίγο αργότερα όλες οι υποσχέσεις του και οι προσδοκίες που είχε δημιουργήσει διαψεύστηκαν, αλλά ήταν σαφέστατη η προτίμηση που έδειξε η Αθήνα στην έξοδο του Ντόναλντ Τραμπ από τον Λευκό Οίκο.

Το γεγονός της προσωπικής σχέσης του Ντόναλντ Τραμπ με τον Ταγίπ Ερ­ντογάν έριξε τη σκιά του σε αυτήν την επιλογή, καθώς σε όλα τα άλλα την τελευταία τετραετία οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν άριστες.

Εξάλλου, η υπογραφή της επέκτασης της αμυντικής συμφωνίας των δύο χωρών πριν από έναν χρόνο, η έγκριση της νομοθεσίας East Med Act από τα αμερικανικά νομοθετικά σώματα και η παρουσία, πριν από μερικές εβδομάδες, του απερχόμενου ΥΠΕΞ των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο στην Ελλάδα, σε Θεσσαλονίκη και Κρήτη, με την αναγγελία αναβάθμισης της Σούδας και τις επανειλημμένες δημόσιες δηλώσεις που αποδοκίμαζαν την τουρκική επιθετικότητα, αλλά και το επενδυτικό ενδιαφέρον της Ουάσινγκτον για τη Βόρεια Ελλάδα έδειχναν ότι οι σχέσεις με την κυβέρνηση Τραμπ ήταν σε εξαιρετικά υψηλό επίπεδο.

Αν και η κυβέρνηση δεν πήρε θέση δημοσίως, όλοι αντιλήφθηκαν την προτίμησή της στον Μπάιντεν και μέχρι την τελευταία στιγμή υπήρχε η αγωνία μήπως γυρίσει ανάποδα το αποτέλεσμα.

Σε αυτήν την επιλογή έπαιξε ρόλο ο… απρόβλεπτος Ντόναλντ Τραμπ και ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίστηκε τις διεθνείς υποθέσεις.

Όμως, παρ’ όλα αυτά, οι τελευταίες επιλογές για στήριξη του Ισραήλ, μέσω της εξομάλυνσης των σχέσεών του με κρίσιμες χώρες του Κόλπου, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν, διαμορφώνουν ένα πλαίσιο συνεργασιών από το οποίο επωφελείται η Ελλάδα και σε γεωστρατηγικό και σε επενδυτικό επίπεδο.

Παρά το γεγονός ότι αρκετοί συνεργάτες του κ. Μπάιντεν έχουν σαφή φιλοϊσραηλινή στάση, δεν είναι καθόλου σίγουρο εάν ο κ. Μπάιντεν θα επιμείνει σε αυτήν την πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ.
Πάντως, οι δημόσιες υποστηρικτικές δηλώσεις του κ. Μπάιντεν προς την Ελλάδα και την Κύπρο λίγο πριν από τις εκλογές, ασχέτως εάν στρέφονταν προς την πλευρά των ελληνοαμερικανών ψηφοφόρων, έχουν καταγραφεί, ανανεώνοντας ένα έντονο κλίμα καχυποψίας και δυσπιστίας που υπάρχει με το Προεδρικό Μέγαρο της Άγκυρας.

Βεβαίως, η ε­μπειρία δείχνει ότι πάντοτε οι Δημοκρατικοί βρίσκουν έναν τρόπο συνεννόησης με την Τουρκία, καθώς είναι εγκλωβισμένοι στην αντίληψη ότι η Τουρκία αποτελεί υπόδειγμα κοσμικού κράτους για τις άλλες μουσουλμανικές χώρες. Όμως όλα αυτά τα μοντέλα ανάλυσης έχουν ξεπερασθεί τουλάχιστον τα τελευταία τέσσερα χρόνια και έτσι το κατεστημένο του Δημοκρατικού Κόμματος θα πρέπει να αντιμετωπίσει τη νέα Τουρκία, όπως αυτή εκφράζεται με την επιθετική αναθεωρητική πολιτική σε όλα τα μέτωπα, από τον Καύκασο μέχρι τη Λιβύη, αλλά και με την επιβολή ενός όλο και πιο αυταρχικού καθεστώτος στο εσωτερικό…

Όμως, το χειρότερο σενάριο για την Ελλάδα είναι η παράταση της πολιτικής εκκρεμότητας και η αβεβαιότητα στην Ουάσινγκτον, μέχρις ότου διαλυθούν οι διαφωνίες, οι ενστάσεις και οι αντιπαραθέσεις και γίνει αποδεκτό το αποτέλεσμα των εκλογών. Σε αυτήν την περίοδο, τυπικά, η χώρα, αν και σε ακυβερνησία, προχωράει με την απερχόμενη διοίκηση και ο Πρόεδρος Τραμπ παραμένει ακόμη στη θέση του μέχρι να παραδώσει στον διάδοχό του, τον επόμενο Ιανουάριο. Και είναι προφανές ότι δεν θα σκιστεί να βοηθήσει στην εκτόνωση της έντασης και να συμβάλει στην τιθάσευση του Ταγίπ Ερντογάν, εάν χρειασθεί και εάν ζητηθεί από την Ελλάδα.

Το διάστημα αυτό μέχρι τον Ιανουάριο είναι εξαιρετικά δύσκολο, όχι απλώς γιατί είναι η μεταβατική περίοδος που η πρώην ηγεσία ετοιμάζεται να παραδώσει στην επόμενη, αλλά γιατί τα όσα ακολούθησαν το κλείσιμο της κάλπης έχουν δημιουργήσει ένα ευαίσθητο και εύφλεκτο σκηνικό, που αποδυναμώνει όλους τους πόλους εξουσίας στις ΗΠΑ και έτσι πλήττονται όλοι οι δίαυλοι επικοινωνίας που διατηρεί η Αθήνα, στους οποίους θα στραφεί εάν επιχειρηθεί νέα κλιμάκωση από την Τουρκία.

Ο κ. Ερντογάν γνωρίζει ότι θα έχει σχεδόν πλήρη ανοχή το επόμενο διάστημα για να επιδιώξει και να επιβάλει τετελεσμένα τα οποία δεν είχε κατορθώσει να προωθήσει η Τουρκία τις προηγούμενες δεκαετίες και δύσκολα θα αποφύγει τον πειρασμό να το επιχειρήσει.

Η Ελλάδα, δυστυχώς, έχει δώσει λάθος μηνύματα μέχρι στιγμής, με τις άσκοπες και επικίνδυνες δημόσιες συζητήσεις περί κόκκινων γραμμών, που κατέληξαν τελικά στο ότι η κόκκινη γραμμή είναι η περιοχή κυριαρχίας της Ελλάδας, δηλαδή τα 6 ν.μ. Με τρόπο αυτό η Ελλάδα εμφανίζεται σαν να αποδέχεται την επιδίωξη της Τουρκίας, όπως εκφράσθηκε και με το casus belli, για εγκλωβισμό της χώρας μας στη ζώνη των 6 ν.μ.

Εάν το μήνυμα είναι ότι η Ελλάδα δεν θα αντιδράσει παρά μόνο στα 6 ν.μ., τα οποία παρεμπιπτόντως δεν αμφισβητεί η Τουρκία, για ποιον λόγο ο κ. Ερντογάν να σταματήσει τις προκλήσεις και να μη φθάσει το επόμενο διάστημα για έρευνες ή ακόμη και για γεωτρήσεις στα 6,5 μίλια από τη Ρόδο, το Καστελλόριζο ή την Κρήτη;

Και η Ελλάδα, που μέχρι πριν από λίγους μήνες δήλωνε ότι «η Κύπρος δεν είχε Στόλο, αλλά η Ελλάδα έχει Στόλο και συνεπώς είναι υποχρεωμένη να τον χρησιμοποιήσει», πώς μπορεί πλέον να πείσει τον διεθνή παράγοντα και την Ουάσινγκτον ότι τα δικαιώματά της παραβιάζονται και ότι η δράση της Τουρκίας δημιουργεί κινδύνους για τη σταθερότητα στην περιοχή;

Οι αμερικανικές προεδρικές εκλογές προφανώς αλλάζουν το σκηνικό και δημιουργούν νέες προκλήσεις για την Αθήνα. Όμως η αντιμετώπιση του «θεριού» είναι πρωτίστως δική μας υπόθεση…

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: athina984.gr


Σχολιάστε εδώ