Έτσι και τρούπωσα, τρούπωσα… – Της Μ. Καρακλιούμη

Έτσι και τρούπωσα, τρούπωσα… – Της Μ. Καρακλιούμη


Της
ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΡΑΚΛΙΟΥΜΗ
Πολιτικής Αναλύτριας RASS


Πόσες φορές μάς έχει έρθει στο μυαλό η φράση του Κώστα Βουτσά; Οι ψυχογράφοι της ελληνικής κοινωνίας Πολύβιος Βασιλειάδης και Νίκος Τσιφόρος, μόλις το 1965, περιέγραψαν τον Νεοέλληνα με μία τους φράση.

Δυστυχώς, αποτύπωσαν σε λίγες λέξεις τη νοοτροπία μιας κοινωνίας, που κατά την ευλογημένη Μεταπολίτευση, υπό την έννοια της ήρεμης πολιτικά περιόδου, συντηρήθηκε και έγινε κανόνας.

Η αναζήτηση της ασφάλειας στην εργασία αλλά και του αδιατάραχτου από έ­γνοιες μέλλοντος είναι το αιτούμενο της κοινωνίας. Η μακάρια κα­θημερινότητα, χωρίς αντιξοότητες και ανησυχίες, εξασφαλίζει μια ήρεμη ζωή, αλλά δημιουργεί και τις συνθήκες για να μείνει η κοινωνία στάσιμη, να περιορίσει κάθε κίνηση που μπορεί να διαταράξει την ισορροπία και εντέλει να παραιτηθεί από κάθε ρίσκο και διεκδίκηση.

Αυτή η συμπεριφορά, η αναμενόμενη για τον μέσο πολίτη, δυστυχώς χαρα­κτηρίζει και την πολιτική τάξη της χώρας. Οι πολιτικοί μας άμα τρυπώσουν, θεωρούν τη συμμετοχή τους στα πολιτικά πράγματα ισόβια και ασχολούνται με το πώς θα την εξασφαλίσουν.

Κάπως έτσι, στη χώρα που γέννησε τη δημοκρατία οι θεσμοί απαξιώνονται και η ζωή προχωρά με το ενδιαφέ­ρον των πολιτών για την πολιτική να βαίνει μειούμενο. Οι πολιτικοί μας, αντί να πάρουν ρίσκο, να διατυπώσουν καινοτόμες απόψεις, να δημιουργήσουν συγκρούσεις και να ταράξουν τα λιμνάζοντα νερά της πολιτικής απραξίας με δράση και ξεκάθαρες θέσεις, αρκούνται σε ασκήσεις ισορροπίας.

«Να μην πάρουμε, πρόεδρε, αυτήν την απόφαση διότι έχει πολιτικό κόστος», «δεν γίνεται να δυσαρεστήσουμε τον κ. Τάκη, είναι ιστορικό στέλεχος και ο παππούς του πολέμησε στο βουνό», «μα πώς είναι δυνατόν να αρνηθούμε στην Ξένια να είναι υποψή­φια, η οικογένειά της έχει προσφέρει στο κόμμα», «δεν μπορώ να κατέβω στις ε­κλογές, πώς να κοντραριστώ με τον νυν βουλευτή, είναι ηλικιωμένος, αλλά αήττητος, μην τσαλακωθώ», «θέλω να ηγηθώ, αλλά δεν ξέρω αν τώρα, με αυτούς τους συσχετισμούς, μπορώ να κερδίσω την κούρσα», «αν δυσαρεστήσουμε μια ολό­κληρη ομάδα στο κόμμα, μπορεί να προκύψει διάσπαση και μετά…».

Με επιχειρήματα αυτού του είδους βαλτώσαμε ή καλύτερα «τελειώσαμε και μείναμε μονάχοι». Οι πολιτικοί μας πρέπει να καταλάβουν πως επανάσταση δεν γίνεται με ραντεβού, στην πολιτική δεν αναμένουμε την ιδανική στιγμή, διότι απλά δεν υπάρχει. Στην πολιτική οφείλεις να τολ­μάς, να κάνεις ρήξεις και αν οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές, να τις φτιάχνεις. Από την πολιτική δεν συνταξιοδοτείσαι, ένα πέρασμα κάνεις, όσο κρατάει ένας πολιτικός καφές, όταν θα βρεθεί ο ηγέτης που θα το νιώσει, ίσως και να αφήσει ανεξίτηλο στίγμα. Μέχρι τότε θα τρουπώνουν στο σύστημα και τις ζωές μας και θα δοκιμάζουν τα νεύρα μας.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ