Η τουρκική προπαγάνδα, τα ΜΜΕ και η γερμανική κάλυψη – Tου Β. Ταλαμάγκα

Η τουρκική προπαγάνδα, τα ΜΜΕ και η γερμανική κάλυψη – Tου Β. Ταλαμάγκα

Ο Ταγίπ Ερντογάν βρίσκεται στο προεδρικό γραφείο του και ατενίζει τους κήπους και τις λίμνες που βρίσκονται στο «Λευκό Σεράι», αναμένοντας τους στρατηγούς, για να τους ενημερώσει πώς θα κινηθούν απέναντι στην Ελλάδα.


Του
ΒΑΣΙΛΗ ΤΑΛΑΜΑΓΚΑ


Όταν καταφθάνουν οι στρατιωτικοί, κάθονται στο μεγάλο παραλληλόγραμμο τραπέζι και ο τούρκος Πρόεδρος με επιτακτικό ύφος τους ανακοινώνει πως πρέπει να προκαλέσουν ένα θερμό επεισόδιο με την Ελλάδα, είτε βυθίζοντας ένα πλοίο είτε καταρρίπτοντας ένα μαχητικό. Οι στρατηγοί που ο ίδιος είχε διορίσει μετά το πραξικόπημα αρχίζουν να του αντιμιλούν και το κλίμα γίνεται εκρηκτικό. Όποιος πιστεύει πως η παραπάνω σκηνή είναι αληθινή, είναι εκτός τόπου και χρόνου.

Το συγκεκριμένο περιστατικό εντάσσεται στην ευρύτερη προπαγάνδα από την πλευρά της Τουρκίας για να διαιωνίζεται η ένταση. Χρησιμοποιώντας την πανίσχυρη επικοινωνιακή μηχανή της στο εξωτερικό –με τη βοήθεια δύο παγκόσμιων εταιρειών επικοινωνίας– η είδηση έκανε τον γύρο του κόσμου, μέχρι να διαψευστεί από τη γειτονική χώρα με χαμηλούς τόνους.

Η τουρκική μονταζιέρα παίζει τα ρέστα της το τελευταίο διάστημα με fake news, ψεύτικα βί­ντεο και πειραγμένες φωτογραφίες. Όλα αυτά εντάσσονται στην προσπάθεια του Σουλτάνου να παρουσιάσει στους ψηφοφόρους του πως η Τουρκία είναι πανίσχυρη και είναι έτοιμη για όλα. Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν πως ο Ερντογάν θα συνεχίσει τη συγκεκριμένη τακτική όσο η λίρα καταρρέει και η οικονομία τρεκλίζει επικίνδυνα. Σημειώνεται πως η κατρακύλα του τουρκικού νομίσματος συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό και τις προηγούμενες ημέρες κατέγραψε νέο ιστορικό χαμηλό έναντι του δολαρίου, υποχωρώντας στις 7,45 λίρες ανά δολάριο και στις 8,7976 λίρες ανά ευρώ.

Η βουτιά της τουρκικής λίρας αντανακλά τις σοβαρές ανησυχίες των επενδυτών για το μέλλον της τουρκικής οικονομίας, στον απόηχο της υποβάθμισης του outlook από τη Fitch αλλά και της μεγάλης αύξησης του εμπορικού ελλείμματος τον Αύγουστο. Την ίδια στιγμή, ο τούρκος Πρόεδρος συνεχίζει την ανορθόδοξη οικονομική του πολιτική, διατηρεί τον έλεγχο στην κεντρική τράπεζα και δεν επιτρέπει την αύξηση των επιτοκίων για να συ­γκρατήσει τον πληθωρισμό.

Ταυτόχρονα αυξάνεται ο αριθμός των επιχειρήσεων που δυσκολεύονται να αποπληρώσουν τα δάνεια που έχουν πάρει σε δολάριο και ευρώ, ενώ οι τούρκοι πολίτες ζουν σε άτυπο καθεστώς capital controls. Προ ημερών μάλιστα, ο Ρετζέπ Μπαστούγκ, CEO της Garanti Bank, στην οποία ο ισπανικός κολοσσός BBVA έχει ποσοστό 49%, παραδέχθηκε ότι η τράπεζά του ανέβασε κατακόρυφα τον αριθμό δανείων που έδωσε μέσα στο πρώτο φετινό εξάμηνο, αυξάνοντας κατά 28% τις επιχειρηματικές χορηγήσεις. Η ίδια τράπεζα, πάντως, χρεώνει τους καταθέτες που θέλουν να κάνουν αναλήψεις σε ξένο νόμισμα.

Η γερμανική κάλυψη

Οι κινήσεις του Ερντογάν τους τελευταίους μήνες καταδεικνύουν πως εκτός από τις επιθετικές κινήσεις, ο τούρκος Πρόεδρος έχει περάσει σε άλλο διπλωματικό επίπεδο με τις πλάτες της Γερμανίας.

Η «Handelsblatt» και συγκεκριμένα ο γερμανός αρθρογράφος Γκερντ Χέλερ σχολίαζε πως η Ελλάδα δεν θα πρέπει να ε­μπλακεί σε πόλεμο με την Τουρκία διότι αυτό θα είναι απειλή για την οικονομική σταθερότητα της χώρας μας. «Ένας πόλεμος με την Τουρκία δεν εξυπηρετεί την Ελλάδα. Η Ελλάδα πρέπει να είναι σε θέση να αμυνθεί, αλλά πόσες εξοπλιστικές δαπάνες μπορεί να αντέξει η Αθήνα;», διερωτάται ο Γκερντ Χέλερ. Ο Χέλερ επισημαίνει ότι η Τουρκία είναι, παραδοσιακά, ένας από τους σημαντικότερους προμηθευτές της γερμανικής βιομηχανίας όπλων.

Για τους Έλληνες, η Γερμανία είναι ο δεύτερος πιο σημαντικός προμηθευτής όπλων μετά τις ΗΠΑ, ακολουθούμενος από τη Γαλλία. «Ο αγώνας όπλων μπορεί να είναι επικερδής για τους κατασκευαστές, αλλά καταστροφικός για την Ελλάδα. Είναι ένας αγώνας που οι Έλληνες δεν μπορούν ποτέ να κερδίσουν», ανέφερε ο γερμανός αρθρογράφος.

Είναι απορίας άξιο πώς ένα οποιοδήποτε δημοσίευμα ενός νέου, σχετικά, γερμανού αναλυτή σε κάποια γερμανική εφημερίδα γίνεται πρώτη είδηση παντού. Ο εύλογος προβληματισμός είναι γιατί δεν γίνεται η ίδια επικοινωνιακή εκμετάλλευση με το δημοσίευμα μιας βρετανικής, μιας γαλλικής, μιας ισπανικής ή οποιασδήποτε άλλης ευρωπαϊκής εφημερίδας, αντίστοιχης ή μεγαλύτερης κυκλοφορίας.

Και ενώ τα κατευθυνόμενα fake news πάνε και έρχονται, η Τουρκία εξέδωσε άλλη μια κρίσιμη NOTAM για άσκηση με πραγματικά πυρά μεταξύ Ρόδου – Καστελλόριζου, με ύψος μέχρι τα 51.000 πόδια.

Σχεδόν αμέσως, όπως πάντα μετά από κάθε τουρκική προκλητική κίνηση, τα γερμανικά ΜΜΕ μπαίνουν στον χορό της απόδοσης ευθυνών στην Ελλάδα για την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία αυτών έχουν φιλοτουρκικά άρθρα στα οποία κατηγορούν την ελληνική πλευρά για άρνηση του διαλόγου, ενώ την ίδια στιγμή πλέκουν το εγκώ­μιο της Τουρκίας.
Τελευταίο χαρακτηριστικό παράδειγμα η «Suddeutsche Zeitung» σε άρθρο της με τίτλο «Η Ελλάδα αρνείται τον διάλογο με την Τουρκία», στο οποίο αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Σύμφωνα με το ΝΑΤΟ, η Άγκυρα και η Αθήνα θέλουν να μιλήσουν μεταξύ τους για να αποφύγουν στρατιωτικά συμβάντα στην Ανατολική Μεσόγειο – η Αθήνα όμως αντιφάσκει αμέσως. Η καγκελάριος Μέρκελ προσπαθεί επίσης να αποτρέψει περαιτέρω κλιμάκωση της διαμάχης για το φυσικό αέριο».

Από τον χορό δεν λείπει ξανά ούτε η «Die Welt», η οποία αναφέρει χαρακτηριστικά: «Οι κατηγορίες που εξαπέλυσε εναντίον της Τουρκίας ο κυβερνητικός εκπρόσωπος της Ελλάδας βασιζόμενος σε άλλο δημοσίευμα δείχνει πως η Ελλάδα βρίσκεται μακριά από την πραγματικότητα της Ανατολικής Μεσογείου και είναι αποτέλεσμα της προβοκατόρικης πολιτικής της, που δεν αρμόζει στη διεθνή πρακτική και στο δίκαιο. Αντί οι ελληνικές Αρχές να ασχολούνται με αυτά τα ψεύδη, ας σταματήσουν τα βήματα τα οποία αυξάνουν την ένταση στην περιοχή».
Στη διεθνή σκηνή και στη διπλωματία η επικοινωνία παίζει πια τεράστιο ρόλο.

Η Ελλάδα θα πρέπει να ενημερώσει τους πάντες ότι στο Αιγαίο δεν υπάρχουν «γκρίζες ζώνες» (δηλαδή βράχοι απροσδιόριστης κυριαρχίας), πολύ περισσότερο νησίδες κατοικημένες που δήθεν δεν ανήκουν στην Ελλάδα. Τόσο η Συνθήκη της Λωζάννης το 1923 όσο και η Συνθήκη των Παρισίων το 1947 ορίζουν σαφέστατα ότι μαζί με τα μεγάλα και κατονομαζόμενα νησιά παραχωρούνται στην Ελλάδα και όλες οι γειτονικές ή παρακείμενες νησίδες και βράχοι. Άλλωστε και όσοι βράχοι δεν θεωρούνται γειτονικοί εντάσσο­νται στο άρθρο 16 της Συνθήκης της Λωζάννης που προβλέπει ότι η Τουρκία αποποιείται κάθε εδαφικού δικαιώματος πέραν των τριών ναυτικών μιλίων από τις ακτές της.

Οι τουρκικές διεκδικήσεις είναι «απολύτως φανταστικές».

Η Ελλάδα με διάφορους τρόπους ασκεί «διακατοχικές πράξεις» επί των περισσοτέρων βραχονησίδων – νησίδων που, είτε κατοικημένες είτε ακατοίκητες, δεν αμφισβητήθηκαν ποτέ μέχρι το 1996 (Ίμια), από την περίοδο απελευθέρωσης του συνόλου του νησιωτικού συμπλέγματος του Αιγαίου από το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό το 1912 και μετά, ως και το 1947. Έτσι κατοχυρώθηκε η μακρά άσκηση κυριαρχίας στο ιστορικό αρχιπέλαγος υπέρ της Ελλάδος. Άλλωστε η λογική της Συνθήκης της Λωζάννης ήταν προφανής: Η Τουρκία διατηρεί τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη και η Ελλάδα τα νησιά του Αιγαίου, με εξαίρεση τις Ίμβρο, Τένεδο και Λαγούσες, για την προστασία των Δαρδανελίων.

Θέματα τουρκικών διεκδικήσεων, όπως τα εξής:

1. Η «απαγόρευση» επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης μας στα 12 ν.μ.
2. Η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου,
3. Ο διαμοιρασμός της Περιοχής Πληροφοριών Πτήσεων (FIR) πάνω από το Αιγαίο.
4. Η κατάργηση των 10 ν.μ. του εθνικού μας εναερίου χώρου
5. Ο διαμοιρασμός της περιοχής Έρευνας και Διάσωσης (SAR) στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
6. Οι λεγόμενες «γκρίζες ζώνες» νησιωτικής κυριαρχίας στο Αιγαίο (δηλαδή κατοικημένα και ακατοίκητα ελληνικά νησιά) αποτελούν ξεκάθαρη παρανοϊκή σκέψη ενός μάλλον διαταραγμένου –σύμφωνα με τις πράξεις του– ηγέτη, με εντελώς σαθρή νομική βάση.

Την ώρα που ο ισχυρός γερμανικός παράγοντας ωθεί έμμεσα σε ανθελληνικές λύσεις, νίπτοντας τας χείρας του, η Ελλάδα πρέπει με κάθε τρόπο να χρησιμοποιήσει τον γαλλικό και μετά τον Νοέμβριο τον αμερικανικό παράγοντα, ως αντίβαρα στις ανιστόρητες προκλήσεις.

Μέχρι τότε, η επένδυση στην επικοινωνία των ελληνικών θέσεων σε παγκόσμιο επίπεδο ίσως αποτελεί μονόδρομο.

Οι πολιτικοί δεν πρέπει να ξεχνούν ότι η επικοινωνία και τα ΜΜΕ διαμορφώνουν κλίμα.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ