Π. Αδαμίδης: Ο ρόλος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Π. Αδαμίδης: Ο ρόλος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης


Του
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ ΑΔΑΜΙΔΗ
Δικηγόρου, LL.M (Harvard’ 95), ΔΝ, αν. Καθηγητή
Κοινοτικού Δικαίου, Προμηθειών και Διεθνών Σχέσεων
στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων


Ο απόηχος της απόφασης του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου δεν έχει ακόμα κοπάσει και οι συνέπειες γίνονται ολοένα και περισσότερο ορατές. Τις καταμαρτυρά η αντίδραση και αυτών ακόμα των κεφαλών του γερμανικού κράτους, που σπεύδουν να αναζητήσουν πολιτικές λύσεις, με πρώτη την καγκελάριο Μέρκελ, που συνεπικουρείται ουσιαστικά από τον Πρόεδρο της Γερμανικής Βουλής Σόιμπλε, αλλά και τον υπουργό Εξωτερικών Μάας.

Κάτι που σε πρώτο χρόνο μοιάζει δύσκολο, τόσο γιατί το Γερμανικό Σύνταγμα κατοχυρώνει τον κυρίαρχο ρόλο του Συνταγματικού Δικαστηρίου, όσο και γιατί οι ίδιοι οι δικαστές του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου επανέρχονται με δηλώσεις τους πλέον στον Τύπο για να υπερασπιστούν την απόφασή τους και να επιβεβαιώσουν ότι συνειδητά αμφισβητούν τη δομή και τη λειτουργία του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Η όλη στάση και συμπεριφορά τους αλλά και η ανησυχία που εύλογα διατρέχει όλη την Ευρώπη είναι μια πρόσθετη απόδειξη του σπουδαίου ρόλου που το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιτέλεσε και επιτελεί σε αυτό που ονομάστηκε «ευρωπαϊκό θαύμα». Στη νίκη του ανθρώπου και της λογικής απέναντι στον ζόφο και τη δυστυχία του πολέμου.

Ιδρύθηκε το 1952 και λειτουργεί με την παρούσα μορφή του από την 1η Δεκεμβρίου του 2009. Ο ρόλος του είναι να διασφαλίσει την ομοιόμορφη ερμηνεία και εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου, πρωτογενούς και παράγωγου, σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και να εμπεδώσει μέσα από τις διαδικασίες προσφυγής σε αυτό ότι τα κράτη-μέλη συμμορφώνονται με τις αποφάσεις που τα κοινοτικά όργανα, στο μέτρο που έχουν εξουσιοδοτηθεί, παίρνουν. Είναι δηλαδή ο ουσιαστικός θεματοφύλακας του ευρωπαϊκού ιδεώδους. Η απόδειξη ότι υπάρχουν κανόνες που πρέπει να τηρούνται και η επιβεβαίωση ότι η Ενωμένη Ευρώπη δεν είναι μια θεωρητική εξαγγελία, αλλά ένας μηχανισμός που παράγει και ελέγχεται και λογοδοτεί προς όφελος των πολιτών της.

Για να συνειδητοποιήσουμε ευρύτερα τον ρόλο και την προοπτική του, ας ανατρέξουμε στον ρόλο και τη συνεισφορά του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ. Μέσα από τις αποφάσεις του σφυρηλάτησε και εμπέδωσε την εμπιστοσύνη στο Αμερικανικό Σύνταγμα και τις τροποποιήσεις του, που είναι με τη σειρά τους ο συνδετικός αρμός ενός έθνους που μοιράζεται κοινές αρχές και αξίες. Για αυτό και είναι τόσο σημαντική η επιλογή των δικαστών που θα θητεύσουν σε αυτό. Ενσαρκώνουν τα αριστεία της γνώσης και της ακριβοδίκαιης κρίσης, τα θεμελιώδη εχέγγυα και προαπαιτούμενα για να αποδεχθεί κάθε πολίτης την κοινωνική συνύπαρξη και την ισχύ των νόμων. Μετουσιώνει τη φιλοσοφία του δικαίου σε πράξη, εμπνέει και διαφυλάσσει τον σεβασμό στην οργανωμένη Πολιτεία και ειδικότερα στην Ευρώπη και τους θεσμούς της. Δίνει απάντηση στη δόλια προπαγάνδα για μια ευρωπαϊκή εξουσία χωρίς πρόσωπο και εγγυάται στον ανώτατο βαθμό ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δομηθεί και θα λειτουργήσει με βάση κανόνες, με βάση το κράτος δικαίου.

Η απόφαση του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου ανατρέπει όλη τη φιλοσοφία των ασφαλιστικών δικλίδων που το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκπροσωπεί και εγγυάται. Με την υπονόμευση του προγράμματος της ποσοτικής χαλάρωσης κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα υλοποιήσει το πρόγραμμα αξίας 750 δισ. ευρώ για την αγορά ομολόγων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στις χειμαζόμενες από την πανδημία οικονομίες, των νότιων ιδίως κρατών-μελών.

Την ίδια στιγμή που, όπως φαίνεται, η δύναμη πυρός των εθνικών μέτρων, που ανέρχεται στο ποσό του 1,95 τρισ. ευρώ, αφορά κατά 52% τη Γερμανία, η οικονομία της οποίας αντιπροσωπεύει το 28% της ευρωπαϊκής. Και με τις άλλες χώρες, ειδικά του Νότου, τι θα γίνει, ειδικά μάλιστα εάν υπονομευθεί το πρόγραμμα των 750 δισ., αφού δεν θα το στηρίζει η Γερμανική Κεντρική Τράπεζα; Όταν μάλιστα το χρέος προ της πανδημίας σε ποσοστό ΑΕΠ για την Ισπανία ήταν 99%, για την Ιταλία 135% και για την Ελλάδα 177%; Και όταν ο τουρισμός, που πλήττεται πρώτιστα από την πανδημία, αντιπροσωπεύει για την Ελλάδα το 20% του ΑΕΠ, για την Ισπανία το 15% και για την Ιταλία το 13%; Κι όταν για την Ελλάδα το ποσοστό των σχετιζόμενων με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που κατεξοχήν πλήττονται, ανέρχεται στο 88% του εργατικού δυναμικού της, ενώ για την Ιταλία και την Ισπανία ανέρχεται ομοίως σε ποσοστά της τάξεως του 70% – 80%; Και όταν μάλιστα έχει προηγηθεί η δεκαετής εφαρμογή των μέτρων λιτότητας, στη διάρκεια των οποίων τα κράτη του Βορρά χορήγησαν μεν δάνεια, αλλά ωφελήθηκαν από τους τόκους των δανείων και από τους φτηνούς όρους του δικού τους δανεισμού από τις χρηματαγορές, καθώς αντιπροσώπευαν τις σταθερές οικονομίες;

Είναι πολλά και σωρευτικά τα ερωτήματα. Και ακόμα περισσότερες οι προκλήσεις και τα προβλήματα. Η Ενωμένη Ευρώπη, το μόνο ασφαλές καταφύγιο για το σύνολο των κρατών της, πρέπει συντονισμένα και με καθαρότητα σκέψης να τα αντιμετωπίσει. Και να εξαλείψει κάθε εστία υπονόμευσης και καλλιέργειας κλίματος καχυποψίας και αμοιβαίας δυσπιστίας. Η επίκληση των εθνικών δικαστηρίων και κοινοβουλίων είναι σημαντική, αρκεί οι ρόλοι και οι στοχεύσεις να είναι διακριτοί. Αποτελούν εσωτερικό θέμα του κάθε κράτους-μέλους, που οφείλει να διαχειριστεί και να τιμήσει τις δεσμεύσεις του έναντι της μεγάλης ευρωπαϊκής οικογένειας και των θεσμών της. Κορωνίδα τους αποτελεί το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


Σχολιάστε εδώ