Η αβέβαιη ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας

Η αβέβαιη ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


-Αιτία η συνέπεια της αντιδυτικής συμπεριφοράς της;

Οι πολιτικές επιλογές των τουρκικών κυβερνήσεων των τελευταίων ετών και ειδικότερα του καθεστώτος Ερντογάν έχουν προβληματίσει και εξακολουθούν να προβληματίζουν σοβαρά τις δυτικές χώρες και ιδιαίτερα εκείνες της ΕΕ.

Πολλά τα ερωτήματα που εγείρο­νται για το μέλλον των σχέσεων της σημαντικής αυτής χώρας με τη Δύση και ποικίλες οι απαντήσεις που δίδονται από ειδικούς και μη. Τελευταίως την προσοχή τράβηξε μια ανάλυση ξένων αλλά και Ελλήνων που υποστηρίζουν την θέση ότι για τη στάση της Άγκυρας ευθύνεται… η Ευρώπη, επειδή οι χώρες-μέλη ανέκοψαν την πορεία της προς την ένταξη στην ΕΕ!

Από βρετανούς αναλυτές ή αρθρογράφους μια τέτοια ερμηνεία πιθανότατα δεν θα ξένιζε. Στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν πάντα ένθερμοι υποστηρικτές της ένταξης της Τουρκίας, όπως και της συνεχούς διεύρυνσης. Δεν τους πολύ ενδιέφερε η ευρωπαϊκή ταυτότητα των υποψηφίων χωρών και λαών. Αρκούσε το γεωγραφικό μεγάλωμα και η γιγά­ντωση, εν είδει μεγάλου σούπερ μάρκετ, όπως εύστοχα χαρακτήρισε τη σημερινή ΕΕ ο σημαντικός ελληνογάλλος σκηνοθέτης Κώστας Γαβράς.

Τελικά το Ηνωμένο Βασίλειο επέλεξε το Brexit, που αναμφίβολα αποτελεί μια πολύ αρνητική εξέλιξη για την Ευρώπη, και τελευταίως ασχολούνται με τις προσωπικές επιλογές για τον ιδιωτικό βίο των πριγκίπων και τις αντιδράσεις της βασιλικής οικογένειας και της γηραιάς Βασίλισσας Ελισάβετ, η οποία, στο βαθύ γήρας που διανύει, συμβολίζει και τον θεσμό της βασιλείας και όχι μόνο για τη Μεγάλη Βρετανία.

Για τους προβληματιζόμενους πολίτες σχετικά με την προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ και την πολιτική που ακολουθεί, θα επισημαίναμε τα παρακάτω χρήσιμα στοιχεία: Η Τουρκία απέκτησε καθεστώς υποψηφίας προς ένταξη χώρας τον Δεκέμβρη του 1999 (12/12/1999), στη Σύνοδο Κορυφής του Ελσίνκι. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις άρχισαν με αρκετή καθυστέρηση, στις 3 Οκτωβρίου του 2005, με τη γνωστή διαδικασία των θεματικών κεφαλαίων, οι οποίες δεν σημείωσαν και ιδιαίτερη επιτυχία.

Η αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος κατά της κυβέρνησης Ερ­ντογάν και τα κατασταλτικά μέτρα κατά των υποτιθέμενων πραξικοπηματιών ή συνενόχων τους, με χιλιάδες συλλήψεις, φυλακίσεις και απολύσεις σε όλους σχεδόν τους κλάδους της διοίκησης του κράτους, προκάλεσαν το πάγωμα (2016) των προενταξιακών διαπραγματεύσεων με συνεχείς αποφάσεις των αρμοδίων ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων με το βάσιμο αιτιολογικό ότι η Τουρκία παραβιάζει τα κριτήρια της Κοπεγχάγης.

Το δε Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της ΕΕ το 2018 αποφάνθηκε ότι η Τουρκία με τη συμπεριφορά της απομακρύνεται όλο και περισσότερο από την προοπτική έ­νταξης στην ΕΕ. Και οι πλέον φιλότουρκοι κύκλοι της ΕΕ είχαν πεισθεί ότι οι διαδοχικές τουρκικές κυβερνήσεις πολύ λίγη σημασία έδιναν στον σεβασμό των ευρωπαϊκών αξιών και αρχών της δημοκρατίας, όπως και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι τούρκοι αξιωματούχοι άφηναν σαφώς να εννοηθεί ότι η Ευρώπη πρέπει να τους δεχθεί όπως είναι και όχι όπως ορίζουν οι αρχές και οι αξίες της Ενωμένης Ευρώπης. Δηλαδή, μία δημοκρατία και αξίες α λα τούρκα!

Αληθεύει ότι μετά τους πρώτους ενθουσιασμούς και εθνικούς υπολογισμούς (πολιτικούς και οικονομικούς) για την απόφαση να δοθεί στην Τουρκία καθεστώς υποψηφίας προς ένταξη χώρας δεν ήταν λίγοι εκείνοι που άρχισαν να προβληματίζονται και να θέτουν το ερώτημα που αφορούσε το αν μια πλήρης ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ θα απέβαινε προς όφελος ή όχι της ευρωπαϊκής συνοχής. Ο προβληματισμός αφορούσε τις πιθανές συνέπειες για τις ισορροπίες εντός της ΕΕ από την ένταξη μιας χώρας με πληθυσμό 70 και πλέον εκατομμυρίων κατοίκων και με πολιτιστική παράδοση και θρησκευτικά γνωρίσματα τελείως διάφορα από τα ευρωπαϊκά.

Παρά τους προβληματισμούς, που δεν ήταν αβάσιμοι, η στάση των περισσοτέρων χωρών-μελών παρέμεινε υπέρ της πλήρους ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ. Και αυτή ήταν και εξακολουθεί να είναι και η θέση όλων των ελληνικών κυβερνήσεων από το 1999, όταν αποφασίσθηκε να αποδοθεί στην Τουρκία το καθεστώς της υποψηφίας προς ένταξη χώρας. Με λίγα λόγια, δεν είναι η ΕΕ που απομακρύνει την Τουρκία από την ευρωπαϊκή της προοπτική, αλλά συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Είναι η Τουρκία και το καθεστώς Ερντογάν που με τη συμπεριφορά του δείχνει να μην το επιθυμεί πλέον.

Ήδη από την περίοδο που υπουργός των Εξωτερικών της Τουρκίας ήταν ο ακαδημαϊκός Νταβούτογλου είχε ωριμάσει η αντίληψη ότι η Δύση είχε περισσότερο ανάγκη την Τουρκία, παρά η Τουρκία τη Δύση. Η αντίληψη αυτή εξακολουθεί να επικρατεί και να επηρεάζει σοβαρά τη συμπεριφορά του καθεστώτος Ερντογάν έναντι της Δύσης, καθώς ο τούρκος Πρόεδρος ποντάρει επιπλέον και στην επιδίωξη άσκησης ηγετικού ρόλου στον ισλαμικό σουνιτικό κόσμο.

Τη μεγαλομανία του Ερντογάν για μείζονα ρόλο της Τουρκίας στον χώρο της Μέσης Ανατολής, της Ανατολικής Μεσογείου ακόμα και της Βόρειας Αφρικής και υπολογίσιμης περιφερειακής δύναμης ενίσχυσε και ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ – Ρωσίας, που επέτρεψαν στην Άγκυρα να ενισχύσει τις ψευδαισθήσεις της. Ιστορικά φέρουν μεγάλη ευθύνη, καθώς με την ανοχή ή και τις παροτρύνσεις τους επέτρεψαν στο καθεστώς Ερντογάν να λειτουργεί αποσταθεροποιητικά σε μια από τις πλέον ευαίσθητες περιοχές του σημερινού κόσμου.

Γενικά, η αντιδυτική συμπεριφορά της Τουρκίας, οι προκλήσεις κατά της Ελλάδας και οι επιδιώξεις να καταστεί περιφερειακή δύναμη δεν οφείλονται στην απόρριψή της από την ΕΕ, αλλά από συνειδητές επιλογές των ηγετών της και υπερεκτιμήσεις για τη σημαντικότητα της χώρας τους και πιθανότατα και εθνικές ανασφάλειες (βλέπε Κουρδικό).

ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: cretapost.gr


Σχολιάστε εδώ