Χρ. Μπότζιος: Γκρίζος καπνός στις Βρυξέλλες

Χρ. Μπότζιος: Γκρίζος καπνός στις Βρυξέλλες


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Έναν μήνα περίπου μετά τη διενέργεια των ευρωεκλογών (26 Μαΐου 2019) βγήκε τελικά καπνός από το επιβλητικό και ογκώδες κτίριο που στεγάζει τις υπηρεσίες της ΕΕ, εκτός του Ευρωκοινοβουλίου, που συνέρχεται στο Στρασβούργο. Πρόκειται για την ανάδειξη των νέων κοινοτικών αξιωματούχων, που θα τεθούν επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του Ευρωκοινοβουλίου, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ύπατης Εκπροσώπησης για Εξωτερικά Θέματα (υπουργείο Εξωτερικών).

Χρησιμοποιώ στον τίτλο του άρθρου τη λέξη «γκρίζος» καπνός αντί του «λευκού», όπως λέγεται και συμβαίνει μετά την εκλογή νέου Πάπα στη Ρώμη, γιατί τα πρόσωπα που εξε­λέγησαν είναι, σχεδόν όλα, διαφορετικά από εκείνα που συζητιούνταν τις μέρες που πέρασαν, με εξαίρεση την Κριστίν Λαγκάρντ, πρόεδρο, ως γνωστόν, του ΔΝΤ. Επιπλέον, θεωρούνται σχετικά άπειρα και ελάχιστα γνωστά στο ευρύ ευρωπαϊκό κοινό, ενώ η εκλογή τους ήταν προϊόν μακρών συζητήσεων και συμβιβασμών, με πρωταγωνιστές τις μεγάλες και ισχυρές χώρες-μέλη της Ένωσης.

Αν και τα ονόματα των νέων υψηλών αξιωματούχων είναι ήδη γνωστά και μεταδόθηκαν άμεσα από τα ΜΜΕ, αξίζει να τα επαναλάβουμε. Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επελέγη ο Ιταλός Νταβίντ-Μαρία Σασόλι, που προέρχεται από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και διαδέχεται τον συμπατριώτη του Ταγιάνι. Τον συμπαθή πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ διαδέχεται η γερμανίδα Χριστιανοδημοκράτης και υπουργός Άμυνας της Γερμανίας κ. Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κ. Ντράγκι η κ. Κριστίν Λαγκάρντ, που νομίζω δεν χρειάζεται συστάσεις, και την ιταλίδα Ύπατη Εκπρόσωπο για Εξωτερικά Θέματα ο Ισπανός Γιόσεπ Μπόρελ. Τέλος, τη θέση του σημερινού προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Πολωνού Ντόναλντ Τουσκ καταλαμβάνει ο βέλγος πρωθυπουργός Σαρλ Μισέλ.

Ισχυροί προεκλογικοί υποψήφιοι, όπως ο Γερμανός Μάνφρεντ Βέμπερ, του Βαυαρικού Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος, που είχε την υποστήριξη της Μέρκελ και της πτέρυγας του Λαϊκού Κόμματος του Ευρωκοινοβουλίου, ο Ολλανδός Τίμερμανς και ο γάλλος Επίτροπος Μπαρνιέ, όλοι από τις πλέον ισχυρές προσωπικότητες, έπεσαν θύματα είτε αντιδράσεων χωρών-μελών είτε των ανταγωνισμών μεταξύ των ισχυρών χωρών της Ένωσης.

Οι περισσότερες αντιρρήσεις αφορούσαν το πρόσωπο του κ. Βέμπερ, μεταξύ των οποίων καταγράφηκε και εκείνη του έλληνα πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει τον γερμανό υποψήφιο μη ενωτικό.

Στον ίδιο βαθμό αρνητικές στην υποψηφιότητά του, όπως και εκείνης του Ολλανδού Τίμερμανς, ήταν οι χώρες της ομάδας Visegrad, λόγω των απαξιωτικών εκφράσεων αμφοτέρων εναντίον των ηγεσιών των χωρών της ομάδας. Αν και τη μεγαλύτερη έκπληξη αποτέλεσε η επιλογή της Γερμανίδας Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρώτης γυναίκας υπουργού Άμυνας στη Γερμανία και ίσως σε όλη την Ευρώπη ή και σε παγκόσμιο επίπεδο, τα περισσότερα ερωτηματικά προκαλεί η επιλογή της κ. Λαγκάρντ.

Θα μπορέσει η κ. Λαγκάρντ να απαλλαγεί από τη φιλοσοφία και τα βιώματα της προηγούμενης εμπειρίας της, δεδομένου ότι για πολλές χώρες τα αρχικά «ΔΝΤ» προκαλούν δέος κυρίως σε όσες χώρες είχαν την ατυχία να γευθούν και να υποστούν τις συνέπειες των οικονομικών υποδείξεών του; Οι επιλογές των ευρωπαίων αξιωματούχων, σωστές ή λάθος, θα κριθούν, ασφαλώς, από τη συμπεριφορά και το έργο τους. «Αρχή άνδρα δείκνυσι» –εμείς προσθέτουμε και τη γυνή– λέγανε οι αρχαίοι μας πρόγονοι.

Πέρα όμως από τα πρόσωπα, πρέπει να εξετασθεί και μια άλλη σημαντική πλευρά της διαδικασίας και της πραγματικότητας που ισχύει στην επιλογή τους. Είναι ο ρόλος των μεγάλων και ισχυρών χωρών της Ένωσης και ο ρόλος σχεδόν κομπάρσου των μικρών και μικρότερων χωρών-μελών.

Τα πάντα στην ΕΕ, πρόοδος ή στασιμότητα ή και οπισθοδρόμηση στην πράξη, αποφασίζονται από τρία – τέσσερα κράτη-μέλη, το λεγόμενο «Διευθυντήριο», όπως πρώτος, νομίζω, το είχε αποκαλέσει ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου. Πρόκειται για τη Γαλλία, τη Γερμανία και σε μικρότερο βαθμό την Ιταλία. Το Ηνωμένο Βασίλειο προτιμούσε να παρεμβαίνει παρασκηνιακά, σύμφωνα με τη μακραίωνη διπλωματική του τακτική, σε ό,τι αφορούσε τις εξελίξεις στη γηραιά ήπειρο.

Εύλογο το ερώτημα, που συγχρόνως δίνει και απάντηση –αν αυτό δεν είναι και φυσικό–, αφού όπως λέει και Θουκυδίδης στο αθάνατο έργο του «Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος», στον διάλογο μεταξύ Αθηναίων και Μηλίων, είναι φυσικό «οι μικροί να υποκύπτουν στους μεγάλους». Ορισμένοι, για να δικαιολογήσουν την παντοδυναμία τους, προσθέτουν ότι αυτοί διαθέτουν τη μεγαλύτερη εμπειρία, γνώση και δύναμη και είναι επόμενο να αποτελούν την ατμομηχανή της εξέλιξης της ΕΕ.

Από αυτήν τη σκοπιά εξηγείται γιατί, κατά κανόνα, οι περισσότεροι εκ των ευρωπαίων αξιωματούχων προέρχονται από τις χώρες αυτές ή από φίλα προσκείμενες. Θα αμφισβητούσα αυτήν τη λογική, κυρίως ότι οι μικρότερες χώρες δεν διαθέτουν ικανά και γνωστικά στελέχη για την ανάθεση σε αυτά υψηλά κοινοτικά αξιώματα. Όσοι από τον διπλωματικό κλάδο είχαμε την τύχη να υπηρετήσουμε σε διεθνείς οργανισμούς ή, όπως λέγεται, την πολυμερή διπλωματία, προσπαθούσαμε να προωθήσουμε σε σημαντικές θέσεις συμπολίτες μας και συναδέλφους που διέθεταν τα κατάλληλα προσόντα.

Από τα συμφραζόμενα ή και ευθέως εισπράτταμε τη συνήθη απάντηση. Θέλουμε διεθνείς υπεύθυνες θέσεις να μην καταλαμβάνονται από πολίτες χωρών που αντιμετωπίζουν προβλήματα με όμορες χώρες ή μπορεί να αποκλίνουν από τα κοινώς παραδεδεγμένα. Η Ελλάδα δεν έχει αναδείξει υψηλούς αξιωματούχους σε ύπατα αξιώματα, είτε στα πλαίσια της ΕΕ είτε άλλων διεθνών οργανισμών.

Εξαίρεση αποτελεί ο ΙΜΟ (Διεθνής Οργανισμός Ναυτιλίας), λόγω του μεγέθους της ελληνικής ναυτιλίας. Ευκταίον, η παράδοση που επικρατεί στην ΕΕ σε ό,τι αφορά την εκλογή των ανώτατων στελεχών, είτε ως πρακτική είτε ως αντίληψη, να αλλάξει. Και οι μικρές και οι ακόμα μικρότερες διαθέτουν αξιόλογα στελέχη, μεταξύ αυτών, ασφαλώς, και η χώρα μας.


Σχολιάστε εδώ