Να μην ανοίξουν «Κερκόπορτες»  στους εχθρούς της χώρας

Να μην ανοίξουν «Κερκόπορτες» στους εχθρούς της χώρας

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


-και τα εθνικά συμφέροντα να μη θυσιαστούν στα μικροκομματικά, λόγω εκλογών

Από αύριο ξεκινάει μια έστω σύντομη προεκλογική περίοδος, η οποία όμως λόγω της έντασης της αντιπαράθεσης ενισχύει τον διχασμό, αποδυναμώνει την ισχύ της χώρας και την εκθέτει σε σοβαρούς κινδύνους και απειλές, πολύ περισσότερο μάλιστα όταν η κυβέρνηση θα τρέχει για ψήφους, ενώ την ίδια στιγμή οι Ένοπλες Δυνάμεις και οι Δυνάμεις Ασφαλείας έχουν διαβρωθεί από την κομματοκρατία.

Εφόσον μάλιστα επαναληφθεί και στις εθνικές εκλογές το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και συνεπώς έχουμε αλλαγή κυβέρνησης μέσα στο καλοκαίρι, όπου για πρώτη φορά μετά το 2009 θα υπάρχει, όπως φαίνεται, κυβέρνηση βασισμένη είτε αποκλειστικά είτε έχοντας ως βασικό πυρήνα τη ΝΔ (η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου – Κουβέλη ήταν άλλου τύπου κυβέρνηση), θα δημιουργηθεί ένα κενό εξουσίας ουσιαστικά τόσο στην προεκλογική περίοδο αλλά και αμέσως μετά, μέχρις ότου η νέα κυβέρνηση αναλάβει τον πλήρη έλεγχο της κατάστασης.

Στο διάστημα αυτό αναμένεται όμως να κορυφωθεί η προκλητική δραστηριότητα της Τουρκίας σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, με στόχο να αμφισβητήσει τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο και στο Καστελλόριζο και συγχρόνως να εξαναγκάσει και να επιβάλει στην Κύπρο τη διακοπή ή αναστολή του ενεργειακού προγράμματός της και των προγραμματισμένων ερευνών και γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ.

Τέτοιου είδους κινήσεις θα αποτελέσουν μείζονες προκλήσεις για την Ελλάδα και την Κύπρο και ίσως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλία ώστε σε μείζονα ζητήματα, όπως η αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής, να εξασφαλισθεί στοιχειώδης συνεννόηση για το προσεχές διάστημα και διακομματική ίσως παρακολούθηση και διαχείριση της κατάστασης, ώστε η χώρα να μη βρεθεί εκτεθειμένη σε επικίνδυνες καταστάσεις.

Δεν είναι γνωστό τι ακριβώς έχει διαμηνύσει η Αθήνα στην Άγκυρα, στην τελευταία συνάντηση που είχαν ο Γιώργος Κατρούγκαλος με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου, αν και εκτιμάται ότι ζητήθηκε από την Τουρκία να αποφύγει μια κίνηση όπως η αποστολή ερευνητικού ή γεωτρύπανου στην ελληνική ΑΟΖ, καθώς μια τέτοια κίνηση δεν θα μπορούσε να μείνει αναπάντητη.

Όμως σε ό,τι αφορά την ένταση που διατηρείται στο Αιγαίο φαίνεται ότι η προσπάθεια κατευνασμού με τη συζήτηση των (υποτιθέμενων) μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα, παρά την ανανέωση του ραντεβού των στρατιωτικών κλιμακίων για νέα συνάντηση στην Άγκυρα.

Με την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα να είναι ρευστή και τον Ερντογάν να περιμένει τη μεγάλη εκλογική μάχη της Κωνσταντινούπολης, όπου η επανάληψη της ψηφοφορίας για εκλογή δημάρχου θα δοκιμάσει τις αντοχές του καθεστώτος αλλά και τη δημοκρατία στη χώρα, είναι μάλλον δύσκολο να αναμένει κανείς στην Αθήνα ότι θα υπάρξει αλλαγή στάσης από την τουρκική πλευρά.

Εξάλλου είναι γνωστό ότι παγίως η Τουρκία επιδιώκει να επιβάλει τετελεσμένα μέσω της συζήτησης των ΜΟΕ, καθώς ακόμη και οι «κανόνες συμπεριφοράς» που έχουν συμφωνηθεί στο παρελθόν μεταξύ των Ενόπλων Δυνάμεων των δύο χωρών, τόσο για τη θάλασσα, όσο και για τον αέρα, από το 1995 και μετά εμπλέκονται στη διεκδίκηση της Τουρκίας για αμφισβήτηση του δικαιώματος επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων, για την προβολή ελληνικών νησιών του Αιγαίου ως αδιευκρίνιστης κυριαρχίας, για την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών και κυρίως για την ύπαρξη ελληνικού εναέριου χώρου στα 10 ν.μ.

Αυτά είναι ζητήματα που όχι μόνο τώρα, σε μια λεπτή και ρευστή πολιτική κατάσταση, αλλά ούτε καν με σταθερή κυβέρνηση δεν μπορεί να γίνουν αποδεκτά ως βάση συζήτησης με την άλλη πλευρά, καθώς τότε η τεχνοκρατική συζήτηση των στρατιωτικών κλιμακίων θα εκτρεπόταν σε πρώτη απευθείας διαπραγμάτευση επί ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.

Όμως εξίσου σοβαρή είναι η κατάσταση και στα άλλα μέτωπα της εξωτερικής πολιτικής, καθώς η Αθήνα, πολύ περισσότερο εάν υπάρξει αλλαγή κυβέρνησης, θα πρέπει να πέσει με τα μούτρα στο Σκοπιανό, ώστε να περιορισθούν όσο είναι δυνατόν οι βλαπτικές συνέπειες της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Και να μην αφεθεί ούτε ένα εκατοστό περιθώριο στα Σκόπια να επιβάλουν de facto τη χαλαρή ερμηνεία διατάξεων της Συμφωνίας που αφορούν τις υποχρεώσεις της «Βόρειας Μακεδονίας» έναντι της Ελλάδας. Μια νέα κυβέρνηση στην Ελλάδα, και μάλιστα με κορμό τη ΝΔ, που απέρριψε τη Συμφωνία των Πρεσπών, θα πρέπει να αναζητήσει δύσκολες ισορροπίες, ώστε να ξεπερασθεί η καχυποψία που υπάρχει και στην άλλη πλευρά των συνόρων, αλλά συγχρόνως θα πρέπει να καταστεί σαφές στην άλλη πλευρά ότι οποιαδήποτε προσπάθεια παράκαμψης βασικών παραμέτρων της Συμφωνίας θα έχει σοβαρές συνέπειες και στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας αλλά και στις διμερείς σχέσεις.

Και αυτό θα πρέπει να γίνει με τέτοιον τρόπο, ώστε και να μην ενισχυθούν οι ακραίες ανθελληνικές φωνές στα Σκόπια, ούτε όμως και στην Ελλάδα να δοθεί η εντύπωση ότι μια νέα κυβέρνηση υποκύπτει στις πιέσεις και στους εκβιασμούς του κ. Ζάεφ.

Σε όλα τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής η αντιπολιτευτική τακτική της ΝΔ είχε οδηγήσει σε έντονη ρητορική κριτικής προς την κυβέρνηση. Αυτό θέτει την ίδια έναντι των ευθυνών της, καθώς θα πρέπει με ρεαλιστικό τρόπο να διαχειριστεί δύσκολες καταστάσεις που πιθανότατα θα παραλάβει.

Επιπλέον, δεν πρέπει να υποκύψει στον πειρασμό για «παλικαρισμούς» –προκειμένου να καθησυχάσει το πατριωτικό ακροατήριό της–, ώστε να πείσει ότι η κριτική που ασκούσε στον ΣΥΡΙΖΑ είχε περιεχόμενο και δεν ήταν μόνο μικροκομματικού περιεχομένου.

Φωτο: cnn


Σχολιάστε εδώ