To Δημόσιο αρωγός (;) στην προστασία της πρώτης κατοικίας

To Δημόσιο αρωγός (;) στην προστασία της πρώτης κατοικίας


Του
ΦΩΤΙΟΥ ΑΝΤ. ΚΩΤΣΗ
Δικηγόρου, LL.Μ, MDE
Συμβούλου Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών


Προ ολίγων ημερών υπογράφηκε η πολυαναμενόμενη Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ 39100/2019) για τη συνεισφορά του Ελληνικού Δημοσίου στην προστασία της πρώτης κατοικίας των οφειλετών. Πρόκειται επί της ουσίας για συμμετοχή, υπό προϋποθέσεις, του Ελληνικού Δημοσίου στις μηνιαίες δόσεις που θα καταβάλλει ο οφειλέτης για να προστατεύσει την πρώτη κατοικία του από τον πλειστηριασμό στο πλαίσιο του νέου ν. 4605/2019 (άρθρο 76) για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Στα θετικά της απόφασης συγκαταλέγεται το γεγονός ότι ο οφειλέτης δεν χρειάζεται να υποβάλει ξεχωριστή αίτηση προς το Ελληνικό Δημόσιο.

Η αίτησή του για την υπαγωγή στη διαδικασία του νέου νόμου για την προστασία της πρώτης κατοικίας (άρθρο 72) θεωρείται αυτομάτως και αίτηση προς το Ελληνικό Δημόσιο όσον αφορά τη συμμετοχή του στην πληρωμή των μηνιαίων δόσεων. Με το που υποβάλει, δηλαδή, ο οφειλέτης τη σχετική αίτηση υπαγωγής στην ειδική ψηφιακή πλατφόρμα του υπουργείου Οικονομικών θεωρείται ότι έχει υποβάλει και την αντίστοιχη αίτηση προς το Ελληνικό Δημόσιο. Έτσι, το Δημόσιο αποκτά πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα και έγγραφα που ανταλλάσσονται μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών. Με την αποδοχή της πρότασης ρύθμισης από τον οφειλέτη εγκρίνεται εντός προθεσμίας δεκαπέντε ημερών το ποσό της συμμετοχής (συνεισφοράς) του Δημοσίου.

Αισιόδοξη η εκδοχή για τις δεκαπέντε ημέρες, μένει να δούμε αν θα εφαρμοσθεί. Θα αισθανόμασταν μεγαλύτερη ασφάλεια αν προσδιοριζόταν και ο χρόνος έναρξης καταβολής! Στην περίπτωση που οι δόσεις δεν ρυθμιστούν εξωδικαστικά (δηλαδή στη διαδικασία της ψηφιακής πλατφόρμας) αλλά με δικαστική απόφαση η αίτηση του οφειλέτη για την έκδοση της απόφασης αυτής θεωρείται ταυτόχρονα και αίτηση προς το Ελληνικό Δημόσιο για τον ίδιο σκοπό. Η συνεισφορά καταβάλλεται από το Δημόσιο σε μηνιαία βάση σε τραπεζικούς λογαριασμούς που υποδεικνύονται από τον οφειλέτη και –το σημαντικότερο– είναι ακατάσχετοι.

Αν το Δημόσιο καθυστερήσει να καταβάλει τη συνεισφορά του για πάνω από εννέα μήνες (!), η καθυστέρηση αυτή μπορεί (!) να οδηγήσει σε έκπτωση του οφειλέτη από τη ρύθμιση, εξέλιξη ιδιαίτερα ανεπιεικής, αν ληφθεί υπόψη ότι πρόκειται για κύρωση για την οποία ο οφειλέτης ουδεμία ευθύνη φέρει! Η συνεισφορά του Δημοσίου προσδιορίζεται με κριτήρια τον αριθμό μελών της οικογένειας του οφειλέτη και των προστατευόμενων μελών, το ύψος του ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος και το ύψος του δανείου.

Έτσι, π.χ., για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, δηλαδή ένα ενήλικο άτομο, με ετήσιο εισόδημα 0 – 3.125 ευρώ η συνεισφορά ισούται με το 50% της μηνιαίας δόσης του δανείου, εκτός εάν είναι επιχειρηματικό, οπότε το ποσοστό μειώνεται στο 30%. Όσο αυξάνεται το εισόδημα, τόσο μειώνεται αντίστοιχα η συνεισφορά. Έτσι, π.χ., για ένα ενήλικο άτομο με ετήσιο εισόδημα 9.375,01 – 12.500 ευρώ η συνεισφορά ισούται με το 20% της μηνιαίας δόσης του δανείου, εκτός εάν είναι επιχειρηματικό, οπότε το ποσοστό μειώνεται στο 30%.

Αντίστοιχα προβλέπο­νται για μονογονεϊκή οικογένεια με ένα ή περισσότερα εξαρτώμενα μέλη (με αύξηση του ορίου εισοδήματος κατά 1.000 ευρώ ανά εξαρτώμενο μέλος). Ανώτατο όριο εισοδήματος έχει οριστεί το ποσό των 36.000 ευρώ για πολυπρόσωπο νοικοκυριό με τρία και άνω εξαρτώμενα μέλη με ποσοστά συνεισφοράς 30% για τα επιχειρηματικά δάνεια και 20% για τα λοιπά.

Έχει σημασία να τονιστεί ότι οι προϋποθέσεις και το ποσό της συνεισφοράς του Δημοσίου επανεξετάζεται αυτεπαγγέλτως στο τέλος κάθε οικονομικού έτους, προκειμένου να διαπιστωθεί ότι συνεχίζουν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις καταβολής συνεισφοράς, ώστε αναλόγως να αναπροσαρμόζεται αυτή ή και να διακόπτεται λόγω έλλειψης προϋποθέσεων.

Για τον λόγο αυτό προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ρητή υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης ετησίως από τον οφειλέτη, με κύρωση, σε περίπτωση παραβίασης αυτής, τη διακοπή της συνεισφοράς. Η συνεισφορά διακόπτεται και στην περίπτωση που ο οφειλέτης δεν τηρήσει τη ρύθμιση, οπότε και εκπίπτει από αυτή. Προσοχή! Εάν δεν τηρηθεί η ρύθμιση, μπορεί να επισπευσθεί αναγκαστική εκτέλεση και πλειστηριασμός της πρώτης κατοικίας έπειτα από χρονικό διάστημα 30 ημερών!

Όπως έχουμε τονίσει και στο παρελθόν, η ρύθμιση αυτή είναι ατυχής καθώς είναι δυσανάλογα μικρή για ένα τέτοιο αναγκαστικό μέτρο, το οποίο μπορεί να επιφέρει αναπότρεπτη βλάβη στον οφειλέτη, η δε αθέτηση της ρύθμισης εκ μέρους του να οφείλεται σε ένα ατυχές γεγονός. Και αυτή η ρύθμιση, όπως και του ίδιου του ν. 4605/2019, τίθεται σε ισχύ από 30 Απριλίου 2019, ενώ παύει να ισχύει στις 31/12/2019.


Σχολιάστε εδώ