Π. Νεάρχου: Οι υποχωρήσεις στο θέμα των Σκοπίων αναζωπυρώνουν το πρόβλημα

Π. Νεάρχου: Οι υποχωρήσεις στο θέμα των Σκοπίων αναζωπυρώνουν το πρόβλημα


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Ο πυρήνας του προβλήματος των Σκοπίων είναι το ιδεολόγημα περί «Μακεδονικού» έθνους. Ο ισχυρισμός δηλαδή ότι ο Σλαβικός λαός που κατοικεί σήμερα στην περιοχή των Σκοπίων αντιπροσωπεύει μια ξεχωριστή εθνική «Μακεδονική» ταυτότητα, που αναφέρεται στην Αρχαία Μακεδονία και στην κληρονομιά της. Αντιπροσωπεύει επίσης το ψευδές αφήγημα ότι η δήθεν «Μακεδονία» διεμοιράσθη μεταξύ των τριών χωρών (Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία), με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1913.

Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου δεν διεμοίρασε καμιά «Μακεδονία», γιατί «Μακεδονία», με την έννοια του ιδιαίτερου εθνικού χώρου, δεν υπήρχε. Καθορίσθηκαν, με τη Συνθήκη, τα σύνορα μεταξύ των τριών χωρών. Είχε προηγηθεί, άλλωστε, το πρωτόκολλο των Αθηνών, με το οποίο Ελλάδα και Σερβία είχαν αναγάγει σχεδόν σε δόγμα ασφάλειας την ύπαρξη μεταξύ τους κοινών συνόρων.

Το ιδεολόγημα περί «Μακεδονίας», ως δήθεν αυτόνομου έθνους, κατασκευάσθηκε, το 1944, από τον Στρατάρχη Τίτο. Ήταν ένας τρόπος να υφαρπάξει από τη Βουλγαρία τη μέχρι τότε προπαγάνδα για «αυτόνομη Μακεδονία και Θράκη», που είχε αρχίσει από τη δεκαετία του ’20, μέσα στους κόλπους της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Ήταν επίσης ένας τρόπος για να προωθήσει τη μεγαλεπήβολη ιδέα μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας, υπό Γιουγκοσλαβική ηγεμονία.

Πάνω στη βάση του νέου ιδεολογήματος κατασκευάσθηκε μια ψευδής ταυτότητα, με παραχάραξη και πλαστογραφία της πραγματικής ιστορίας. Το νέο «έθνος» προικίσθηκε με δήθεν «Μακεδονική» γλώσσα, η οποία είναι ένα συνονθύλευμα Βουλγαρικής και Σερβο-Κροατικής γλώσσας, με ερανίσματα και από άλλες Βαλκανικές γλώσσες. Δεν έχει, προφανώς, καμιά σχέση με την Αρχαία Μακεδονία και τη γλώσσα και τον πολιτισμό της, που είναι Ελληνικός.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Άγριο παζάρι για τους 11 που χρειάζεται ο Ζάεφ για να επιβιώσει…


Το αδιέξοδο στο πρόβλημα, το οποίο δεν επέτρεπε καμιά λύση επί δεκαετίες, ήταν ακριβώς η εμμονή των Σκοπίων στην ιστορική πλαστογραφία και στον ισχυρισμό ότι οι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες αλλά κάποιο άλλο έθνος, απόγονοι και κληρονόμοι του οποίου είναι σήμερα αυτοί. Η εμμονή επίσης στον ψευδή ισχυρισμό ενός δήθεν διαμελισμού μιας κάποτε «ενιαίας Μακεδονίας», που αναφέρθηκε προηγουμένως, διατηρεί και προάγει το σπέρμα ενός ψευδεπίγραφου αλυτρωτισμού για την «απελευθέρωση» των «κατεχομένων» από την Ελλάδα και τη Βουλγαρία τμημάτων της «Μακεδονίας».

Αντιλαμβάνεται κανείς ότι η καλλιέργεια αυτών των μύθων από τα Σκόπια, ως εθνικής ιδεολογίας, διαμορφώνει ψευδείς συνειδήσεις στη νέα γενιά και διαμορφώνει προϋποθέσεις αλυτρωτικής πολιτικής σε βάρος της Ελλάδος. Η αδυναμία του κρατιδίου των Σκοπίων δεν είναι επιχείρημα για την ανοχή και τη διαιώνιση τέτοιων πολιτικών, γιατί είναι γνωστό ότι ακόμη και μικρά και ανίσχυρα κράτη μπορούν να γίνουν επικίνδυνα, σε συνδυασμό και συμμαχία με μεγαλύτερα κράτη, που έχουν στρατηγικά και γεωπολιτικά συμφέροντα στην περιοχή.

Με τα δεδομένα αυτά, η Ελλάδα δεν έπρεπε, σε καμιά περίπτωση, να δεχθεί διαπραγμάτευση και συμφωνία με τα Σκόπια, πάνω στη βάση των ψευδών ιδεολογημάτων τους. Θα έπρεπε να έχει ως ανυποχώρητη αρχή τη δήλωση Γκλιγκόροφ, του ιστορικού ηγέτη των Σκοπίων, ο οποίος ανεγνώρισε εντίμως ότι «εμείς είμαστε Σλάβοι. Ήρθαμε στα Βαλκάνια τον 6ο αι. μ.Χ. Δεν έχουμε καμιά σχέση με τον Μέγα Αλέξανδρο». Πάνω στη βάση αυτή, θα ήταν δυνατό να βρεθούν λύσεις στις διάφορες πτυχές του προβλήματος και να αναπροσανατολισθούν τα Σκόπια προς μία άλλη κατεύθυνση, που έχει σχέση με την πραγματική ιστορία.

Η σημερινή κυβέρνηση έσπευσε με ακατανόητη σπουδή, που εξυπηρετεί συμφέρο­ντα άλλων, να εγκαταλείψει πάγιες θέσεις της Ελληνικής πλευράς και να διαπραγματευθεί πάνω στη βάση του ιδεολογήματος των Σκοπίων περί «Μακεδονίας». Ισχυρίζεται ότι με την αποδοχή του ονόματος «Βόρεια Μακεδονία» υποχρεώνει τα Σκόπια να υποχωρήσουν από το όνομα «Μακεδονία» και να περιορισθούν σε μια Μακεδονία γεωγραφικού προσδιορισμού.

Ο ισχυρισμός όμως αυτός είναι αμφίσημος, γιατί παραλλήλως αναγνωρίζεται από την Ελλάδα «Μακεδονική» γλώσσα και ταυτότητα, που παραπέμπουν στο ιδεολόγημα του δήθεν Μακεδονικού έθνους. Διασώζεται δηλαδή το σπέρμα του Μακεδονισμού, που είναι ακριβώς η πηγή του προβλήματος. Με το δεδομένο αυτό, ο υποτιθέμενος γεωγραφικός προσδιορισμός του ονόματος δεν ακυρώνει την αλυτρωτική αναφορά και προπαγάνδα, που συνδέεται με τον μύθο για δήθεν διαμελισμό μιας ενιαίας κάποτε Μακεδονίας, πατρίδας του λεγόμενου «Μακεδονικού» έθνους. Αντιθέτως, η αναγνώριση και από την Ελλάδα «Μακεδονικής» γλώσσας και ταυτότητας ενισχύει τους αδιάλλακτους του Μακεδονισμού και παραμερίζει απόψεις όπως αυτές του Κίρο Γκλιγκόροφ, οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν βάση για διαπραγμάτευση και αποδεκτή λύση του προβλήματος.

Η ένταξη επιπλέον των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα ενισχύσει διπλωματικά το κρατίδιο και θα του επιτρέψει να εντείνει αντί να περιστείλει την προπαγάνδα περί «Μακεδονίας». Είναι ήδη απροκάλυπτη η διαφορετική ερμηνεία από τα Σκόπια των όσων συμφωνήθηκαν, ειδικά για το επίμαχο θέμα της «Μακεδονικής» ταυτότητας. Η ηγεσία των Σκοπίων γνωρίζει ότι η Ελληνική πλευρά, που έσπευσε να αυτοεγκλωβισθεί για να πάρει τα εύσημα του δήθεν «πυλώνα σταθερότητας» στα Βαλκάνια, έχει μικρά τώρα περιθώρια να δημιουργήσει προβλήματα στους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς του υπεραντλαντικού συμμάχου της. Πιστεύει γι’ αυτό ότι μπορεί να συνεχίσει ακίνδυνα τη μονομερή προπαγάνδα περί «Μακεδονίας» και την προβολή της δικής της ερμηνείας για όσα συμφωνήθηκαν.

Σήμερα διεξάγεται στα Σκόπια το δημοψήφισμα για την έγκριση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Φαίνεται παράδοξο ότι ένα μεγάλο μέρος των Σλάβων των Σκοπίων έχει επιφυλάξεις για τη σχετική υποχώρηση στο όνομα. Δεν είναι άμοιρη η Ελληνική πλευρά για το ότι έμεινε τόσο άκαμπτη αυτή η αδιαλλαξία. Ενισχύθηκε στην πραγματικότητα και συντηρήθηκε από την Ελληνική υποχωρητικότητα και την πίστη ότι η Ελληνική πλευρά θα υποχωρούσε στις πιέσεις του ξένου παράγοντα.


Σχολιάστε εδώ