ΤΙΣ ΦΩΤΙΕΣ ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΤΗ ΧΩΡΑ ΝΑΙ, ΘΑ ΤΙΣ ΣΒΗΣΕΙ ΜΙΑ ΜΠΟΡΑ

Του
Μιχάλη Φιοράντε


Η φλόγα επανέρχεται
μέ χάλκινα πασούμια
μέ ξίφος παραμάσχαλα
καί πέτρινα κουστούμια.
•••
Έχει τό βλέμμα ασαφές
καί κόκκινα τά χέρια
τήν απλυσιά ταυτότητα
καί πανταχού λημέρια.
•••
Εκατομμύρια σφαγές
-έτσι διασκεδάζει-
καί σέ ναούς περιχαρής
τά έργα της χαράζει.
•••
Πάνω σέ πτώματα γελά
καί πίνει τό κρασί της
-τό αίμα καί τό νόμισμα
τής είναι ο μεσίτης.
•••
Η φλόγα έχει πρόσωπο
τήν απειλή, τό χρήμα
πυρώνει καί τής θάλασσας
τό αγαθό της κύμα.
•••
Υπόσχεται τήν πυρκαγιά
κάποτε νά τήν σβήσει
άν ο Βοριάς γίνει Νοτιάς
κι η Ανατολή μας Δύση.
•••
Φυλάσσει τήν «αγνότητα»
στό Μνημονίων βάζο,
έτσι τούς λένε οι «γραφές»
κι εγώ; Τράγος βελάζω.
•••
Έχουνε καί υπάλληλους
σέ κάθε αποικία
πού σκίζουν τήν αλήθεια
δήθεν ώς αδικία.
•••
Οι κάδοι αναρίθμητοι
ώς γιορτινό τραπέζι,
εκεί η φτώχεια ξεψυχά
κι ο τραπεζίτης χέζει.
•••
Τίς φλόγες τίς ανάπτουνε
γιά ζεστασιά τού πλήθους,
απόντες απ’ τόν θάνατο:
λόγω δικού τους ήθους.
•••
Έχουνε τώρα οπλισμό
αόρατου πολέμου
τά φλογερά σου κέρατα
εντόπιε, Καλέ μου.
•••
Πάντα ανεβαίνουνε ψηλά
μέ θύλακες γεμάτους
ο βολευτής κι άλλοι τινές
-ζέχνει τό όνομά τους.
•••
Τώρα θά σβήσουν
τήν πυρά
μέ άλλους διαδόχους
μέ βλέμμα πιά οξύτερο
σάν μαύρους
καπνοδόχους.
•••
Δέν φταίει πάντα η πυρά
ο Πόλεμος αλλάζει
καί δέν ακούν οι άτιμοι
τήν φτώχεια π’ αλαλάζει.
(…)
«Έτρεχε στα λασπόνερα
βούρκος και αηδία.
Ένα κορίτσι γυάλινο
έκλαιγε τραγουδώντας
και είδα μες τα σύννεφα
των άστρων την κηδεία»
………………………………
Μήν παρακαλάτε
|τήν Εξουσία
γιά εφεδρικά
νεκροταφεία,
καί τό σπίτι μας αρκετό τούς είναι.


Σχολιάστε εδώ