Μ. ΓΚΙΒΑΛΟΣ: Μεταπολίτευση και νεοφιλελεύθερη μετα-Δημοκρατία

Μ. ΓΚΙΒΑΛΟΣ: Μεταπολίτευση και νεοφιλελεύθερη μετα-Δημοκρατία


Του
ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΓΚΙΒΑΛΟΥ
Αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης
του Πανεπιστημίου Αθηνών


H Μεταπολίτευση του 1974 αποτελεί μια σημαντική, μια κρίσιμη τομή στη νεότερη ιστορία μας. Σήμερα, από το χρονικό βάθος των 44 ετών που μας χωρίζουν από το ορόσημο αυτό, θα πρέπει πρωταρχικά να απεγκλωβισθούμε από αξιολογήσεις και συμπεράσματα που έχουν ως προκρούστεια κλίνη το δύσκολο σήμερα και να μεταβούμε -όσον αφορά τα γνωστικά και μεθοδολογικά μας εργαλεία- όχι μόνο σε εκείνη την κρίσιμη περίοδο αλλά και στη δεκαετία του 1960, που επικαθόρισε τόσο σε κοινωνικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο πολλές από τις μετέπειτα εξελίξεις.Εύκολες γενικεύσεις και έωλοι ισχυρισμοί περί μιας «νέας Μεταπολίτευσης» ή περί του «τέλους της Μεταπολίτευσης» δεν έχουν κανένα νόημα εάν δεν αναχθούν και δεν συναρτηθούν τόσο με τα δομικά και μορφικά στοιχεία της τομής του 1974 όσο και με τις μετέπειτα εξελίξεις, τόσο στη χώρα μας όσο και στο διεθνές περιβάλλον.

Η «χαμένη άνοιξη» της δεκαετίας του ’60
Η κοινωνική και πολιτική «άνοιξη» των αρχών της δεκαετίας του 1960 είχε να αντιμετωπίσει το μετεμφυλιακό σύμπλεγμα κράτους και παρακράτους. Διαμορφώθηκε έτσι ένας τύπος στρεβλής δημοκρατίας, όπου τα κέντρα εξουσίας (παλάτι, CIA) επεδίωκαν να ελέγχουν πλήρως το πολιτικό σύστημα και την εκτελεστική εξουσία.

Ο στρεβλός και αυταρχικός αυτός τύπος εξουσίας εμπεριείχε, από τη σύστασή του, ως έσχατη εναλλακτική λύση τη μορφή μιας στρατιωτικής δικτατορίας. Κι αυτή η λύση ενεργοποιήθηκε όταν μετά την κρίση του Ιουλίου του 1965 το παλάτι και οι πολιτικοί και κομματικοί του «αχυράνθρωποι» είχαν πλέον απολέσει την κοινωνική νομιμοποίηση και ανοχή. Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η δικτατορία της 21ης Απριλίου κατήργησε και ευτέλισε τη δημοκρατία και επέβαλε ένα καθεστώς τυραννίας, όμως δεν έθιξε τη δομή του οικονομικού συστήματος, ούτε τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα. Αντίθετα συνεργάσθηκε πλήρως με αυτά. Δεν είναι συνεπώς τυχαίο το γεγονός ότι η κατάρρευση της χούντας είχε ως βασική αφετηρία τη διεθνή οικονομική κρίση που ξέσπασε το 1972.

Η πτώση της δικτατορίας και η αποκατάσταση της δημοκρατίας κουβαλούσαν το ιστορικό αίτημα της «χαμένης άνοιξης» του ’60, τόσο σε κοινωνικοπολιτικό όσο και σε πολιτισμικό και αξιακό επίπεδο.

Ένα μέρος των αιτημάτων αυτών ικανοποιήθηκε άμεσα (αναγνώριση του ΚΚΕ, κατάργηση νομών του εμφυλίου, νέο Σύνταγμα, δημοψήφισμα που έδωσε τέλος στο καθεστώς της βασιλείας).

Όμως τόσο στο επίπεδο των δομών της κρατικής εξουσίας όσο και στο θεσμικό επίπεδο κρίσιμων τομέων (εργασία, εκπαίδευση) επικράτησε ένας άκρατος συντηρητισμός (π.χ. ν. 330/1976 για τα εργασιακά).

Η Μεταπολίτευση του ’74, συμπερασματικά, αφορούσε κατ’ εξοχήν το πολιτικοϊδεολογικό εποικοδόμημα και δεν έθιξε τις κυρίαρχες οικονομικοπαραγωγικές δομές συμφερόντων.

Όμως η έντονη ριζοσπαστικοποίηση ενός ευρύτατου κοινωνικού φάσματος συνδέθηκε όχι μόνο με την εγκαθίδρυση ενός σύγχρονου δημοκρατικού πλαισίου διακυβέρνησης αλλά και με την απόδοση κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Ταυτόχρονα, η παραδοσιακή, σε ένα μεγάλο της τμήμα, οικονομικοπαραγωγική δομή της χώρας εξαντλούσε τα περιθώριά της. Συνεπώς το αίτημα για νέα παραγωγική ανάπτυξη, για νέους τύπους κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης συνδεόταν ευθέως με το ευρύτερο δημοκρατικό αίτημα.

Αυτή υπήρξε από την πλευρά της κοινωνίας η ιστορική κατάθεση που έδωσε ένα ευρύτερο νόημα στη Μεταπολίτευση του ’74.

Κι αυτή η κατάθεση θα πρέπει να συνιστά το πεδίο σύγκρισης και αξιολόγησης με τις μετέπειτα εξελίξεις.

Το ΠΑΣΟΚ προέκυψε μέσα από αυτήν την ιστορική δυναμική ως ο φορέας που θα ικανοποιούσε το ιστορικό αυτό αίτημα. Με όλα τα θετικά και αρνητικά στοιχεία της δεκαετίας του 1980, τα δημοκρατικά και κοινωνικά αιτήματα ικανοποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό, όμως η παραγωγική-οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας δεν επιτεύχθηκε στον βαθμό που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την επέλαση του νεοφιλελεύθερου κοσμοειδώλου που άρχισε να κυριαρχεί διεθνώς (Θάτσερ, Ρίγκαν).
Όμως με όλες αυτές τις μεταπτώσεις και τις αντινομίες μέχρι περίπου τα μέσα της δεκαετίας του 1990 δεν υπήρξαν δομικές ανακατατάξεις.

Η νεοφιλελεύθερη «Μεταπολίτευση»
Η πρώτη ουσιώδης τομή, ιστορικής σημασίας, που εμφανίσθηκε μετά το 1974, πραγματοποιήθηκε με την επέλαση του νεοφιλελευθερισμού μέσω του οχήματος της παγκοσμιοποίησης, με αφετηρία στη χώρα μας την επικράτηση του νεοφιλελεύθερου στην ουσία και εκσυγχρονιστικού στη συμβολική του έκφραση εγχειρήματος.
Γιατί θεωρούμε ιδιαίτερα σημαντική αυτήν την τομή;

Γιατί συντελέσθηκαν ριζικές αλλαγές που αφορούσαν τόσο το πολιτικοϊδεολογικό επίπεδο όσο και το επίπεδο της οικονομικοπαραγωγικής βάσης, ενώ ταυτόχρονα αλλοιώθηκαν και ανατράπηκαν σε μεγάλο βαθμό οι παραδοσιακές δομές εξουσίας, η ίδια η σχέση πολιτικής και οικονομίας.

Η πολιτική εξουσία ενσωματώθηκε σταδιακά στην οικονομική εξουσία, που είχε ως κυρίαρχους πόλους τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα και τη χρηματοπιστωτική εξουσία.

Η «απομάγευση» της παραδοσιακής πολιτικής-κομματικής εξουσίας συνεπαγόταν την «τεχνικοποίησή» της, δηλαδή την αντικατάστασή της από τεχνοκράτες, ουδέτερους διαχειριστές, που κινούνταν αυστηρά στα πλαίσια του ορθολογισμού και του οικονομισμού.

Παράλληλα όμως η «απομάγευση» αυτή περιελάμβανε τον αξιακό-πολιτισμικό τομέα. Τα νοήματα στις πράξεις των πολιτών και οι ερμηνείες της πραγματικότητας εδίδοντο και εξακολουθούν να δίδονται από το λεξιλόγιο του νεοφιλελευθερισμού και του οικονομισμού: Παραγωγικότητα, ανταγωνιστικότητα, ατομικισμός, απόρριψη των εννοιών του δημοσίου, του κοινωνικού, του συλλογικού. Αποδέσμευση από το ιστορικό παρελθόν και απόλυτη ρευστότητα και διακινδύνευση όχι μόνο για το μέλλον αλλά και για το παρόν.

Κατασκευάσθηκε και αναπαράγεται συστηματικά από τότε ένα ιδιότυπο ανθρωπολογικό ιδεώδες που συνδέεται ευθέως με τον εργαλειακό-ορθολογιστικό οικονομισμό της «κοινωνίας της ζούγκλας».

Κι όπως μας διαβεβαιώνει σήμερα ο Κυρ. Μητσοτάκης, η φυσική ανισότητα των ανθρώπων είναι ο βασικός ιστορικός μηχανισμός εξέλιξης των κοινωνιών.

Αυτή η δομή αντιλήψεων και συμφερόντων μας οδήγησε βήμα βήμα μέχρι τα Μνημόνια και το καθεστώς της ξένης κυριαρχίας.

Η νεοφιλελεύθερη – μνημονιακή μετα-Δημοκρατία
Τα νεοφιλελεύθερα Μνημόνια, οι πολιτικές της λιτότητας, οι δομές της ξένης κυριαρχίας αποτέλεσαν στις ημέρες μας έναν σύγχρονο «γύψο», που περιέλαβε όχι μόνο το πολιτικό επίπεδο αλλά και το οικονομικό και το κοινωνικό και το πολιτισμικό.

Σ’ αυτό το οριακό σημείο βρισκόμαστε σήμερα. Η «έξοδος» από τα Μνημόνια και την αυστηρή εποπτεία αποτελεί ασφαλώς ένα τυπικό διαβατήριο, μια ιστορικά αναγκαία συνθήκη για να δρομολογήσουμε μια νέα πορεία προς την κοινωνική πρόοδο και τη σταδιακή οικονομική και παραγωγική ανόρθωση.

Όμως για μια τέτοια προσπάθεια απαιτείται συλλογική αίσθηση ευθύνης, συλλογική και συντονισμένη προσπάθεια… Όμως το πολιτικό μας σύστημα δεν φαίνεται ικανό να σηκώσει αυτό το ιστορικό βάρος…

Για όσους αρέσκονται να αναφέρονται στον όρο της «νέας Μεταπολίτευσης» θα επισημάνουμε ότι η Νέα Δημοκρατία έχει ήδη εισέλθει στην εποχή αυτή από το 2012, αφού έκτοτε έχει εγκαταλείψει την παραδοσιακή πολιτικοϊδεολογική της ταυτότητα και έχει δομικά μετασχηματισθεί σ’ ένα νεοφιλελεύθερο-ακροδεξιό μόρφωμα, με έντονα εθνικιστικά-ρατσιστικά χαρακτηριστικά.

Όσο για το ΠΑΣΟΚ, η δική του «νέα Μεταπολίτευση» συνδέεται με την ενσωμάτωσή του στο νεοφιλελεύθερο στρατόπεδο και με την πλήρη κατάρρευσή του, με αποτέλεσμα να συνιστά σήμερα παράδειγμα αποφυγής και καταφοράς σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ο όρος «νέα Μεταπολίτευση» θα μπορούσε και θα έπρεπε να σημαίνει τη μετάβαση σε ένα νέο δημοκρατικό παράδειγμα, με θεμελιώδεις όρους την απόλυτη αυτονομία της πολιτικής από τα οικονομικά συμφέροντα, το κοινωνικό κράτος, τη δημοκρατική-θεσμική συμμετοχή των πολιτών. Κι αυτή η μετάβαση, μέσα στο πλαίσιο των σημερινών ιστορικών όρων και συσχετισμών, φαίνεται απόμακρη.

Η άποψη ακόμα που διαπιστώνει το «τέλος της Μεταπολίτευσης» είναι τουλάχιστον αμφίσημος. Από την οπτική μιας δημοκρατικής-προοδευτικής αντίληψης μπορεί να σημαίνει την κυοφορία μιας σημαντικής ιστορικής αλλαγής που δεν μπορεί να εμφανισθεί ακόμα.

Από κάποιες όμως ακροδεξιές και αντιδραστικές οπτικές το «τέλος της Μεταπολίτευσης» σημαίνει το τέλος της δημοκρατίας και την εγκαθίδρυση ακροδεξιών-εθνικιστικών καθεστώτων… Και τέτοιου είδους καθεστώτα βρίθουν πλέον στην Ευρώπη, ακόμα και στο επίπεδο της κεντρικής εξουσίας, σηματοδοτώντας την επάνοδο σε έναν τεχνολογικά προηγμένο Μεσαίωνα…

Στην πρώιμη Μεταπολίτευση οι όροι Δεξιά-αντιδεξιά, συντήρηση-πρόοδος αποκτούσαν βαθύ νόημα και εξέφραζαν στο ιδεολογικό επίπεδο τη σύγκρουση δύο αντίπαλων κοσμοειδώλων.

Στην εποχή των Μνημονίων η ολική οικονομικοκοινωνική και πολιτικοϊδεολογική σύγκρουση συμβολοποιήθηκε με το αντίθετο δίπολο Μνημόνιο-αντιμνημόνιο.

Σήμερα το συστημικό-διαπλεκόμενο οικονομικοπολιτικό μέτωπο έχει οριστικά ενσωματωθεί στο νεοφιλελεύθερο-ακροδεξιό κοσμοείδωλο.

Γι’ αυτό και η επανασυγκρότηση ενός προοδευτικού-δημοκρατικού μετώπου, η οικοδόμηση μιας δυναμικής και ενεργού κοινωνικής-ταξικής συμμαχίας αποτελούν τη μόνη όχι απλώς αναγκαία αλλά και ικανή, πιστεύουμε, προϋπόθεση ώστε η δημοκρατία και η κοινωνική πρόοδος να αναγεννηθούν και να επιβάλουν τη δική τους ιστορική σφραγίδα στις μελλοντικές εξελίξεις.


Σχολιάστε εδώ