Δέσμιος των σκληρών

Δέσμιος των σκληρών

Τη σκληρή γραμμή, επιβεβλημένη κατά πολλούς από τον Αντ. Σαμαρά, υιοθέτησε στο ζήτημα των Σκοπίων ο Κυρ. Μητσοτάκης, με την ελπίδα, ενδεχομένως και τη βεβαιότητα, ότι η τακτική του αυτή θα αποδει­χθεί πολιτικά επωφελής για τον ίδιο και τη Νέα Δημοκρατία.

Στην παρούσα φάση δείχνει να υποτιμά (σκοπίμως ή όχι, δεν είναι σαφές…) τις παρενέργειες τόσο στο εσωτερικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο που μπορεί να πυροδοτήσει αυτή του η επιλογή. Αμερικανοί και Ευρωπαίοι είχαν καταστήσει σαφές ότι επιθυμούν διακαώς την ολοκλήρωση της συμφωνίας με τα Σκόπια και είχαν διαμηνύσει στον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας να συμβάλει από την πλευρά του προς αυτήν την κατεύθυνση.

Εκών άκων ο κ. Μητσοτάκης αποφάσισε να πάει κόντρα στις επιθυμίες (οδηγίες) των ξένων. Κι αυτό είτε διότι το μέτωπο όσων εντός της παράταξης είναι θιασώτες της σκληρής γραμμής παραμένει ισχυρό, σε βαθμό που δεν θα μπορούσε να τους αγνοήσει. Είτε διότι εκτίμησε ότι η σθεναρή στάση του σε ένα εθνικό ζήτημα θα βρει απήχηση σε τμήματα ψηφοφόρων που κινού­νται εκτός του χώρου της Νέας Δημοκρατίας, εγγράφοντας έτσι υποθήκες για τις επόμενες εκλογές. Ευελπιστώντας ότι εν κατακλείδι το ισοζύγιο θα ήταν θετικό για τον ίδιο και την παράταξη. Εξ ου και δεν περιορίσθηκε στο να καταγγείλει την κυβέρνηση και τον Αλ. Τσίπρα για το περιεχόμενο της συμφωνίας με τα Σκόπια, έκανε ένα βήμα παραπάνω καταθέτοντας πρόταση δυσπιστίας (μομφής).

Γνώριζε εκ των προτέρων ότι οι πιθανότητες να συγκεντρωθεί ο μαγικός αριθμός των 151, που θα σήμαινε την πτώση της κυβέρνησης, ήταν μηδαμινές έως μηδενικές. Αξιοποίησε, όμως, την ευκαιρία για να ασκήσει δριμεία κριτική στον Αλ. Τσίπρα, σε ζωντανή μετάδοση μάλιστα, και να αναδείξει τη διάσταση που υπάρχει εντός της κυβέρνησης και ταυτόχρονα να εκθέσει τον κυβερνητικό εταίρο του Π. Καμμένο για την υποκριτική, αλλοπρόσαλλη πολιτικά στάση του. Τόσο στις δηλώσεις του μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας όσο και στις ομιλίες του στο Κοινοβούλιο χαρακτήρισε «κακή» τη συμφωνία, η οποία έρχεται σε αντίθεση με την πλειονότητα των Ελλήνων, και κάλεσε τον πρωθυπουργό να μην την υπογράψει. «Αποδοχή της ‘‘μακεδονικής γλώσσας’’ και της ‘‘μακεδονικής εθνότητας’’ συνιστούν μη αποδεκτή εθνική υποχώρηση», είπε χαρακτηριστικά.

Ο κ. Μητσοτάκης επέμεινε στην άποψη ότι ο κ. Τσίπρας «δεν έχει καμία πολιτική νομιμοποίηση να δεσμεύσει τη χώρα υπογράφοντας μια συμφωνία που δεν έχει τη στήριξη της ίδιας της κυβέρνησής του». Ενέπλεξε δε και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Πρ. Παυλόπουλο, ζητώντας από εκείνον εμμέσως πλην σαφώς να μπλοκάρει τις διαδικασίες ώστε η συμφωνία να μείνει στα χαρτιά.

Σε διεθνή απομόνωση
Παρά τη σκληρή γραμμή και τις βαρύτατες καταγγελίες, στα ηγετικά κλιμάκια της Νέας Δημοκρατίας υπάρχει και προβληματισμός και ανησυχία για τις… παράπλευρες απώλειες. Έχουν να κάνουν με την υποδοχή, κάτι περισσότερο από θερμή, της συμφωνίας, με τον κ. Τσίπρα επί ημέρες να δέχεται συγχαρητήρια μηνύματα από κυβερνήσεις, διεθνείς οργανισμούς κ.ά.

Ανάλογης έντασης ήταν και οι αναφορές, ιδιαίτερα ευμενείς προς το πρόσωπο του πρωθυπουργού, των ξένων Μέσων Ενημέρωσης, σε ευρωπαϊκό αλλά και διεθνές επίπεδο. ΗΠΑ – Γερμανία, που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στο παρασκήνιο και πίεσαν τις δύο πλευρές για να κλείσει η συμφωνία, κάθε άλλο παρά ευχαριστημένες είναι με τη στάση του κ. Μηστοτάκη. Κι είναι πολλές οι πιθανότητες μεσοπρόθεσμα αυτό να το… βρει μπροστά του.

Το δεύτερο στοιχείο που εγείρει τις ανησυχίες της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας έχει να κάνει με τη στάση που θα τηρήσει στην περίπτωση που κερδίσει τις επόμενες εκλογές και αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Αν ως τότε έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες σε Αθήνα και Σκόπια και η συμφωνία έχει τεθεί σε ισχύ, η κυβέρνηση δεν θα μπορεί παρά να την εφαρμόσει κατά γράμμα. Τους… φόβους του ως προς αυτό το ενδεχόμενο εξέφρασε ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης, που σε μια αποστροφή των λόγων του είπε ότι η συμφωνία «επιβάλλει τετελεσμένα που μπορεί να μην είναι αναστρέψιμα». Και να πει ότι το κράτος έχει συνέχεια, ότι δεσμεύεται από τις πράξεις της προηγούμενης κυβέρνησης και ως εκ τούτου δεν μπορεί να κάνει το οτιδήποτε προκειμένου να ακυρώσει ή να βελτιώσει τη συμφωνία.

Υπάρχει όμως και… χειρότερη εκδοχή: Οι προβλεπόμενες διαδικασίες (δημοψήφισμα, αλλαγή Συντάγματος κ.ά.) να ολοκληρωθούν στα Σκόπια μετά τις εκλογές στην Ελλάδα. Που σημαίνει ότι αμέσως μετά η τότε κυβέρνηση θα πρέπει να φέρει προς έγκριση στη Βουλή το κείμενο της συμφωνίας.

Φα­ντάζεται κανείς τον Κυρ. Μητσοτάκη να ζητάει, με την ιδιότητα του πρωθυπουργού, την υπερψήφιση μιας συμφωνίας που ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε καταγγείλει ως εθνική υποχώρηση;


Σχολιάστε εδώ