Οι εθνικές προτεραιότητες και οι όμηροι της διαπλοκής


Του
ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΓΚΙΒΑΛΟΥ
Αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών


Διανύουμε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο, καθώς διαμορφώνονται δύο σημαντικά μέτωπα, οι εξελίξεις στα οποία θα επηρεάσουν ή και θα καθορίσουν την πορεία της χώρας όχι μόνο στο άμεσο μέλλον αλλά και μεσοπρόθεσμα.

Η τουρκική απειλή
α) Το ένα μέτωπο αφορά τη στάση και τις προθέσεις της τουρκικής ηγεσίας, καθ’ όσον η Τουρκία έχει διαμορφώσει ένα πολύμορφο πεδίο εντάσεων και συγκρούσεων τόσο στον γεωγραφικό της περίγυρο όσο και στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Το γεγονός των επερχόμενων εκλογών στην Τουρκία και η συμμαχία του Ερντογάν με την εθνικιστική Ακροδεξιά δεν μπορεί να ερμηνεύσει πλήρως το εντασιακό και συγκρουσιακό κλίμα που καλλιεργεί επίμονα η τουρκική ηγεσία.

Στην πραγματικότητα η Τουρκία αναζητεί έναν καινούργιο ιστορικό ρόλο, έχοντας απολέσει την παραδοσιακή στρατηγική της θέση στην περιοχή και τον ρόλο της ως μακρύ βραχίονα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, γεγονός που επικαθόριζε και τις συμμαχίες της Τουρκίας στον χώρο της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου.

Στη σημερινή ρευστότητα και ενδεχομενικότητα που χαρακτηρίζει τις διεθνείς σχέσεις η Τουρκία επιστρατεύει το οθωμανικό-μουσουλμανικό όραμα, μέσω ενός εσωτερικού αυταρχικού-δικτατορικού καθεστώτος, εγκαταλείποντας την κεμαλική κληρονομιά και τον στόχο του δημοκρατικού εκσυγχρονισμού, ο οποίος θα αποτελούσε άλλωστε το «διαβατήριό» της για την Ευρώπη.
Γι’ αυτό και η επίκληση του οράματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και η φιλοδοξία να αποτελέσει η Τουρκία την ηγέτιδα δύναμη του μουσουλμανικού κόσμου συνδέονται από προκλήσεις, από στρατιωτικές επεμβάσεις όπως αυτή στη Συρία, από θρασείες επιθέσεις κατά των ευρωπαίων ηγετών.

Αυτό ακριβώς το εκρηκτικό μείγμα των εθνικιστικών ιδεοληψιών, των αυθαίρετων και παράνομων πρακτικών και προκλήσεων, των στρατιωτικών επεμβάσεων, δηλαδή των επιλογών που συγκροτούν το σημερινό αυταρχικό καθεστώς της Τουρκίας, την καθιστούν ιδιαίτερα απρόβλεπτη και επικίνδυνη για τη χώρα μας.

Γι’ αυτό και το μέτωπο με την Τουρκία δεν είναι συγκυριακό, δεν αποτελεί μια απλή επίδειξη δύναμης και άσκησης εκβιασμών, αλλά αποκτά ιστορικό βάθος.

Είναι συνεπώς προφανές ότι η Τουρκία και η απειλή της θα πρέπει να αντιμετωπισθεί τόσο σε πολιτικό-διπλωματικό όσο και σε αμυντικό-στρατιωτικό επίπεδο. Κι αυτή η επισήμανση αφορά το σύνολο του πολιτικού συστήματος της χώρας μας και στην εγρήγορση μιας ολόκληρης κοινωνίας που πρέπει να υπάρξει απέναντι σε μια πραγματική, ιστορικού χαρακτήρα, απειλή.

Η έξοδος από τα Μνημόνια
β) Το δεύτερο κρίσιμο μέτωπο αφορά την πορεία εξόδου από τα Μνημόνια και, κυρίως, τη δυνατότητα της χώρας να ακολουθήσει μια σταθερή και ισόρροπη πορεία ανάπτυξης και παραγωγικής ανασυγκρότησης, απαλλαγμένης από τα χαρακτηριστικά και τις δουλείες του καθεστώτος που ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την κρίση και την καταστροφή που επήλθε στη χώρα.

Ένα πρώτο επίπεδο αφορά τόσο την πορεία των μακροοικονομικών μεγεθών και της διαμόρφωσης ενός ευρύτερου θετικού οικονομικοπολιτικού κλίματος όσο και τη συμφωνία για τα προαπαιτούμενα. Σ’ αυτό το επίπεδο υπάρχουν ευοίωνες προοπτικές και συντονισμένες κινήσεις από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης.

Το δεύτερο επίπεδο, που αφορά τόσο τη ρύθμιση του χρέους όσο και τη συμμετοχή του ΔΝΤ (εάν τελικά αποφασίσει να συμμετάσχει), υπάρχουν εν εξελίξει διαπραγματεύσεις και συζητήσεις οι οποίες διεξάγονται εν κρυπτώ. Όμως τα κρίσιμα αυτά θέματα θα πρέπει να έχουν όχι μόνο σαφή καταληκτική ημερομηνία αλλά και ουσιαστικό, θετικό, αντίκρισμα για τη μεταμνημονιακή πορεία της χώρας.

Το πρώτο σημείο αφορά τη διάρθρωση του χρέους, ώστε σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο να είναι δυνατή η αποπληρωμή του, με κρίσιμη παράμετρο τη ρήτρα ανάπτυξης. Ούτε πλεονάσματα της τάξεως του 3,5% μπορούν να επιτευχθούν σε βάθος χρόνου ούτε ο ρυθμός ανάπτυξης μπορεί να διατηρηθεί στο ύψος του 2%-2,5% πέραν του 2019. Γιατί, σε αντίθετη περίπτωση, η όποια ανάπτυξη θα αποτελέσει όνειρο απατηλό.

Οι επιλογές αυτές βεβαίως συνδέονται άμεσα με τις απαιτήσεις του ΔΝΤ για μείωση του ορίου του αφορολόγητου και για νέες περικοπές συντάξεων… Πρόκειται για μέτρα που θα υπονομεύσουν καίρια την πορεία εξόδου από τα Μνημόνια και θα επιφέρουν σοβαρό, ίσως και καίριο πλήγμα στην κυβέρνηση αλλά και στη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία.

Γι’ αυτό και οι όποιες επιλογές και οι όποιες συζητήσεις θα πρέπει να ξεκινήσουν με βασικό όρο την απόρριψη των μέτρων αυτών και την αναζήτηση λύσεων που θα στηρίξουν και θα ενισχύσουν τα εισοδήματα και τους πόρους των πολιτών, εάν πράγματι οι δανειστές μας επιδιώκουν να βγούμε οριστικά από τα Μνημόνια και την πολύχρονη κρίση.

Ποια είναι όμως η δυνατότητα και η επάρκεια του πολιτικού συστήματος και ειδικότερα των κομμάτων της αντιπολίτευσης προκειμένου να συμβάλουν στην αντιμετώπιση των κρίσιμων αυτών προβλημάτων; Ποια η στρατηγική τους και ποιες οι τρέχουσες επιλογές τους; Το ερώτημα δεν είναι θεωρητικό γιατί αφορά την ίδια τη φυσιογνωμία των κομμάτων αυτών, την ίδια τη δυνατότητά τους να απεμπλακούν από τις δομές, τα συμφέροντα και τις «δουλείες» που οδήγησαν σε αναξιοπιστία την ίδια την πολιτική και σε κρίση τους ύπατους δημοκρατικούς θεσμούς.

ΝΔ: Όμηρος της διαπλοκής
Η ΝΔ από την πλευρά της έχει μετατοπισθεί στο νεοφιλελεύθερο-ακροδεξιό στρατόπεδο και έχει επιλέξει μια ευθεία σύγκρουση και ρήξη όχι μόνο με την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και με κάθε επιλογή και εξέλιξη που οδηγεί τη χώρα σε μια θετική προοπτική.

Εφαρμόζοντας στην πράξη έναν πρωτόγνωρο ακροδεξιό «αριστερισμό» τηρεί μια ακραία αντιθεσμική στάση και προωθεί μια πολιτική πλήρους υπονόμευσης της πορείας εξόδου από τα Μνημόνια.

Επιδιώκει, διαφημίζει και προωθεί την περίφημη πιστοληπτική γραμμή στήριξης, δηλαδή ένα τέταρτο Μνημόνιο, γεγονός που συνεπάγεται την εσαεί διαιώνιση της αυστηρής εποπτείας και την επιβολή νέων, σκληρών, εξοντωτικών μέτρων.

Το μνημονιακό περιβάλλον, οι νεοφιλελεύθερες-αντικοινωνικές πολιτικές, ο αυταρχισμός, ο διχαστικός πολιτικοκοινωνικός λόγος διαμορφώνουν -σε μια μη αντιστρεπτή, ίσως, κατεύθυνση- την πορεία και την προοπτική της ΝΔ όπως αυτή καθορίζεται σήμερα από τις κυρίαρχες ιδεολογικοπολιτικές ελίτ και τα συμφέροντα που ηγεμονεύουν στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Η εγκληματική όψη της διαπλοκής
Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η δομή των συμφερόντων της διαπλοκής, οι ολιγάρχες των ΜΜΕ και οι έκνομες επιχειρηματικές δραστηριότητες, έχουν αποκτήσει τα τελευταία χρόνια δεσπόζουσα πολιτική θέση στις επιλογές και στη στρατηγική της ΝΔ. Ιδιαίτερα οι ηγεσίες Αντ. Σαμαρά – Κυρ. Μητσοτάκη και οι κυρίαρχες ελίτ που τις περιέβαλαν στήριξαν ένα σοβαρό τμήμα της κομματικής και πολιτικής τους επιβίωσης στα συμφέροντα αυτά και στους μηχανισμούς τους με αποτέλεσμα να τελούν σήμερα σε ομηρία τόσο οι ίδιοι όσο και το κόμμα της ΝΔ.

Αυτή η πολιτική ομηρία αποκτά έναν ιδιαίτερα κρίσιμο ρόλο από τη στιγμή που σκανδαλώδεις υποθέσεις, όπως της Siemens, της Novartis, του ΚΕΕΛΠΝΟ, των λιστών φοροδιαφυγής, όχι μόνο ήρθαν στην επιφάνεια αλλά και οδηγήθηκαν και οδηγούνται στη Δικαιοσύνη.

Δεν πρόκειται απλώς για σκάνδαλα που αποκαλύπτουν την πολιτική ευθύνη των ηγεσιών και των στελεχών της ΝΔ. Ακόμα κι αν δεν στοιχειοθετηθούν κατηγορίες για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και δωροδοκία, υφίσταται η προφανής κατηγορία της πολιτικής ενοχής, γιατί οι πράξεις αυτές είτε διενεργήθηκαν είτε απλώς συγκαλύφθηκαν με πλήρη γνώση και συνείδηση των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών εγκλημάτων που συ­ντελέσθηκαν.

Υπάρχουν όμως και τα χειρότερα… Γιατί στην ίδια τη φύση, στην ίδια τη δομή της συγκρότησης της διαπλοκής ενυπάρχει το παρακράτος της διαπλοκής, η εγκληματική όψη των πρακτικών και των λειτουργιών της.

Μια τέτοια υπόθεση είναι η γνωστή (και λιμνάζουσα επί τριετία περίπου) υπόθεση του «Noor 1», με κατηγορίες για κακουργηματικού χαρακτήρα πράξεις, για τις οποίες παραπέμπεται στη Δικαιοσύνη ο Β. Μαρινάκης… Γνωστός «πολυάσχολος» επιχειρηματίας, κάτοχος ΜΜΕ, ηγεμών του «λαού» του Ολυμπιακού και υπερεπόπτης της δημαρχίας του Πειραιά… Το κυριότερο, κληρονόμος της αδελφικής φιλίας του πατέρα του με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και κουμπάρος ο ίδιος της Ντ. Μπακογιάννη…

Σόι πάει το βασίλειο, βλέπετε…
Η ΝΔ τήρησε αιδήμονα σιωπή για το γεγονός της παραπομπής του Β. Μαρινάκη στη Δικαιοσύνη… Δεν χρειαζόταν άλλωστε να μιλήσει. Μίλησαν οι δύο, ταυτόσημες σχεδόν, ανακοινώσεις που εξεδόθησαν σε διάστημα ολίγων ημερών.

Η πρώτη αφορούσε την ανακοίνωση-καταγγελία της ΝΔ κατά της κυβέρνησης για την υπόθεση Novartis. Η δεύτερη εκδόθηκε από τον ίδιο τον Β. Μαρινάκη όταν ανακοινώθηκε η παραπομπή του. Οι δύο ανακοινώσεις ήταν σχεδόν ταυτόσημες: Καταγγελίες κατά της κυβέρνησης για συνωμοσία, κατηγορίες κατά δικαστικών, απειλές, ύβρεις, εκφοβισμοί… Όχι, δεν πρόκειται ούτε για φωτοτυπία, ούτε για αντιγραφή, ούτε για κάποιον κοινό συντάκτη… Απλώς αποκαλύπτει το κοινό πνεύμα, το κοινό ήθος, την κοινή αντιδημοκρατική αντίληψη, τα κοινά συμφέροντα που συγκροτούν το μαύρο οικονομικοπολιτικό μέτωπο της διαπλοκής.

Η ΝΔ και η ηγεσία της έχουν εγκλωβισθεί, αποτελούν οργανικό τμήμα αυτού του μαύρου μετώπου. Τα διαπλεκόμενα – επιχειρηματικά συμφέροντα δεν αποτελούν κάποια εξωτερικά βαρίδια, από τα οποία μπορεί, όταν και εάν το θελήσει, να απαλλαγεί η ΝΔ… Συνιστούν σύμφυτο στοιχείο της και θα την οδηγήσουν στον βυθό…

ΚΙΝΑΛ: Στην ίδια ομηρία μέσω Ευ. Βενιζέλου
Από τη δική του πλευρά, το Κίνημα Αλλαγής, πριν καλά καλά αποκτήσει μια, έστω και προσχηματική, υπόσταση, βρίσκεται σε μείζονα κρίση, αφού ο μύθος των ίσων αποστάσεων διαλύθηκε από τον ίδιο τον Ευ. Βενιζέλο, που διακηρύσσει και προωθεί σε κάθε ευκαιρία τη συνεργασία και σύμπλευση του ΚΙΝΑΛ με τη ΝΔ.

Επί της ουσίας: Εάν το ΚΙΝΑΛ, δηλαδή, στην πραγματικότητα το ΠΑΣΟΚ, είχε αυτόνομη υπόσταση, εάν διέθετε ανεξάρτητο πολιτικό λόγο και στρατηγική που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ιστορικής συγκυρίας, τότε κανένας Ευ. Βενιζέλος δεν θα μπορούσε να προκαλεί εσωτερική κρίση με κάθε παρουσία και πρότασή του…

Η ηγεσία του ΚΙΝΑΛ επιχείρησε μέσω των προτάσεων για τις συνταγματικές αλλαγές να παρέμβει, έστω και στοιχειωδώς, στο πολιτικό σκηνικό, να διαμορφώσει, έστω και οριακά, κάποια όρια πολιτικής αυτονομίας… Όμως τέτοιου είδους όρια δεν επιτρέπονται… Η άρνηση του Κυρ. Μητσοτάκη να στηρίξει ή και να ανεχθεί την πρωτοβουλία της Φ. Γεννηματά αποτελεί υπόμνηση και ταυτόχρονα προειδοποίηση της ηγεσίας της ΝΔ ότι οι δεσμοί του ΚΙΝΑΛ με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τα διαπλεκόμενα συμφέροντα είναι βαθείς και δεν μπορούν να ανεχθούν τέτοιου είδους «αυτονομίες» μπροστά στο «καθήκον» να ανατραπεί με κάθε κόστος (έστω και εθνικό) αυτή η κυβέρνηση. Γι’ αυτό και ηγεσία του ΚΙΝΑΛ χαμήλωσε τους τόνους και σιώπησε…

Καταληκτικά, όσον αφορά το βασικό μας ερώτημα, στα μεν εθνικά θέματα διαμορφώνεται, στοιχειωδώς έστω, ένα μέτωπο συμπόρευσης και συνεννόησης, όμως στο εσωτερικό κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό μέτωπο το ρήγμα παραμένει βαθύ και οι εντάσεις και οι συγκρούσεις θα παραμείνουν έντονες μέχρι τις επόμενες εκλογές. Την τελική απάντηση άλλωστε θα τη δώσει η λαϊκή ψήφος, η ψήφος της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, που γνώρισε τη μακρά και επώδυνη δοκιμασία των Μνημονίων, αναμένοντας επιτέλους τη δική της «Ανάσταση».


Σχολιάστε εδώ