Η «Ευρώπη» του Ντ. Τουσκ και…

…οι «εξομολογήσεις» του Γ. Ντάισελμπλουμ

Του
ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΓΚΙΒΑΛΟΥ
Αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών


H αποδυνάμωση του απόλυτου, του αυταρχικού κέντρου άσκησης της εξουσίας από τη γερμανική ελίτ καθώς και τα πολλαπλά, στρατηγικής σημασίας, αδιέξοδα που σωρεύονται στην Ευρώπη διαμορφώνουν έντονες αντιθέσεις και συγκρουσιακά πεδία στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη.

Η Ευρώπη βρίσκεται πλέον σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι: Η μια επιλογή αφορά τον επανακαθορισμό της πορείας της, με βάση ένα αναπτυξιακό-κοινωνικό πρότυπο, που θα μειώσει τις ανισότητες και τις εντάσεις και θα ενισχύσει τον ρόλο της πολιτικής και του δημοκρατικού-θεσμικού πλαισίου έναντι των χρηματοπιστωτικών δομών και των ακραίων μηχανισμών της αγοράς.

Η άλλη επιλογή είναι να επιχειρήσουν οι κυρίαρχες οικονομικοπολιτικές ελίτ ένα «φτιασίδωμα», ορισμένες αλλαγές επιφανειακού χαρακτήρα, προκειμένου να εκτονώσουν προσωρινά τις εντάσεις, χωρίς να θιγεί ο βασικός πυρήνας των συμφερόντων και των δομών εξουσίας που κυριαρχούν μέχρι σήμερα…

Οι δύο αυτές αντίπαλες και ασύμμετρες μεταξύ τους στρατηγικές αρχίζουν να διαμορφώνονται σήμερα στην Ευρώπη. Όμως το τοπίο παραμένει ομιχλώδες και αδιευκρίνιστο. Η αστάθεια που διαμορφώνεται στο απόλυτο κέντρο εξουσίας, στη Γερμανία, επιτείνει αυτήν τη ρευστότητα.

Προς ποια κατεύθυνση θα σταθεροποιηθεί το κέντρο εξουσίας στη Γερμανία; Η γερμανική οικονομικοπολιτική ελίτ δεν φαίνεται διατεθειμένη να παραχωρήσει τα προνόμιά της και να δεχθεί μια άμβλυνση του μηχανισμού των ανισοτήτων.

Το ερώτημα της στάσης του SPD
Ποια είναι όμως τα περιθώρια και οι πραγματικές προθέσεις και αντοχές του SPD; Η ευκολία με την οποία αποφασίσθηκε στο συνέδριό του η αποδοχή της διαβούλευσης για τη συγκρότηση κυβερνητικού συνασπισμού με το CDU και τους συμμάχους του προκαλεί έντονο προβληματισμό, γιατί αποκαλύπτει την επιθυμία της κομματικής-γραφειοκρατικής δομής να επανακάμψει ταχέως στις θέσεις της εξουσίας… αρκεί να υπάρξουν ευπρεπή και πειστικά προσχήματα…

Γι’ αυτό και είναι πιθανό οι όποιες διαπραγματεύσεις -που θα επεκταθούν σε βάθος χρόνου- να καταλήξουν σε μια συμφωνία που θα περιλαμβάνει ένα κοινωνικό αντίδωρο για το SPD, κάποια, δηλαδή, μέτρα στο πεδίο του κοινωνικού κράτους, χωρίς να θιγούν ούτε ο κεντρικός προσανατολισμός ούτε τα βασικά συμφέροντα και οι μηχανισμοί κυριαρχίας της γερμανικής ελίτ. Με τον τρόπο αυτό προσδοκά η γερμανική ελίτ να εκτονώσει τις εντάσεις και να κερδίσει χρόνο, ελπίζοντας σε καλύτερες ημέρες…

Ασφαλώς, το κρίσιμο ζήτημα σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι η σχέση Γαλλίας – Γερμανίας και η αναδιαμόρφωση του συσχετισμού μεταξύ των δύο χωρών, ιδιαίτερα σε πολιτικό επίπεδο.
Το σκληρό πρόγραμμα δημοσιονομικών περιστολών και περιορισμού των εργασιακών δικαιωμάτων πριονίζει τη θέση του Εμ. Μακρόν στο εσωτερικό της χώρας. Μια επάνοδος όμως της Γαλλίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο προϋποθέτει την προώθηση και υλοποίηση του βασικού, τουλάχιστον, περιεχομένου των προτάσεων του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας (ανάπτυξη, οικονομική σύγκλιση και συντονισμός, αντιμετώπιση του χρέους).

Είναι, άραγε, διατεθειμένοι, τόσο η γερμανική ελίτ όσο και το σύστημα των οικονομικών συμφερόντων που αυτή εκπροσωπεί, να αποδεχθούν τέτοιου είδους προτάσεις; Ή μήπως θα καταλήξουμε και πάλι σ’ έναν νέο συμβιβασμό, στην αναζήτηση ενός νέου μέσου όρου που θα αναπαραγάγει τα αδιέξοδα;

Υπάρχει σ’ όλα αυτά μια κρίσιμη παράμετρος, την οποία πολλές φορές υποβαθμίζουμε ή και αγνοούμε. Τι είδους δημοκρατία υπάρχει σήμερα στην Ευρώπη; Υπάρχουν, άραγε, πολιτικά συστήματα, υπάρχουν κόμματα ικανά να προασπισθούν τις δημοκρατικές αρχές, τα συμφέροντα των κοινωνιών, αποφασισμένα να συγκρουσθούν με τα οικονομικά συμφέροντα; Ή μήπως το νεοφιλελεύθερο-αντικοινωνικό πρότυπο δεν οδήγησε μόνο στην ενσωμάτωση των παραδοσιακών κομμάτων της διακυβέρνησης αλλά και υπονόμευσε μια ιστορική πολιτική και κοινωνική κουλτούρα, έναν ολόκληρο πολιτισμό, που εδραιώθηκε στις αξίες της κοινωνικής δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, των ανθρώπινων αξιών;

Η Ευρώπη της «ζούγκλας»
Οι περίφημες προτάσεις του Ντ. Τουσκ για το Προσφυγικό έρχονται να μας υπενθυμίσουν, με κυνικό μάλιστα τρόπο, τη θλιβερή πραγματικότητα.

Οι προτάσεις Τουσκ, που έγιναν με αφορμή το Προσφυγικό -εκφράζοντας τη «λογική» των χωρών του Visegrad αλλά κυρίως την ακροδεξιά – εθνικιστική – ρατσιστική ιδεολογία και αντίληψη που διαπερνά την Ευρώπη-, αποτυπώνουν σε κορυφαίο θεσμικό επίπεδο τον ευτελισμό και την ακύρωση των δημοκρατικών αξιών που υποτίθεται ότι αποτελούν τον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι προτάσεις Τουσκ καταργούν τον χαρακτήρα της αλληλεγγύης μεταξύ χωρών και λαών. Όμως το περιεχόμενο της έννοιας της αλληλεγγύης, όπως και των εννοιών της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, δεν έχει έναν αφηρημένο – ηθικό χαρακτήρα. Δεν συνδέεται με την καλή θέληση ενός προσώπου ή μιας εξουσίας.

Αντίθετα, όλες αυτές οι έννοιες θεμελιώνονται θεσμικά, δικαιικά, κανονιστικά. Αποτελούν τη βάση των κοινωνικών σχέσεων και των θεσμικά κατοχυρωμένων ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Από την άποψη αυτή, αποκτούν υλικό χαρακτήρα, αφού εδραιώνουν και καθορίζουν την ατομική και συλλογική δράση σ’ όλους τους τομείς της καθημερινής ζωής.

Για ποια Ευρώπη, για ποια Ευρωπαϊκή Ένωση μιλάμε τότε; Μήπως για την Ευρώπη της «ζούγκλας», του απηνούς και ασύδοτου ανταγωνισμού, των αντιπαραθέσεων, της εκμετάλλευσης των αδύναμων, για την Ευρώπη της αλληλοεξόντωσης;

Ελπίζουμε ότι οι προτάσεις και οι αντιλήψεις αυτές θα απορριφθούν κατηγορηματικά και στο σύνολό τους, δίχως λεκτικούς συμβιβασμούς και αμφιλεγόμενες διατυπώσεις.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, το «σκοτεινό» πρόσωπο της Ευρώπης, ακόμα κι αν δεν μπορεί να επιβληθεί, επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό σημαντικές αποφάσεις που αφορούν το παρόν και το μέλλον των ευρωπαϊκών λαών. Η στρατηγική της νεοφιλελεύθερης λιτότητας, η υπερχρέωση των κρατών, η περιστολή των κοινωνικών δικαιωμάτων, η ανεργία, η αντιμετώπιση του Προσφυγικού και η ακροδεξιά-εθνικιστική απειλή θέτουν τη σφραγίδα τους στις σύγχρονες ευρωπαϊκές εξελίξεις. Οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που θα μπορέσουν να ενεργοποιηθούν και να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά αυτήν τη δυσμενή ιστορική εξέλιξη δεν έχουν αναδυθεί σε ικανοποιητικό βαθμό. Γι’ αυτό και τα ερωτήματα παραμένουν ανοικτά, καθώς η πορεία της Ευρώπης έχει οδηγηθεί σ’ ένα προφανές αδιέξοδο.

Οι «εξομολογήσεις» του Γ. Ντάισελμπλουμ
Αυτό ακριβώς το αδιέξοδο οδηγεί τους θεσμικούς εκπροσώπους και τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές ελίτ στην αναζήτηση κάποιας θετικής ατραπούς, κάποιων διορθωτικού χαρακτήρα κινήσεων.

Σ’ αυτήν τη συγκυρία αναζήτησης θετικών προοπτικών, διατυπώνονται από πολλούς θεσμικούς παράγοντες και πολιτικά πρόσωπα κύρους επαινετικά σχόλια για την πορεία της οικονομίας της χώρας μας και για την ελπιδοφόρα -και σε ρεαλιστικά θεμελιούμενη βάση- πορεία εξόδου μας από τα Μνημόνια.

Ακόμα και αυστηρές, αυτοκριτικού χαρακτήρα, παραδοχές ακούσαμε από τον Γερούν Ντάισελμπλουμ για τις μεθοδεύσεις και τα συμφέροντα που οδήγησαν τη χώρα μας στο σιδερένιο κλουβί του ΔΝΤ και στα καταστροφικά Μνημόνια…

Στον Άδη όμως δεν υπάρχει μετάνοια… Η καταστροφή της παραγωγικής και οικονομικής βάσης της χώρας μας έχει συντελεσθεί και μια ολόκληρη κοινωνία δοκιμάζεται δεινώς…
Μία μόνο θετική επίπτωση θα μπορούσαν να έχουν στην πράξη όλες αυτές οι δηλώσεις μετάνοιας και αυτοκριτικής.

Να υπάρξει, δηλαδή, τους επόμενους μήνες μια σοβαρή και αποτελεσματική αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους, ώστε να μην απαιτηθούν για τα επόμενα χρόνια τα υπερμεγέθη πλεονάσματα της τάξεως του 3,5%, που συναρτώνται με νέες περικοπές συντάξεων και φορολόγηση των χαμηλών εισοδημάτων.

Μόνο στην περίπτωση που διευρυνθεί ο δημοσιονομικός χώρος, ώστε να υπάρξει μια σταδιακή μείωση της υπερφορολόγησης και παράλληλα μια βαθμιαία αύξηση του διατιθεμένου εισοδήματος, θα μπορέσει να πραγματοποιηθεί μια ανάκαμψη από τη βάση της οικονομικής δραστηριότητας και μια ανακούφιση της δοκιμαζόμενης ελληνικής κοινωνίας.

Μ’ αυτήν την έννοια, πρέπει να διαμορφωθεί μια νέα πολιτική συμφωνία, με σαφείς οικονομικούς και κοινωνικούς στόχους. Μόνο μέσα από μια τέτοιου είδους πολιτική συμφωνία μπορούν να αποκτήσουν ισχυρή, μεσοπρόθεσμη βάση οι επιτεύξεις των μακροοικονομικών στόχων και παράλληλα να δρομολογηθούν το ταχύτερο δυνατόν οι παραγωγικές-αναπτυξιακές παρεμβάσεις που θα μας επιτρέψουν να απαλλαγούμε από την ασφυκτική επιτροπεία και τους συνεχείς εκβιασμούς.

Το βασικό πρόβλημα, άλλωστε, της κρίσης ήταν πολιτικό και σε δεύτερο επίπεδο οικονομικό. Γι’ αυτό και πρέπει να λυθεί με κατ’ εξοχήν πολιτικούς όρους, που θα μας επιτρέψουν να πορευθούμε πέρα από πατρωνίες και δυνάστες.


Σχολιάστε εδώ