ΠΑΣΟΚ «εντός, εκτός και επί τα αυτά»

Του
ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΓΚΙΒΑΛΟΥ
Αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών


Aνείπωτη τραγωδία. Οδύνη για τους χαμένους συμπολίτες μας, απόγνωση μπροστά στις τεράστιες καταστροφές.

Κι όμως, αυτές οι τραγωδίες και οι καταστροφές είναι έτοιμες από καιρό. Έχουν προετοιμασθεί με επιμέλεια από πολιτικές εξουσίες και κυβερνήσεις που θεωρούν τα έργα υποδομής και τον σχεδιασμό χαμένα λεφτά και επιτρέπουν σε κάθε ανεύθυνη κερδοσκοπική δραστηριότητα, σε κάθε είδους πελατειακή συναλλαγή να εμπορευματοποιεί κάθε μέτρο γης, ακόμα και τα ρέματα. Η φύση δεν εκδικείται. Έχει όμως τους δικούς της απαράβατους νόμους, τους οποίους το σύστημα της εκμετάλλευσης και της ασύδοτης κερδοσκοπίας τους περιφρονεί επιδεικτικά.
Η συνοπτική αυτή υπόμνηση, που δεν συνδέεται παρά εμμέσως με το θέμα που θα προσεγγίσουμε, αποτελεί μια συμβολική συμμετοχή στο εθνικό πένθος για τους αδικοχαμένους και τις οικογένειές τους.

***
Θα επισημάνουμε πάντως με πικρία και θλίψη ότι η εθνική αυτή τραγωδία δεν θεωρήθηκε σοβαρός λόγος προκειμένου να μετατεθεί ο δεύτερος γύρος των εκλογών για την ηγεσία της αυτοαποκαλούμενης «Κεντροαριστεράς» κατά μια τουλάχιστον εβδομάδα.

Αντίθετα, το πένθος ίσχυσε για την τηλεοπτική αναμέτρηση των δύο υποψηφίων. Γιατί στην πραγματικότητα θα έπρεπε όχι μόνο να αποκρυβούν οι σοβαρές αντιθέσεις που υπάρχουν εδώ και καιρό μεταξύ των δύο υποψηφίων αλλά και μη διαταραχθεί το πολιτικό κενό, ο άχρωμος και ουδετεροποιημένος πολιτικός λόγος, που αφορά την ίδια την ταυτότητα αλλά και τις ουσιαστικές πολιτικές στοχοθεσίες του εγχειρήματος. Η σιωπή, άλλωστε, είναι χρυσός για εκείνους που επιδιώκουν να αποκρύψουν τους πραγματικούς τους στόχους, τις αληθινές τους προθέσεις.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το εκλογικό αποτέλεσμα της πρώτης Κυριακής μπορεί να οδηγήσει σε χρήσιμα συμπεράσματα, που μπορούν να συναχθούν τόσο από τα αριθμητικά αποτελέσματα όσο κυρίως από το ποιοτικό-πολιτικό περιεχόμενο της ψήφου των πολιτών.

Ποιο ήταν όμως, το νόημα, το περιεχόμενο της ψήφου; Ανατρέπει το πολιτικό σκηνικό και εκδηλώνεται μέσω της ψήφου μια δυναμικού χαρακτήρα αντίθεση προς την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ αναδεικνύεται με τον τρόπο αυτό η δυναμική προοπτική του (υπό αναζήτησιν) νέου φορέα;
Οι ευσεβείς πόθοι και το σύστημα των ελεγχόμενων ΜΜΕ και της διαπλοκής απαντούν στα ερωτήματα αυτά με απολύτως καταφατικό τρόπο. Ακόμα και ο ίδιος ο Κυρ. Μητσοτάκης έσπευσε να εκφράσει την απόλυτη ικανοποίηση και την ευαρέσκειά του για το εγχείρημα της Κεντροαριστεράς, χαιρετίζοντας εκ των προτέρων τον οργανικό του σύμμαχο.

Μια ψύχραιμη όμως προσέγγιση οδηγείται σε σαφώς αποκλίνοντα συ­μπεράσματα.

Το ΠΑΣΟΚ και οι άλλοι
Κατ’ αρχάς, η εκλογική αναμέτρηση περιορίσθηκε σε εσωκομματικό επίπεδο, αφορούσε σε πολύ μεγάλο βαθμό την ίδια την επιβίωση και την προοπτική του ΠΑΣΟΚ. Τόσο η παταγώδης αποτυχία του έτερου κομματικού φορέα, του Ποταμιού, όσο και η χθαμαλή επίδοση του δημάρχου Αθηναίων (που επιστρατεύθηκε εσπευσμένως προκειμένου να εκφρασθεί αυθεντικότερα το σημιτικό στρατόπεδο) αποδεικνύουν μια κίνηση αναδίπλωσης και εσωστρέφειας και όχι μια δυναμική παρέμβαση προς το ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον. Συνεπώς, η εμβέλεια του νέου εγχειρήματος παραμένει τουλάχιστον προβληματική, ενώ την τελική απάντηση θα τη δώσει ο αριθμός των ψηφοφόρων της επαναληπτικής εκλογής.

Υπάρχει και μια δευτερογενής, αλλά εξίσου σημαντική εξέλιξη. Εστιάζοντας στους δύο τελικούς μονομάχους του δεύτερου γύρου, παρατηρούμε ότι στα πρόσωπά τους εκφράζεται μια σαφής αντίθεση (που έχει πρόσφατο και μάλιστα επεισοδιακό παρελθόν). Κατά κάποιο τρόπο, μέσα στις συνθήκες της μνημονιακής διακυβέρνησης και της κατάρρευσης του ΠΑΣΟΚ, επαναδιατυπώνεται, με σύγχρονους όρους, η αντίθεση Ευ. Βενιζέλου και Γ. Παπανδρέου.

Το βάθος και η εμβέλεια της αντίθεσης αυτής θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τα ποσοστά που θα λάβει ο κάθε υποψήφιος στον δεύτερο γύρο. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο Ν. Ανδρουλάκης θα επιδιώξει να παρέμβει και να επηρεάσει τις όποιες μελλοντικές εξελίξεις.

Εάν σ’ όλα αυτά προσθέσουμε το γεγονός ότι το 75% περίπου των ψηφισάντων εψήφισε υποψηφίους που συνδέονται άμεσα με το ΠΑΣΟΚ, ενώ «απέβαλε» το δίδυμο Καμίνη – Θεοδωράκη, θα συμπεράνουμε ότι η μεγάλη πλειοψηφία του 75% δεν επιθυμεί τη διάλυση του ΠΑΣΟΚ και την αφομοίωση και εξαφάνισή του σε ένα άμορφο σχήμα. Αυτή η στάση, που φαίνεται να είναι κυρίαρχη, ακυρώνει αυτόματα τη στρατηγική επιδίωξη για τη διαμόρφωση ενός ενιαίου κεντροαριστερού φορέα, που περιορίζει το εγχείρημα στο επίπεδο μιας ομοσπονδίας κομμάτων και κινήσεων.

Ποια ομοσπονδία όμως; Το μόνο υπαρκτό εκτός του ΠΑΣΟΚ κόμμα, το Ποτάμι, βρίσκεται στα όρια της διάλυσης και το πλέον πιθανό ενδεχόμενο είναι η σιωπηρή αυτοδιάλυσή του, με ένα τμήμα του να οδεύει (επικαλούμενο τη μεταρρυθμιστική-φιλελεύθερη-τεχνοκρατική του θεώρηση) προς τη ΝΔ. Από την άλλη πλευρά, ο Γ. Καμίνης θα αποσυρθεί στα δημαρχιακά του καθήκοντα, συνεχίζοντας να υποστηρίζει εκ του μακρόθεν το εγχείρημα.

Καταληκτικά, η ψηφοφορία της 12ης Νοεμβρίου αποδυνάμωσε πλήρως το ενιαίο του εγχειρήματος, κατέδειξε τις μείζονες εσωτερικές του αντιφάσεις και αποτέλεσε τελικώς μια κίνηση εσωστρεφούς και αμυ­ντικού χαρακτήρα.

«Όχι» στη διάλυση του ΠΑΣΟΚ
Από την άλλη πλευρά, ας σταθούμε στα αριθμητικά αποτελέσματα, με την παρατήρηση ότι αναφερόμαστε σε εκείνα που ανακοίνωσε ο Ν. Αλιβιζάτος, χωρίς ο ίδιος να παραθέσει τα αποτελέσματα και τους ψηφίσαντες ανά εκλογικό τμήμα, ούτε να έχει ανακοινώσει ακόμα τα τελικά ποσοστά των υποψηφίων.

Σε κάθε περίπτωση, ο ανακοινωθείς αριθμός των 210.000 αποτελεί το 1/3 των ψήφων που έλαβαν συνολικά ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, ενώ η συμβολή του Γ. Καμίνη, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη (τη ευγενή χορηγία του Γ. Μπουτάρη) πλησιάζει τις 30.000 ψήφους…

Δεν πρόκειται προφανώς για μια ανατροπή του πολιτικού σκηνικού ή για αλλαγή των κομματικών συσχετισμών, όπως ισχυρίσθηκε η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Ασφαλώς υπάρχει μια ρευστότητα και μια «επικοινωνία» μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, αφού ένα πολύ μεγάλο τμήμα της κοινωνικής εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ, ήδη από το 2012 και ιδιαίτερα μετά το καλοκαίρι του 2014, μετακινήθηκε προς τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ασφαλώς υπάρχουν μεταξύ αυτών δυσαρεστημένοι και απογοητευμένοι από την κυβέρνηση ψηφοφόροι. Αυτοί όμως δεν κατεγράφησαν μαζικά. Θέλησαν ίσως να τιμωρήσουν, να προειδοποιήσουν, να αντιδράσουν. Με κανέναν τρόπο όμως οι πολίτες αυτοί δεν πρόκειται να ψηφίσουν κόμματα, φορείς και σχηματισμούς που κάτω από οποιοδήποτε τίτλο, κάτω από οποιοδήποτε πρόσχημα έχουν σκοπό να οδηγήσουν τη μέλλουσα Κεντροαριστερά στις αγκάλες της νεοφιλελεύθερης-ακροδεξιάς ΝΔ.
Αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουν όσοι σήμερα εξεργάζονται σχέδια και μηχανεύονται παγίδες και τεχνάσματα προκειμένου να επιτύχουν την παλινόρθωση μιας νέας κυβερνητικής συμπόρευσης και συνεργασίας του (όποιου) ΠΑΣΟΚ με τη Νέα Δημοκρατία.

Οι (εναπομείναντες) ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ ψήφισαν αντίθετα με τους σχεδιασμούς της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ. Δεν επιθυμούν ούτε τη διάλυσή του ούτε τη συνεργασία με τη ΝΔ.

Συνύπαρξη με συναλλαγές
Από την επομένη πάντως του δευτέρου γύρου θα αρχίσουν να εμφανίζονται πιεστικά προβλήματα, που απαιτούν σαφή απάντηση και λύση.

Κατά πρώτον, η υπόθεση της «δήθεν» Κεντροαριστεράς εξελίσσεται σε καθαρώς πασοκική και μάλιστα ενδοπασοκική υπόθεση. Κατά δεύτερον, η όποια μελλοντική συμπόρευση με κόμματα, φορείς ή πρόσωπα δεν θα μπορεί να επικαλεσθεί καν μια ενοποίηση σε πολιτικό τουλάχιστον πλαίσιο, αλλά θα απογυμνωθεί και θα καταλήξει στο επίπεδο μιας συνάθροισης, μιας συμπαρουσίας, στην οποία το κάθε κόμμα ή το κάθε πρόσωπο θα παρευρίσκεται για λόγους ατομικής επιβίωσης. Η σχέση δηλαδή που θα συνδέει τα επιμέρους κόμματα, κινήσεις και πρόσωπα θα είναι καθαρώς εργαλειακή.

Γι’ αυτό και στο πλαίσιο αυτό άρχισαν ήδη από τώρα να μοιράζονται θέσεις και αξιώματα προκειμένου να διαμορφωθεί μια συνύπαρξη και μια συμπόρευση με συγκολλητική ύλη τη συναλλαγή και την πολιτική εμπορευματοποίηση θώκων και αξιωμάτων μεταξύ της νέας ηγεσίας και των ηττημένων: Τέτοιου είδους συναλλαγές φαίνεται να αφορούν τον επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας, το Ευρωκοινοβούλιο, ή υποψηφιότητες στην Α’ Αθηνών και σε άλλες σημαντικές εκλογικές περιφέρειες…

Το σοβαρό αυτό ενδεχόμενο δεν προκαλεί βεβαίως καμία έκπληξη: Όταν, ήδη, η προετοιμασία και η όλη πολιτική στάση προσανατολίζεται προς τη ΝΔ, η ηθικοπολιτική κατάρρευση προκύπτει ως φυσιολογικό χαρακτηριστικό και επακόλουθο αυτής της επιλογής.


Σχολιάστε εδώ