Οι «κερκόπορτες» της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, τα «κόκκινα» δάνεια και το ΔΝΤ

Βέβαια το Eurogroup του Ιουνίου υπέδειξε στην κυβέρνηση να ζητήσει εγγράφως τη στήριξη του ΔΝΤ και να εξασφαλίσει γραμμή στήριξης 1,6 δισ. Πάντως στην περίπτωση δημοσιονομικού κενού δεν χρειάζεται παρέμβαση του ΔΝΤ, αφού υπάρχει «κόφτης». Σε ό,τι όμως αφορά τις τράπεζες, οι ανησυχίες είναι βάσιμες, αφού οι ανακεφαλαιοποιήσεις μέχρι σήμερα δεν αντιμετώπισαν το θέμα των «κόκκινων» δανείων. Κατά την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση, οι ανάγκες υπολογίζονταν σε 16 δισ., αλλά χρησιμοποιήθηκαν μόνο 5 δισ. Επιπλέον, η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών ανέρχεται μεν σε 33 δισ., αλλά από αυτά 19 δισ. είναι αναβαλλόμενος φόρος…

Έχουν δίκιο λοιπόν όσοι -όπως το ΔΝΤ- αποδίδουν και στο θέμα αυτό, μαζί με τη φυγή καταθέσεων, την αδυναμία χορήγησης δανείων από τις τράπεζες. Καθώς υπάρχουν αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού, εξετάζεται το ενδεχόμενο νέας ανακεφαλαιοποίησης.

Με τον τρόπο αυτό όμως υπονομεύεται η προσπάθεια των ευρωπαίων δανειστών να εμφανίσουν σχεδόν σίγουρη την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, προκειμένου να αποφύγουν την αναγκαία αναδιάρθρωση του χρέους. ʼλλωστε η κυρίαρχη γερμανική πολιτική ακολούθησε την ίδια τακτική στην αντιμετώπιση του προβλήματος των ιταλικών τραπεζών τον περασμένο Ιούνιο.

Τον Ιούνιο του 2017 υπήρξε το πρώτο μεγάλο τεστ για την τραπεζική ένωση. «Κόκκινα» δάνεια σε δύο μεσαία και δύο μικρά πιστωτικά ιδρύματα Ιταλίας και Ισπανίας αντιμετωπίστηκαν με διαφορετικές μεθόδους, όχι πάντα σύμφωνα με τους κανόνες. Η ΕΚΤ ανακοίνωσε πτωχευμένες τρεις τράπεζες, ενώ μια άλλη, η Monte dei Paschi di Siena, διασώθηκε με κρατικό χρήμα, παρόλο που έχει συσσωρευμένες ζημίες πολλών ετών και τεράστιο όγκο «κόκκινων» δανείων.

Μόνο η ισπανική Banco Popular υπέστη τα νέα μέτρα του bail-in. Για τις δύο μικρές ιταλικές τράπεζες, Veneto Banca και Banca Popolare di Vicenza, βρέθηκε μια ενδιάμεση λύση. Οι χειρισμοί αυτοί αποδεικνύουν ότι ισχύουν δύο μέτρα και δύο σταθμά στην Ευρωζώνη, παρά τους επίσημους όρκους Σόιμπλε στους κανόνες.

Η πίεση προς την ΕΚΤ για την αντιμετώπιση των προβληματικών τραπεζών είχε αυξηθεί, καθώς τον Νοέμβριο κλείνουν τρία χρόνια από την ίδρυση του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ). To μεγάλο πρόβλημα εντοπίζεται στον τραπεζικό τομέα της Ιταλίας, με τεράστιο αριθμό μη εξυπηρετούμενων δανείων (14% του ενεργητικού).

Στις 17 Ιουνίου ήλθε η πρώτη αντίδραση της ΕΚΤ, αλλά όχι με την ίδια αντιμετώπιση προς όλους. Η τράπεζα που ήταν στο κέντρο της κριτικής, η Monte dei Paschi di Siena, ανακεφαλαιοποιήθηκε με 5,4 δισ. από το Ιταλικό Δημόσιο.

Δεν υπήρξε δηλαδή παρέμβαση και bail-in, όπως ορίζουν οι κανόνες. Η «κερκόπορτα» της προληπτικής ανακεφαλαιοποίησης χρησιμοποιήθηκε για να μην ξεκινήσουν οι διαδικασίες διάλυσης της τράπεζας. Στην ισπανική Banco Popular όμως εκδιώχθηκαν οι μέτοχοι, τα χρέη διαμορφώθηκαν ως κεφάλαιο και η τράπεζα πουλήθηκε στην τράπεζα Santander για 1 ευρώ. Έχασαν τα πάντα μέτοχοι και καταθέτες, όπως επιτρέπει η νέα νομοθεσία.

Την ίδια στιγμή, η αντιμετώπιση των δύο μικρών ιταλικών τραπεζών απέδειξε ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία εφαρμόζεται με διαφορετικά κριτήρια από τις ευρωπαϊκές ισχυρές χώρες που ελέγχουν τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Πρόεδρος του ESM είναι βέβαια Γερμανός, ενώ Γαλλίδα είναι η πρόεδρος του εποπτικού μηχανισμού, Ιταλός ο πρόεδρος της ΕΚΤ κ.λπ. Έτσι Veneto Banca και Banca Popolare di Vicenza αντιμετωπίστηκαν μέσω μιας άλλης «κερκόπορτας» της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Τις δύο αυτές τράπεζες χειρίστηκε η Κεντρική Τράπεζα της Ιταλίας και η διάλυσή τους έγινε με έναν συνδυασμό bad bank και τη μεταφορά των υγιών στοιχείων του ενεργητικού τους στην Τράπεζα Intesa Sanpaolo.Το ποσό των 17 δισ. διατέθηκε για εγγυήσεις και στήριξη της Intesa.

Ο χειρισμός εγκρίθηκε από τη Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν με βάση το άρθρο 107 3β των συνθηκών που επιτρέπει την κρατική βοήθεια όταν η χρηματοπιστωτική σταθερότητα απειλείται. Αντιθέτως, κρατική βοήθεια δεν προβλέπεται για τη στήριξη των εθνικών μεταφορών και η ΤΡΑΙΝΟΣΕ πωλείται σε κρατικό ιταλικό φορέα (Ferovia).

Με τις κινήσεις αυτές εξυγιαίνεται το ευρωπαϊκό τραπεζικό τοπίο αλλά δεν εφαρμόζεται η νομοθεσία με ομοιογενή τρόπο. Ό,τι είναι δυνατό σε μια χώρα, δεν είναι σε μια άλλη.

Η Ισπανία αποδέχθηκε την εφαρμογή της νέας νομοθεσίας. Ίσως γιατί στο πρόσφατο παρελθόν έτυχε μιας εξαίρεσης, καθώς απέφυγε την ένταξη σε Μνημόνιο και έκανε αναδιάρθρωση του τραπεζικού της τομέα. Η Ιταλία, αντίθετα, επιλέγει να αυξήσει το τεράστιο δημόσιο χρέος της με 22 δισ. και αυτό γίνεται αποδεκτό. Δύο μέτρα και δύο σταθμά λοιπόν στην πορεία για την Ευρώπη των δύο ταχυτήτων.


Σχολιάστε εδώ