Η Ελλάδα πήρε αυτό που ήθελε ή αυτό που της δώσανε;

Μετά την απόφαση του Eurogroup (15.6.2017) είμαστε πλέον σε θέση να το δείξουμε και συγκεκριμένα.

Το πλαίσιο της απόφασης για το ελληνικό δημόσιο χρέος επαναλαμβάνει σχεδόν επακριβώς όσα είχαν περιληφθεί στην απόφαση του Eurogroup στις 22.5.2016 σχετικά με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα, με την προσθήκη όμως δύο νέων σημείων. Πρόκειται για τη συγκεκριμενοποίηση του ύψους του πρωτογενούς πλεονάσματος την περίοδο 2023-2060 και τον μηχανισμό προσαρμογής ρυθμού μεγέθυνσης / χρέους στα δάνεια του EFSF, όταν παρατηρούνται αποκλίσεις από τις ενσωματωμένες προβλέψεις για τον ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας στην Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους σε σχέση με τις πραγματοποιούμενες.

Θα αναφερθούμε για αυτά στη συνέχεια. Τώρα θα πρέπει να αναφερθούμε σε ορισμένα χαρακτηριστικά σημεία, προς επίρρωση των λεγομένων μας. Συγκεκριμένα:

• Όλα τα μεσοπρόθεσμα μέτρα θα εφαρμοσθούν μετά τη λήξη του παρόντος προγράμματος, την επιτυχή κατάληξή του και αν κριθούν αναγκαία («…At the end of the programme, conditional upon its successful implementation and to the extent necessary…». Δηλαδή διατηρείται η ενδεχομενικότητα εφαρμογής των μεσοπρόθεσμων μέτρων, θα αποφασίσει το Eurogroup για αυτό, όπως ακριβώς σημειωνόταν και στην απόφαση του Eurogroup (22.5.2016), με τη γνωστή έκφραση «αν χρειαστεί…», την οποία ο υπουργός Τσακαλώτος επιθυμούσε να διαγράψει στη νέα απόφαση. Η μικρή αυτή φράση δίνει απόλυτη δύναμη στον Σόιμπλε να επιχειρηματολογεί ακόμη και σήμερα ότι για πολλά έτη το ελληνικό χρέος δεν χρειάζεται αναδιάρθρωση.

• Τα πρωτογενή πλεονάσματα την περίοδο 2023-2060 θα είναι μεγαλύτερα ή ίσα με 2%, πάντως πλησιέστερα προς το 2% του ΑΕΠ («…with a primary surplus of equal to or above but close to 2% of GDP»). Και εδώ η άποψη Σόιμπλε – ESM επικράτησε της αντίστοιχης του ΔΝΤ, το οποίο υποστήριζε πρωτογενή πλεονάσματα 1,5%. Είναι γνωστόν ότι η πρόταση Σόιμπλε – ESM υποστήριζε πρωτογενή πλεονάσματα περίπου στο 2,3% του ΑΕΠ.

• Η δυνατότητα χρονικής επέκτασης των δανείων του EFSF (130,9 δισ. ευρώ) ανήκει στο Eurogroup, το οποίο μπορεί να την επεκτείνει από 0 έως 15 έτη (όχι δεκαπέντε έτη), με πάσα επιφύλαξη ως προς την τελική Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους («The Eurogroup stands ready to implement, without prejudice to the final DSA…»). Επίσης το Eurogroup μπορεί να προβεί σε χρονική μεταφορά της πληρωμής των τόκων ή των χρεολυσίων. Το ΔΝΤ, αντιθέτως, υποδεικνύει πολύ μεγαλύτερη χρονική επέκταση της λήξης των δανείων και μάλιστα από τώρα και χωρίς ενδεχομενικότητα.

• Και στις δύο αποφάσεις αναφέρεται ότι οι Συνολικές Χρηματοοικονομικές Ανάγκες (GFN) δεν θα υπερβαίνουν μεσοπρόθεσμα το 15% του ΑΕΠ και μακροπρόθεσμα αντίστοιχα το 20%, με τη σημείωση ότι αυτό θα γίνει όταν το ελληνικό δημόσιο χρέος θα σταθεροποιηθεί. Με απλά λόγια, όσο το χρέος θα σταθεροποιείται η Ελλάδα θα αποπληρώνει περισσότερο χρέος.

Τώρα υπάρχει ένα θετικό στοιχείο που αναφέρεται στην ίδρυση της Εθνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, κάτι που μέχρι τώρα οι δανειστές δεν το επέτρεπαν και οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν το διεκδικούσαν.

Τελειώνω με τον μηχανισμό προσαρμογής ρυθμού μεγέθυνσης / χρέους στα δάνεια του EFSF, όταν παρατηρούνται αποκλίσεις από τις ενσωματωμένες προβλέψεις για τον ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας στην Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους σε σχέση με τις πραγματοποιούμενες, τον οποίο η κυβέρνηση προβάλλει ως τη μεγαλύτερη επιτυχία της απόφασης του Eurogroup. Πρόκειται, ως γνωστόν, για μια παρέμβαση της γνωστής γαλλικής διπλωματίας προκειμένου να φέρει πιο κοντά τις απόψεις του Σόιμπλε και του ΔΝΤ, οι οποίες απέκλιναν στις εκτιμήσεις για τους μελλοντικούς ρυθμούς μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας. Κατʼ αρχάς, πρέπει να περιμένουμε να δούμε τα τεχνικά χαρακτηριστικά του μηχανισμού. Αυτό σημαίνει: Αυτοί που θα τοποθετήσουν το πλαίσιο, από ποια οπτική γωνιά θα το δουν; Των δανειστών ή της δανειζόμενης χώρας; Εξηγούμαι: Για να έχουμε προσαρμογή του πραγματοποιημένου ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ στον αντίστοιχο ρυθμό μεγέθυνσης που βρίσκεται ενσωματωμένος στις προβλέψεις της Ανάλυσης Βιωσιμότητας του Χρέους.

Αν ο ενσωματωμένος ρυθμός μεγέθυνσης είναι χαμηλός (σήμερα ομιλούμε για 1%-1,3% του ΑΕΠ) υπάρχει το ενδεχόμενο ο μηχανισμός αντί να προστατεύει τη δανειζόμενη χώρα, να την εξαναγκάζει να πληρώνει παραπάνω, λόγω του υψηλότερου ρυθμού μεγέθυνσης που θα παρουσιάσει. Διότι -πρέπει να σημειώσουμε στο σημείο αυτό- ο μηχανισμός μάλλον θα πρέπει να λειτουργεί και προς τις δύο κατευθύνσεις: Υψηλότερος ρυθμός μεγέθυνσης από τον προβλεπόμενο – υψηλότερες καταβολές, χαμηλότερος ρυθμός μεγέθυνσης – χαμηλότερες καταβολές. Επίσης όλα αυτά θα μπορούν να συμβούν με την προϋπόθεση ότι οι συνολικές χρηματοοικονομικές ανάγκες της Ελλάδα θα ορίζονται από το 15% μεσοπρόθεσμα και από 20% μακροπρόθεσμα, όπως έχουμε αναφέρει παραπάνω. Βεβαίως, το μέρος των πληρωμών που δεν θα καταβληθεί κάποιο έτος θα μεταφέρεται στο τέλος του προγράμματος. Αντίστοιχα, στην περίπτωση που θα πρέπει να καταβληθεί μεγαλύτερο ποσό από το υπολογισθέν, θα πρέπει φυσιολογικά να αφαιρείται από το τέλος του προγράμματος.

Όπως καταλαβαίνετε, το πρόβλημα είναι πολύπλοκο. Όμως θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι πολλά από αυτά που ακούγονται -π.χ., ότι θα πληρώνουμε όταν έχουμε- αποτελούν απλά πολιτικές χυδαιότητες. Προσωπικά, έχω πολλούς ενδοιασμούς για το αν ο συγκεκριμένος μηχανισμός θα ωφελήσει τη χώρα.

Έπειτα από όσα ανέφερα, νομίζω ότι έχει απαντηθεί το ερώτημα του τίτλου, εμμέσως αλλά με σαφήνεια. Πουθενά δεν ανέφερα κάποια κίνηση της ελληνικής κυβέρνησης. Άλλωστε ποτέ δεν μάθαμε τι ζητούσε η ελληνική κυβέρνηση σε αυτή τη συζήτηση για το ελληνικό δημόσιο χρέος.


Σχολιάστε εδώ