2017: Αλλαγές ή σημείο μη επιστροφής

Η πλαστική ευημερία, την οποία καλλιέργησε και προώθησε ο νεοφιλελευθερισμός, μέσω της χρηματοπιστωτικής υπερδομής, μετατράπηκε σε μια δανεική ευτυχία, το ακριβό τίμημα της οποίας καταβάλλουν σήμερα με οδύνη οι ευρωπαϊκές κοινωνίες και ευρύτερα ο αποκαλούμενος «δυτικός κόσμος», με ελάχιστες ίσως εξαιρέσεις. Το δίδυμο λιτότητα – αυταρχισμός κυριαρχεί σήμερα στην Ευρώπη, εκφραζόμενο κατά περίπτωση υπό διάφορες μορφές. Το γερμανικό Imperium, η κατάρρευση του κοινωνικού κράτους, η ανεργία, η φτωχοποίηση ευρέων τμημάτων του πληθυσμού, ο στείρος εθνικισμός, ο ρατσισμός, οι ακροδεξιές πολιτικές ομάδες και κυβερνήσεις αποτελούν ιστορικά προϊόντα της κρίσης που ζούμε τόσο σε κοινωνικοπολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο.

Είναι, άραγε, ορθή και επαρκής η προσέγγισή μας αυτή, που κινείται άλλωστε στο καθιερωμένο και νομιμοποιημένο πεδίο διαλόγου και ανταλλαγής επιχειρημάτων; Θα απαντήσουμε ανεπιφύλακτα με ένα κατηγορηματικό «ΟΧΙ». Γιατί έχουμε περιορίσει τη σκέψη, την ανάλυση, τον διάλογο στο κλειστό πεδίο, όπου κυριαρχεί το κοσμοείδωλο της οικονομιστικής αντίληψης και του νεοφιλελεύθερου – παγκοσμιοποιημένου παραδείγματος. Ο μέγας ηττημένος της Ιστορίας δεν είναι μόνο το κεϊνσιανό πρότυπο, το κοινωνικό κράτος, η παραδοσιακή αντιπροσωπευτική δημοκρατία και οι θεσμοί της. Γιατί πριν αρχίσει η αποδυνάμωση και έκπτωση των ιστορικών αυτών κατακτήσεων είχε ήδη ρηγματωθεί καίρια η ιστορική πολιτισμική δομή, οι αξίες, οι αρχές, τα κοινωνικά και ανθρωπιστικά προτάγματα.

Κυρίαρχη η πολιτισμική κρίση

Μόνο μια βαθιά, ιστορικού – πολιτισμικού χαρακτήρα κρίση θα επέτρεπε την επίσημη αναγνώριση, καταξίωση και νομιμοποίηση της ασύδοτης δράσης των οικονομικών μηχανισμών απέναντι στις κοινωνικές κατακτήσεις και στα δικαιώματα, απέναντι στον εθνικό και δημόσιο πλούτο, απέναντι σε κάθε δημιουργική παραγωγική και κοινωνική δραστηριότητα.

Μόνο η ιστορική αυτή έκπτωση των αξιών μπορεί να δικαιολογήσει την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ το 1992, τη νομιμοποίηση και γιγάντωση της δράσης της, αυτονομημένης πλέον από κάθε εποπτεία και έλεγχο, χρηματοπιστωτικής δομής, που σήμερα, με τη μορφή των παραγώγων και των «τοξικών» προϊόντων της, έχει υποθηκεύσει το παγκόσμιο προϊόν για τα επόμενα 10 έως 15 έτη…

Τι σημαίνει κρίση πολιτισμού; Το γεγονός ότι σκεπτόμαστε, μιλάμε, ερμηνεύουμε και δίνουμε νόημα στα γεγονότα, στα πράγματα με βάση τη γλώσσα, τα νοήματα και τις αξίες της οικονομίας και μάλιστα υπό τη χυδαιότερη ιστορικά εκδοχή της, αυτή του νεοφιλελεύθερου – αγοραίου παραδείγματος.

Ο Χέρμπερτ Μαρκούζε έχει ήδη προδιαγράψει στο εμβληματικό για ολόκληρη τη σύγχρονη δυτική σκέψη έργο του «Ο μονοδιάστατος άνθρωπος» την εργαλειοποίηση της σκέψης, την ενσωμάτωσή της στο κοσμοείδωλο του τεχνικισμού και του οικονομισμού που οδηγεί στη μονοδιάστατη θεώρηση της ανθρώπινης δραστηριότητας και του ανθρώπινου βίου. Επισημαίνει μάλιστα ότι οι συμβολικές εκφορές της ανταγωνιστικότητας, του ατομικισμού, του παραγωγισμού έχουν κυριαρχήσει απόλυτα ως θεμελιώδη νοήματα που εκφράζουν τον οικονομισμό και την κουλτούρα της βιομηχανοποιημένης σε επίπεδο σκέψης και δράσης κοινωνίας.

Ακροδεξιά και ολοκληρωτισμός με πρόσχημα τον Διαφωτισμό

Ποια είναι η θέση της πολιτικής της πολιτικής δημοκρατίας και των θεσμικών της εκφράσεων σʼ αυτό το αποπνικτικό, ασφυκτικό οικοδόμημα; Τα αποτελέσματα τα παρακολουθούμε σήμερα απορημένοι, προβληματισμένοι, ανίκανοι στην πράξη να αντιδράσουμε ως πολίτες και ως λαοί, κληρονόμοι της αρχαίας φιλοσοφικής σκέψης και του ευρωπαϊκού πολιτισμού.

Το διαφωτιστικό πρότυπο δεν αποτελεί σήμερα για την ΕΕ, για την Ευρώπη παρά ένα ιστορικό πρόσχημα, μια πολύχρωμη «κουρελού», διάτρητη από τις άγριες επιθέσεις των μηχανισμών της αγοράς και της ασύδοτης κερδοσκοπίας.

Το 2017 αποτελεί ίσως το έτος-ορόσημο για την τύχη της Δημοκρατίας στην Ευρώπη αλλά και για το ίδιο το παρόν και το μέλλον της γηραιάς ηπείρου.

Η Γαλλία αποτέλεσε, και σε πραγματικό και σε συμβολικό επίπεδο, την έκφραση της πολιτικής δημοκρατίας στην Ευρώπη. Σήμερα σύρεται πίσω από το άρμα της αυταρχικής εξουσίας της γερμανικής ελίτ. Και σε λίγους μήνες, στις επερχόμενες εκλογές, ο γαλλικός λαός θα κληθεί να επιλέξει μεταξύ του κακού και του χειρότερου. Εάν η Μ. Λεπέν εκπροσωπεί την εθνικιστική – ρατσιστική Ακροδεξιά, ο Φρ. Φιγιόν εκπροσωπεί την άλλη, τη δίδυμη εκδοχή της, αυτήν της νεοφιλελεύθερης – αντικοινωνικής Ακροδεξιάς… Κι αυτές οι εξελίξεις αποτελούν φυσικό επακόλουθο μιας ιστορικού χαρακτήρα νομοτέλειας: Του γεγονότος δηλαδή ότι η τριάδα νεοφιλελευθερισμός/λιτότητα/χρηματοπιστωτική εξουσία αποτελεί ασύμμετρο, ασύμβατο μέγεθος με τη Δημοκρατία, την κοινωνική δικαιοσύνη, τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές αξίες. Καμιά μεσολαβητική – οργανική σχέση, κανένας συμβιβασμός δεν μπορεί να προκύψει μεταξύ των δύο αυτών αντιδιαμετρικά λειτουργούντων κοσμοειδώλων.

Στη Γερμανία, για λόγους αυτοσυντήρησης και κομματικής επιβίωσης, το SPD επιθυμεί να περαιώσει τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του με τους Χριστιανοδημοκράτες και σε κάθε περίπτωση θέτει ως απόλυτο όρο την απομάκρυνση του Β. Σόιμπλε από το υπουργείο Οικονομικών στην περίπτωση όπου υπάρξει κάποιας μορφής μετεκλογική συνεργασία μεταξύ των δύο μεγάλων κομματικών σχηματισμών.

Όμως η Ακροδεξιά αυξάνεται με ραγδαίους ρυθμούς στη Γερμανία και πιέζει πολύπλευρα την Άνγκ. Μέρκελ. Πέραν της αυστηρής κριτικής για το Προσφυγικό, που δέχεται η γερμανίδα καγκελάριος, τα σενάρια περί επιστροφής στο μάρκο αποκτούν ευήκοα ώτα και σε ένα ισχυρό τμήμα της γερμανικής ηγετικής τάξης. Γιʼ αυτό και η Άνγκ. Μέρκελ υπενθύμισε στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά της ότι «κανένα κράτος δεν μπορεί να πορευθεί μόνο του στην Ευρώπη», επιχειρώντας να περιορίσει ένα νέο μέτωπο. Όμως το σενάριο για την οχύρωση της γερμανικής κυριαρχίας στο «φρούριο» μιας νέας ευρωζωνικής δομής, πολλών ταχυτήτων, όπου θα είναι πλέον θεσμοποιημένη και νομικά κατοχυρωμένη η «απολυταρχική» εξουσία της γερμανικής ελίτ, παραμένει ενεργό, ενώ ο ίδιος ο Β. Σόιμπλε ψάχνει να βρει αιτίες για να αρχίσει το ξήλωμα της σημερινής Ευρωζώνης από τα στοχοποιημένα «θύματα» του Νότου, με πρώτο πρώτο τη χώρα μας.

2017: Έτος-σταθμός

Σε κάθε περίπτωση, οι ραγδαίες αλλαγές που συντελέσθηκαν τα τελευταία δέκα σχεδόν χρόνια σε ευρωπαϊκό επίπεδο αλλά και στο ευρύτερο διεθνές πεδίο συμπυκνώνονται με επικίνδυνους ρυθμούς μέσα στο 2017, όπου ο ασφυκτικά περιορισμένος πλέον πολιτικός χρόνος απαιτεί συγκεκριμένες απαντήσεις. Οι μέχρι τώρα ισορροπίες, που καθίστανται χρόνο με τον χρόνο περισσότερο ευάλωτες και ασταθείς, δεν μπορούν πλέον να διατηρηθούν με ad hoc εμβαλωματικές, και πολλές φορές εκ των υστέρων, παρεμβάσεις. Ίσως μάλιστα μέσα από τα αποτελέσματα των γαλλικών και των γερμανικών εκλογών να προκύψουν de jura ή de facto καταστάσεις, που θα καθορίσουν τους ιστορικούς όρους για το παρόν και την ίδια την προοπτική της ΕΕ και της Ευρωζώνης.

Το γερμανικό Imperium καταστρέφει το ίδιο το έδαφος πάνω στο οποίο φιλοδοξεί να εδραιώσει ιστορικά την κυριαρχία του. Κι αν δεν αντιδράσουν οι ευρωπαϊκές οικονομικοπολιτικές ελίτ, εάν δεν διαμορφωθούν ευρύτατες κοινωνικοπολιτικές συμμαχίες, τότε η πορεία διάλυσης και καταστροφής που ακολουθεί η Ευρώπη θα αποδειχθεί ιστορικά μη αναστρέψιμη.

Επτά χρόνια καταστροφής

Μέσα στο 2017 θα κριθούν όμως πολλά και για το παρόν και για το μέλλον της χώρας μας και του λαού μας.

Η Ελλάδα βγαίνει σήμερα κατεστραμμένη σε οικονομικό, παραγωγικό και κοινωνικό επίπεδο, μετά τον πολυετή και ανηλεή «βομβαρδισμό» των μνημονιακών μέτρων και επιλογών.

Η ίδια η ΕΚΤ σε πρόσφατη έκθεσή της για τη χώρα μας επισημαίνει: «Ουδέποτε σε καιρό ειρήνης έλαβε χώρα τέτοια αναπροσαρμογή προς τα κάτω στο βιοτικό επίπεδο, σε τόσο σύντομο μάλιστα χρονικό διάστημα. Ακόμα και οι μεγαλύτερες συρρικνώσεις εσωτερικής αγοράς στην παγκόσμια οικονομική ιστορία ουδέποτε ξεπέρασαν το 7% με 10%». Με τη μείωση μισθών, συντάξεων και εισοδημάτων από 40% έως 55%, με την πτώση της εσωτερικής αγοράς κατά 50%, η χώρα οδηγήθηκε σε συνθήκες κλινικού, οικονομικού και κοινωνικού, θανάτου. Ύστερα από επτά χρόνια αποδεικνύεται ότι η Ελλάδα παραμένει στην «εντατική» όχι γιατί δεν εφάρμοσε πιστά τα μνημονιακά προγράμματα, αλλά γιατί, αντίθετα, οι κυβερνήσεις υπάκουσαν αδιαμαρτύρητα και υπέκυψαν χωρίς καν αντίλογο -πλην των δύο τελευταίων ετών- στους εκβιασμούς και στις πιέσεις των δανειστών.

Γιʼ αυτό και το 2017 αποκτά μια κρίσιμη πολιτική διάσταση και σημασία. Εάν δεν κατακτηθεί από τη χώρα και την ελληνική κυβέρνηση ένα περιθώριο πολιτικής αυτονομίας στις επιλογές και τις παρεμβάσεις της και εάν δεν διαμορφωθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο ευνοϊκότεροι συσχετισμοί που θα οδηγήσουν σε μερική έστω χαλάρωση της λιτότητας, τότε ίσως το 2017 να αναδειχθεί σε ιστορικό κομβικό σημείο, σε έτος μη επιστροφής τόσο για τις εξελίξεις στη χώρα μας όσο και για ολόκληρη την Ευρώπη.

Η ελληνική κοινωνία έχει ήδη εξαντλήσει τα όριά της και κάθε πισωγύρισμα θα μπορούσε να αποβεί καταστροφικό.


Σχολιάστε εδώ