ΠΟΙΑ ΜΑΚΡΑ ΠΟΡΕΙΑ ΔΙΑΝΥΕΙ Η ΕΛΛΑΔΑ

Δεν είναι καινούργιο στοιχείο αυτό, και στις αρχές της δεκαετίας του 1990 για το ίδιο θέμα κάθισαν στο τραπέζι οι πολιτικοί αρχηγοί και συμφώνησαν στην αντιμετώπιση του ίδιου θέματος. Στη δημοσιότητα βγήκαν όσες συμφωνίες και διαφωνίες επιτρεπόταν από το εθνικό συμφέρον να βγουν. Κανείς ποτέ δεν έμαθε τι ακριβώς ειπώθηκε, αλλά πολλά μπορεί να συμπεράνει αν δει τη συνέχεια του θέματος και τη στάση της χώρας. Ήταν η περίφημη συνάντηση όπου εκφράζοντας τη διαφωνία του με τις επιλογές του τότε πρωθυπουργού Κων. Μητσοτάκη απομακρύνθηκε ο τότε υπουργός Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς, για να ιδρύσει λίγο αργότερα δικό του κόμμα, την «Πολιτική Άνοιξη», που όμως δεν γνώρισε την επιτυχία που πολλοί περίμεναν ότι θα γνωρίσει.

Σήμερα, 17 χρόνια μετά, χωρίς να συνέλθουν ως άτυπο αλλά βαθύτατα ουσιαστικό σώμα οι πολιτικοί αρχηγοί υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, συμφώνησαν σε αυτό που ονομάστηκε «κόκκινη γραμμή», μέχρι πού μπορεί να οπισθοχωρήσουμε, αλλά και στο πολιτικό σχέδιο αντιμετώπισης του σκοπιανού προβλήματος.

Φαίνεται πως η Ελλάδα έχει πια την εμπειρία και την ωριμότητα να συμπεριφέρεται ως ευρωπαϊκή χώρα που ξεχωρίζει τις κομματικές αντιθέσεις από τα εθνικά συμφέροντα. Έχουν περάσει 34 χρόνια από τη μεταπολίτευση και σε αυτό το σημαντικό (όχι μεγάλο, αλλά εύλογο για την οικοδόμηση ανάλογης συνείδησης) διάστημα χτίστηκε γερά το σπίτι της ομοψυχίας αναφορικά με τα εθνικά δίκαια και συμφέροντα. Σειρά έχουν τώρα άλλα μεγάλα θέματα, που δεν είναι εθνικά με την έννοια των συνόρων και της εδαφικής ακεραιότητας αλλά προσδιορίζουν την ταυτότητά μας στα πεδία του πολιτισμού και της καθημερινότητας. Βέβαια, η συμφωνία σε ζητήματα Παιδείας, Υγείας και Περιβάλλοντος προϋποθέτει την απίσχνανση των κομματικών γραμμών και την υποχώρηση των αντιθέσεων έτσι όπως τις ξέρουμε μέχρι σήμερα. Προϋποθέτει την κατάθεση θέσεων και την προσέγγιση των πολιτικών προγραμμάτων, έτσι ώστε κάθε απόφαση να προκύπτει ως αποτέλεσμα ώριμης και συναινετικής διαδικασίας. Σε καμιά περίπτωση ως θρίαμβος ενός κόμματος (συνήθως αυτού που κυβερνά) σε βάρος άλλου ή άλλων. Παρά τους φόβους αρκετών ότι κάτι τέτοιο θα πιστώνεται αυτομάτως ως επιτυχία στο εκάστοτε κυβερνών κόμμα, αυτό δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα. Η ευρωπαϊκή εμπειρία δείχνει ότι οι λαοί έχουν την ικανότητα να διακρίνουν την πραγματικότητα, να αξιολογούν σωστά την προσέγγιση και να ταξινομούν τα θέματα που αφορούν το γενικό καλό και την πρόοδο μιας χώρας σε άλλη λίστα από εκείνα που αποτελούν (και πρέπει να αποτελούν διότι δεν γίνεται διαφορετικά) αντικείμενο κομματικής και πολιτικής αντιπαράθεσης. Έτσι, αποδίδουν με ακρίβεια τα οφειλόμενα στα πολιτικά κόμματα και δεν αδικείται το κόμμα που έχει συμβάλει στην αναβάθμιση της δημόσιας υγείας π.χ. Δεν ωφελείται δηλαδή το κόμμα που κυβερνά από ένα θέμα κοινού συμφέροντος. Αυτό μπαίνει στην άκρη, αφού οι πολίτες ξέρουν τι έχει συμβεί, και τα ζητήματα που κρίνουν κυβερνήσεις και κόμματα είναι άλλα. Όμως και σε αυτήν την περίπτωση πρέπει να πούμε ότι προϋποτίθεται η ύπαρξη σχετικής πολιτικής κουλτούρας, η ύπαρξη συγκεκριμένου πολιτικού πολιτισμού, τέτοιου που να θεωρεί ως πολύ λογική τη συνεργασία των κομμάτων σε θέματα Παιδείας ή Υγείας. Κάτι που δεν έχει ακόμα συμβεί στην Ελλάδα, αλλά για να είναι δίκαιος κανείς πρέπει να ομολογήσει πως μέσα σε 34 χρόνια έχουν γίνει πολλά, τα οποία άλλοι κατέκτησαν μέσα σε εκατονταετίες. Για παράδειγμα, δεν πρέπει να αγνοούμε ή να ξεχνάμε ότι μέχρι την επανάσταση του 1821 η Ελλάδα δεν έχει κοινές εμπειρίες με τις ευρωπαϊκές χώρες που γνωρίζουν μεσαίωνα, αναγέννηση, διαφωτισμό. Η Ελλάδα γνωρίζει απλώς κατοχή από ξένη δύναμη, γνωρίζει τουρκοκρατία. Τη δεκαετία του 1820 οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες είναι ή αυτοκρατορίες με κτήσεις ή χώρες με εδραιωμένα πολιτεύματα και τάξεις. Στην Ελλάδα τότε αρχίζουν να δημιουργούνται και το πολίτευμα και οι τάξεις. Όταν γίνεται η σχετική ανάλυση, κακό είναι να έχουμε στο μυαλό μας την ιστορική εξέλιξη των πραγμάτων. Δεν μπορούμε να μιλάμε για έλλειψη αστικής συνείδησης όταν η αστική τάξη στην Ελλάδα δημιουργήθηκε ή επανεμφανίστηκε μόλις πριν από 187 χρόνια. Για τόσο κοντινή ιστορία ανεξαρτησίας, τα βήματα που έχουν γίνει είναι πολλά. Αλλά να που είμαστε υποχρεωμένοι ως χώρα να τρέξουμε, ή πιο σωστά να συνεχίσουμε σε ρυθμούς ταχύτερους απ’ ό,τι οι άλλοι, τουλάχιστον αυτοί για τους οποίους τα ζητήματα των εθνικών θεμάτων, της συναίνεσης και της προσέγγισης είναι αυτονόητα.


Σχολιάστε εδώ