Η νομοτελειακή πτώση της Νέας Δημοκρατίας

Αυτό σημαίνει ότι το συντηρητικό κόμμα στην Ελλάδα λειτουργεί ως εναλλακτική λύση δευτερογενώς. Δεν αποτελεί την πρώτη επιλογή της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού αλλά την επιλογή εκείνη που θα απομακρύνει από την κυβέρνηση έναν άλλον ο οποίος απογοήτευσε, εκνεύρισε και κούρασε.

Αυτό συμβαίνει επειδή (όπως συχνά έχουμε εξηγήσει απʼ αυτήν εδώ τη στήλη) στην Ελλάδα την κοινωνική και πολιτική νομιμοποίηση κατακτά ένα πολιτικός σχηματισμός που έχει ταυτιστεί με αντιδεξιά στάση, με άδικες ήττες και με αντίσταση σε κατεστημένες λογικές και μεθόδους. Επειδή ακριβώς για δεκαετίες κυβέρνησε τη χώρα σε διάφορες εκδοχές της η Δεξιά, είναι αυτή που έχει ταυτιστεί με έκφραση εξουσίας, δύναμης και αυθαιρεσίας, εικόνα που σε μεγάλο βαθμό κατάφερε να απομακρύνει από τη Νέα Δημοκρατία ο Κώστας Καραμανλής. Γιʼ αυτό και παραμένει το μεγάλο όπλο του κόμματός του.

Αποδεικνύεται όμως για μια φορά ακόμα στην Ιστορία ότι δεν αρκεί ένας χαρισματικός και ανθρώπινος αρχηγός για να σώσει το κόμμα του, να το βαφτίσει αλλιώς και να το «περάσει» με νέα ταυτότητα στη συνείδηση του κόσμου. Μπορεί να σώζει τα προσχήματα αλλά όχι και το ίδιο το κόμμα. Μένοντας μακριά από την κυβέρνηση η ΝΔ για έντεκα περίπου χρόνια (και μην έχοντας κυβερνήσει αρκετά την περίοδο ʼ90-ʼ93 ώστε να είναι άνετη) δεν μπορεί να κρύψει τη βιασύνη της να καρπωθεί όσο περισσότερα γίνεται από το παιχνίδι εξουσίας, με αποτέλεσμα να κάνει λάθη που δεν συγχωρούνται εύκολα από τους πολίτες. Όσο κι αν αυτοί έχουν σιχαθεί τον τρόπο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, τρόπο κυνικό, παγωμένο, αδιάφορο και με σημαντικά στοιχεία διαφθοράς, δεν είναι καθόλου έτοιμοι να δεχθούν ανάλογη συμπεριφορά από τη Νέα Δημοκρατία. Κυρίως αν αυτή η συμπεριφορά συγγενεύει με σκάνδαλα και άπτεται της ηθικής διάστασης της δημόσιας ζωής. Τα μεγάλα μειονεκτήματα της ΝΔ στο πεδίο της εικόνας είναι δύο: Η αντιδημοκρατική (και αυταρχική) συμπεριφορά και η διαφθορά.

Το ΠΑΣΟΚ μπορεί πάντα να ισχυριστεί και σε μεγάλο βαθμό να πείσει ότι «μπορεί να περάσαμε φάση αλαζονείας αλλά δεν είμαστε έτσι και ζητάμε συγγνώμη». Μπορεί επίσης να αποδώσει τα επί των ημερών του σκάνδαλα σε διεφθαρμένα στελέχη που έμειναν για καιρό στο σύστημα εξουσίας. Η Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί να κάνει τίποτα απʼ τα δύο. Δεν δικαιούται; Μα, δεν είναι θέμα δικαιώματος αλλά ιστορικότητας και ρόλου στην κοινωνία. Όταν το μεγάλο μειονέκτημα του συντηρητικού κόμματος είναι η ταύτισή του με τις εξουσιαστικές δομές, δεν μπορεί να υποδυθεί το θύμα και να πείσει το κοινωνικό σώμα γιʼ αυτό.

Ο ρόλος αυτός ανήκει στην ιστορική αντιπολίτευση και κοινωνικά τον συγκεκριμένο ρόλο έχει η προοδευτική παράταξη που εκφράζεται από το ΠΑΣΟΚ. Αυτά τα ξέρει πολύ καλά ο πρόεδρος της ΝΔ και πρωθυπουργός, γιʼ αυτό και όλη του η κίνηση βασίστηκε στην προσπάθεια να καταδειχθεί ότι εκείνος είναι ο ανθρώπινος αρχηγός και όχι ο αποχωρήσας Κ. Σημίτης. Ξεπέρασε εύκολα τη διαδοχή Σημίτη από τον Γιώργο Παπανδρέου γνωρίζοντας ότι ο χρόνος για να αλλάξει την εικόνα του ΠΑΣΟΚ στον κόσμο ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ τον Φεβρουάριο του 2004 ήταν πολύ λίγος.

Οι αναφορές του Καραμανλή στο κόμμα του ήταν πολύ λίγες και στην ιδεολογία του κόμματος ακόμα λιγότερες. Ήξερε ότι δεν είναι αυτά τα δυνατά σημεία για την προεκλογική του εκστρατεία και την προσπάθειά του να νικήσει το –ήδη ηττημένο λόγω συμπεριφοράς- ΠΑΣΟΚ. Διαφάνεια, χτύπημα των «νονών» που λυμαίνονται το Δημόσιο και δρουν με προμήθειες, «σεμνά και ταπεινά» η άσκηση της εξουσίας. Ήδη, όλʼ αυτά κινδυνεύουν να ταυτιστούν με ανέκδοτο αν δεν έχουν ήδη γίνει τέτοιο. Και το ΠΑΣΟΚ χωρίς να κάνει πολλά πράγματα εισπράττει τη φθορά της ΝΔ πλησιάζοντας –σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις- στη μία ή στις δύο μονάδες. Χωρίς να μπορεί να περάσει μπροστά. Γιατί αυτό είναι ένα ειδικό σημείο-φράγμα που για να το ξεπεράσει ένα κόμμα δεν αρκεί να εκμεταλλεύεται τα λάθη του άλλου, αλλά πρέπει να έχει και δικές του πειστικές κυβερνητικές προτάσεις.

Και κάτι άλλο, ακόμα πιο σημαντικό: Εικόνα κόμματος που είναι έτοιμο και μπορεί να κυβερνήσει. Κι αυτήν την εικόνα ασφαλώς δεν την έχει (ακόμα τουλάχιστον) το ΠΑΣΟΚ.


Σχολιάστε εδώ