Το Ιράν στο στόχαστρο των ΗΠΑ

Τρία ολόκληρα χρόνια μετά τη θεαματική κατάρρευση όλων των κατηγοριών του Λευκού Οίκου για τα όπλα μαζικής καταστροφής που δήθεν διέθετε το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν, η αμερικανική κυβέρνηση, σε ρόλο αθεράπευτα μανιακού κατ’ εξακολούθηση δολοφόνου, επικαλείται για μια ακόμη φορά τα πυρηνικά του Ιράν, προκειμένου να δικαιολογήσει τις κυρώσεις που θέλει να επιβάλει στην Τεχεράνη, ακόμη και στρατιωτικά πλήγματα εναντίον του. Το αστείο τώρα μάλιστα είναι πως εγκαλεί το Ιράν όχι για κάποια πυρηνικά όπλα που διαθέτει, αλλά γι’ αυτά που υποτίθεται ότι θα μπορεί να κατασκευάσει σε δέκα χρόνια!

Αμεσα το Ιράν κατηγορείται από τις ΗΠΑ, επειδή δεν συνεργάζεται με τη Διεθνή Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας και αρνείται να ανοίξει τα εργαστήρια και τις εγκαταστάσεις του στους ελεγκτές της, ώστε να επιβεβαιώσουν ότι πράγματι η διαδικασία απεμπλουτισμού ουρανίου που είναι σε εξέλιξη αφορά ειρηνικούς σκοπούς και όχι παραγωγή πολεμικού υλικού. Από πού κι ως πού όμως μια ανεξάρτητη χώρα πρέπει να λογοδοτήσει γι’ αυτή της την άρνηση; Πολύ περισσότερο όταν το παράδειγμα του Ιράκ -η προθυμία δηλαδή που επέδειξε ο Σαντάμ Χουσεΐν να επιτρέψει στους διεθνούς επιθεωρητές να ελέγξουν το οπλοστάσιό του- δεν απέτρεψε τη χειρότερη δυνατή εξέλιξη: τη στρατιωτική εισβολή και συνεχιζόμενη κατοχή της χώρας! Το πρώτο συμπέρασμα που συνάγεται επομένως -και φαίνεται να το έμαθε καλά όχι μόνο η Τεχεράνη αλλά και η Πιονγκιάνγκ- είναι ότι η επίδειξη διαλλακτικότητας δεν ωφελεί. Αντίθετα επιτρέπει στις ΗΠΑ να πάρουν στα χέρια τους μια ώρα αρχύτερα τα πολύτιμα σχεδιαγράμματα μέσω πρακτόρων τους, που δουλεύουν στην Διεθνή Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας! Οι καταγγελίες για τα όσα συνέβησαν στο Ιράκ, υπό την κάλυψη των σημάτων της παραπάνω Επιτροπής είναι πολύ νωπές ακόμη για να ξεχαστούν…

Το Ιράν όμως δεν είναι Ιράκ. Ο πληθυσμός του είναι τρεις φορές μεγαλύτερος, φθάνοντας τα 70 εκατομμύρια, το μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειάς του είναι ορεινό και δασώδες, και, το σημαντικότερο, η πλειονότητα του πληθυσμού απορρίπτει τα σχέδια φιλοδυτικής μεταρρύθμισης του καθεστώτος και δεν θέλει καμιά συναλλαγή με τους Αμερικάνους! Αυτό έδειξαν πριν από εννιά μήνες τα αποτελέσματα των εκλογών, όταν ο Μαχμούτ Αχμαντινετζάντ κέρδισε άνετη πλειοψηφία απέναντι στους μεταρρυθμιστές αντιπάλους του, προς έκπληξη της Δύσης. Η όξυνση της αμερικάνικης επιθετικότητας όλο αυτό το διάστημα μάλιστα πέτυχε το εξής απρόβλεπτο: ακόμη και οι φωνές των λεγόμενων μεταρρυθμιστών, που φιλοδοξούσαν να γίνουν οι Γκορμπατσόφ του Ιράν πρόσφατα, έχουν σιγήσει και έχουν στοιχηθεί πίσω από τη στρατηγική που χαράσσει ο Αχμαντινεντζάντ, υποβαθμίζοντας τις διαφοροποιήσεις τους μπροστά στους ορατούς κινδύνους που αντιμετωπίζει πλέον η χώρα.

Οικονομικός στραγγαλισμός

Η στρατηγική που έχουν επιλέξει οι Αμερικάνοι είναι αυτή τη στιγμή διπλή. Πρώτα απ’ όλα επιδιώκουν την εφαρμογή κυρώσεων από τον ΟΗΕ με το αιτιολογικό ότι το Ιράν δεν παρέχει εγγυήσεις για την ειρηνική χρήση του πυρηνικού του προγράμματος. Ο κυρώσεις μπορεί να περιλαμβάνουν κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται στο εξωτερικό, απαγόρευση σε Ιρανούς κάθε επιπέδου -από κυβερνητικούς αξιωματούχους μέχρι αθλητικές ομάδες- να ταξιδεύουν στο εξωτερικό, απαγόρευση των εμπορικών συναλλαγών, ακόμη και των εξαγωγών πετρελαίου, και οποιασδήποτε διεθνούς επένδυσης στη χώρα. Το τελευταίο μέτρο μακροπρόθεσμα ενδέχεται να έχει πολύ αρνητικές συνέπειες για τη χώρα. Το Ιράν σήμερα, παρότι διαθέτει μια σειρά αξιοζήλευτες επιδόσεις, που εξηγούν τον ζήλο των Αμερικάνων (είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πετρελαιοεξαγωγική χώρα στο πλαίσιο του ΟΠΕΚ μετά τη Σαουδική Αραβία, και ο τέταρτος μεγαλύτερος παραγωγός στον κόσμο παρέχοντας το 5% της παγκόσμιας προσφοράς), έχει και μια αχίλλειο πτέρνα: τη μεγάλη ηλικία των περισσότερων εγκαταστάσεων εξόρυξης και την απουσία νέων επενδύσεων -πρόκειται για το τίμημα που αντιστοιχεί στο προβάδισμα που διέθετε στην εξόρυξη ακόμη και εκατό χρόνια πριν, όταν καμιά άλλη χώρα της Μέσης Ανατολής δεν είχε ανακαλύψει στα έγκατά της τον μαύρο χρυσό. Το εμπάργκο που εφάρμοσε μονομερώς η κυβέρνηση Κλίντον από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και η κλιμάκωση των φραστικών επιθέσεων στη συνέχεια, με αποκορύφωμα την ένταξη του Ιράν στον περίφημο Άξονα του Κακού από τον Μπους πριν τέσσερα χρόνια απέτρεψαν τις πολυεθνικές πετρελαϊκές εταιρείες της Δύσης να επενδύσουν στο Ιράν. Το κενό αυτό (που μεταφράζεται σε μια μείωση των ετήσιων επιπέδων εξόρυξης κατά 6%-7%) προσπαθεί να το καλύψει η Τεχεράνη στρέφοντας τα τεράστια ποσά που συγκεντρώνει από τις εξαγωγές πετρελαίου σε νέες επενδύσεις. Έτσι, με τα 47 δισ. δολάρια που συγκέντρωσε από τις εξαγωγές πετρελαίου πέρυσι και τα 54 δισ. δολάρια που προβλέπεται να εισρεύσουν φέτος -αν δεν μεσολαβήσουν απρόβλεπτες εξελίξεις- σκοπεύει να χρηματοδοτήσει την επόμενη τετραετία ένα φιλόδοξο πρόγραμμα επενδύσεων. Με τη βοήθεια μάλιστα και του πυρηνικού αντιδραστήρια που προτίθεται να κατασκευάσει θα μπορέσει να περιορίσει δραστικά την εσωτερική κατανάλωση υγρών καυσίμων εκτοξεύοντας τον όγκο των εξαγωγών και των εσόδων της από το πετρέλαιο.

Οι κυρώσεις επομένως θα έχουν δραματικές επιπτώσεις για την οικονομία του Ιράν – όπως φυσικά και για την παγκόσμια οικονομία λόγω της πρωτοφανούς αύξησης που θα επέλθει στις τιμές του πετρελαίου. Η πιθανότητα να εφαρμοστούν όμως επίσημα από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ παραμένει επί του παρόντος στη σφαίρα του φανταστικού. Η επίμονη άρνηση της Κίνας και της Ρωσίας, που έχουν δικαίωμα βέτο να συναινέσουν στην απαίτηση των Αμερικάνων (λόγω των ενεργειακών συμφωνιών διάρκειας δύο δεκαετιών (!) που έχει υπογράψει η πρώτη, και των συμφωνιών για εξαγωγή πυρηνικής τεχνολογίας και όπλων που έχει υπογράψει η Ρωσία), προοιωνίζονται την επανάληψη των μαραθώνιων και άκαρπων επί της ουσίας συνεδριάσεων στην έδρα του ΟΗΕ, που τις είχαμε δει προ τριετίας, με πρωταγωνιστή τον Κόλιν Πάουελ. Σε αυτό το επίπεδο επομένως οι ΗΠΑ θεωρείται πιθανότερο να κινηθούν για μια ακόμη φορά εκτός των πλαισίων της διεθνούς νομιμότητας μεταφέροντας στις διεθνείς σχέσεις τον νόμο των γκάνγκστερ: μονομερή οικονομικά μέτρα και επιλεκτικοί βομβαρδισμοί. Αυτό φάνηκε απ’ όσα δήλωσε από τη Μόσχα την προηγούμενη εβδομάδα ο απεσταλμένος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Νίκαλας Μπερνς, ο οποίος αναφέρθηκε στη συγκρότηση μιας νέας «συμμαχίας προθύμων», αλλά και από την επίσκεψη ενός άλλου αμερικάνου αξιωματούχου στις χώρες του Κόλπου, όπου σφυγμομέτρησε τις αντιδράσεις τους απέναντι σε μια ενδεχόμενη αμερικανική επίθεση στο Ιράν.

Πράξη πολιτικής ανοησίας

Η καταφυγή στη χρήση βίας ενέχει όμως για τους Αμερικάνους τεράστιους κινδύνους -πολύ ανώτερους από εκείνους που αναλάμβαναν με την επιδρομή στο Ιράκ. Ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του πρώην αμερικανού Προέδρου Τζίμι Κάρτερ, Ζμπίγκνιεφ Μπρζεζίνσκι -που δεν διεκδίκησε και ποτέ δάφνες για την προσήλωσή του στην ειρήνη- διατύπωσε ως εξής τα ρίσκα που αναλαμβάνει η Ουάσινγκτον με ένα άρθρο του στον διεθνή Τύπο την Τετάρτη, που είχε τίτλο «Μην επιτεθείτε στο Ιράν»: «Η Αμερική θα γινόταν ακόμη πιο πιθανός στόχος για την τρομοκρατία με το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου να οδηγείται στο συμπέρασμα ότι η υποστήριξη που παρέχει η Αμερική στο Ισραήλ είναι η σημαντικότερη αιτία για την άνοδο της τρομοκρατίας. Η Αμερική θα απομονωνόταν περισσότερο και επομένως θα ήταν περισσότερο ευάλωτη, καθώς οι προοπτικές για μια τελική περιφερειακή συμβιβαστική λύση μεταξύ του Ισραήλ και των γειτόνων του θα απομακρυνόταν ακόμη περισσότερο. Έπεται ότι μια επίθεση στο Ιράν θα ήταν πράξη πολιτικής ανοησίας, πυροδοτώντας μια κλιμακούμενη αναστάτωση στις διεθνείς σχέσεις. Με την Αμερική να είναι όλο και περισσότερο στόχος επεκτεινόμενης εχθρότητας, η εποχή της αμερικανικής υπεροχής θα έφθανε σε πρόωρο τέλος».

Τον κώδωνα του κινδύνου για την παγκόσμια σταθερότητα και τις διεθνείς σχέσεις, στην περίπτωση όπου επιτεθούν οι Αμερικάνοι στο Ιράν, έκρουσαν την ίδια μέρα και έξι πρώην υπουργοί Εξωτερικών, μεταξύ των οποίων η Μαντλίν Ολμπράιτ, σημαιοφόρος της αμερικάνικης επέμβασης στη Γιουγκοσλαβία, ο Γιόσκα Φίσερ της Γερμανίας και ο Ιμπέρ Βεντρίν της Γαλλίας, μέσα από άρθρο τους, που δημοσιεύτηκε στον παγκόσμιο Τύπο. Ανέφεραν λοιπόν: «Ακόμη και αν η αμερικάνικη αεροπορική ισχύ πετύχαινε για ένα διάστημα να αποτρέψει την Τεχεράνη να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, το Ιράν θα μπορούσε εύκολα να βρει άλλους τρόπους -περιλαμβανομένης και της τρομοκρατίας- για να αντεπιτεθεί στα δυτικά συμφέροντα στην περιοχή και αλλού. Μια τέτοια μονομερή χρήση δύναμης από την Ουάσινγκτον θα έβρισκε μικρή υποστήριξη μέσα στην Ευρώπη και θα υπονόμευε περαιτέρω τις διατλαντικές σχέσεις, σε μια εποχή όπου ανακάμπτουν από τις διαιρέσεις που δημιούργησε η επέμβαση στο Ιράκ. Η Ρωσία και η Κίνα σίγουρα θα αντιτίθενταν σε μια τέτοια κίνηση. Ακόμη και στενοί σύμμαχοι των Αμερικάνων στην Ασία και τη Λατινική Αμερική θα αντιδρούσαν σε μια αμερικανική στρατιωτική δράση εναντίον του Ιράν υπό αυτές τις περιστάσεις. Φοβούμενες τις μακροπρόθεσμες συνέπειες για την ασφάλειά τους από ένα ακόμη πιο ριζοσπαστικοποιημένο ιρανικό καθεστώς, η Τουρκία, η Αίγυπτος και άλλες γειτονικές χώρες θα έχουν νέα ερείσματα για να επιδιώξουν τα δικά τους πυρηνικά προγράμματα, υποσκάπτοντας ακόμη περισσότερο το παγκόσμιο καθεστώς μη-διάδοσης».

Η επίθεση στο Ιράν συνεπώς ενδέχεται να ανοίξει το κουτί της Πανδώρας για τους Αμερικάνους, ωθώντας στα άκρα τις αντιδράσεις των Αράβων -αρκεί να θυμηθούμε ότι η εκλογή του Αχμαντινετζάντ στο Ιράν, αλλά και της Χαμάς στην Παλαιστίνη ήταν η πιο νομότυπη αντίδραση απέναντι στο αμερικάνικο σχέδιο άλωσης της Μέσης Ανατολής-, γενικεύοντας την αστάθεια στην περιοχή και επιταχύνοντας την κρίση της αμερικανικής ηγεμονίας.

Ταυτόχρονα με το παραπάνω σχέδιο επιχειρείται να υπονομευθεί και από τα μέσα το ιρανικό καθεστώς. Η χορήγηση τον Φεβρουάριο του 2005 από το Κογκρέσο 75 εκατομμυρίων δολαρίων, κατόπιν αιτήματος της Κοντολίζα Ράις, για να χρηματοδοτηθούν αμερικάνοι πράκτορες που δραστηριοποιούνται στο εσωτερικό του Ιράν δεν δείχνει μόνο την επιμονή των Αμερικάνων να ανατρέψουν το -δημοκρατικά εκλεγμένο!- καθεστώς του Αχμαντινετζάντ, αλλά και το πόσο κάλπικη είναι η προσήλωσή τους στη δημοκρατία. Πολύ δε περισσότερο όταν για τη θέση του Αχμαντινετζάντ προετοιμάζουν τον γιο του Σάχη, που είναι αμερικανός πολίτης και έχει να επισκεφθεί τη χώρα τρεις δεκαετίες!


Σχολιάστε εδώ