Η πιο άγρια επίθεση του νεοφιλελευθερισμού

Η κυβέρνηση υπολόγισε ότι θα υπήρχαν μειωμένες αντιδράσεις των εργαζομένων και των συνδικαλιστικών φορέων τους, λόγω θέρους. Και έτσι θα μπορούσαν τα νομοθετήματα που αφορούν τις εργασιακές σχέσεις να ψηφιστούν χωρίς κραδασμούς και κοινωνικές αναστατώσεις. Όμως έπεσε έξω. Όλοι ενδιαφερόμενοι βρέθηκαν σε κατάσταση επιφυλακής. Τα συνδικάτα στριμωγμένα και σε θέση άμυνας και ο ΣΕΒ νικητής, που επιτίθεται για να πετύχει όσο το δυνατόν περισσότερα. Και η κυβέρνηση, γυμνή από πείθοντα επιχειρήματα, προσπαθεί μάταια να πείσει ότι τα μέτρα που λαβαίνει αποβλέπουν στη θεραπεία των όποιων διαρθρωτικών αδυναμιών της αγοράς εργασίας. Έτσι η κοινωνική αναστάτωση βρίσκεται σε εξέλιξη. Η κυβέρνηση κατάφερε με τις πρωτοβουλίες της, δίκην καταιγίδας προφανώς από απειρία, να μετατρέψει την Ελλάδα σε αναστατωμένο κόσμο.

Εκείνο που έχει αναστατώσει τους εργαζόμενους είναι ότι βλέπουν στη χώρα μας να βρίσκεται σε εξέλιξη μια μάχη του νεοφιλελευθερισμού εναντίον των κεκτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων. Και με πρόφαση τον ανταγωνισμό! Για άλλη μια φορά οι εργαζόμενοι καλούνται σε θυσίες. Λες και ο ανταγωνισμός και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας είναι μόνο ευθύνη των εργαζομένων. Όμως η παραγωγή ανταγωνιστικών προϊόντων προϋποθέτει την ύπαρξη επιχειρήσεων με έρευνα και τεχνογνωσία και παραγωγική μηχανή υψηλού τεχνολογικού επιπέδου. Πόσες ελληνικές επιχειρήσεις διαθέτουν πόρους για έρευνα; Πόσες παράγουν (ή αγοράζουν) τεχνογνωσία; Πόσες διαθέτουν σύγχρονα μηχανήματα υπεραπόδοσης; Ελάχιστες. Toν καιρό που έπρεπε οι ελληνικές επιχειρήσεις απέφευγαν τις επενδύσεις σε τέτοιες «πολυτέλειες». Και τώρα με αναίδεια ΣΕΒ και κυβέρνηση θέλουν να ρίξουν το βάρος της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας στους ώμους των εργαζομένων, επειδή σήμερα βρίσκονται σε ασθενέστερη θέση. Το λυπηρό είναι ότι και η κυβέρνηση χωρίς σκέψη συμμάχησε με τις δυνάμεις της αντίδρασης και εξαπέλυσε την καταιγίδα των μέτρων. Θεώρησε τους εργαζομένους εύκολο αντίπαλο. Κακή και απάνθρωπη εκτίμηση, για την οποία φέρει ακεραία την ευθύνη ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, γιατί ο πρωθυπουργός φέρεται να έχει την πρωτοβουλία της ανατροπής των εργασιακών σχέσεων εις βάρος των εργαζομένων.

Συγκλίνουσες πληροφορίες βεβαιώνουν ότι επιδίωξη των νεοφιλελεύθερων και του ΣΕΒ, με τη συμπαράσταση και της ανόητης Κομισιόν, είναι να σύρουν την κυβέρνηση στην προώθηση των παρακάτω αντεργατικών μέτρων και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα:

α) Νομοθετική κατοχύρωση του πλήρους διευθυντικού δικαιώματος της εργοδοσίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την απόλυτη περιθωριοποίηση του εργαζομένου (ατομικές συμβάσεις εργασίας, καθορισμός ωραρίου, δικαίωμα απολύσεων, ανασφάλιστη εργασία κ.λπ.). Και όλα αυτά για να καταργηθούν, σε επόμενη φάση, οι Εθνικές Συλλογικές Συμβάσεις και ο εργαζόμενος να προσλαμβάνεται με ατομική σύμβαση και με τους όρους που θα θέτει ο εργοδότης.

β) Αλλαγή του ασφαλιστικού καθεστώτος, όπως πιλοτικά έγινε με τους τραπεζοϋπαλλήλους, για να μειωθούν οι εργοδοτικές εισφορές και οι ασφαλισμένοι να αναλάβουν εξ ολοκλήρου το βάρος των συνταξιοδοτικών τους παροχών, με παράλληλη ασφάλισή τους και στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες (αμερικανικό μοντέλο μεικτής ασφάλισης). Στην αναμόρφωση του ασφαλιστικού μας συστήματος κεντρική θέση κατέχουν δύο βασικές επιδιώξεις: η αύξηση του ορίου ηλικίας για πλήρη συνταξιοδότηση και η μείωση των παροχών στους συνταξιούχους «νέας γενιάς» με διάφορες μεθοδεύσεις (μαθηματικούς τύπους, αμφιλεγόμενους υπολογισμούς, μειώσεις ποσοστών κ.λπ.). Όλα αυτά όμως ροκανίζουν το εισόδημα και των εν ενεργεία απασχολουμένων και των συνταξιούχων. Το συνταξιοδοτικό σύστημα δεν αφορά μόνο τους ήδη συνταξιούχους, αλλά και τους εν ενεργεία, αφού καθορίζει και τις εργασιακές εισφορές.

γ) Θεσμοθέτηση της μη μονιμότητας στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, στις τράπεζες και στις τέως και νυν ΔΕΚΟ σε πρώτη φάση και στη συνέχεια άρση της μονιμότητας και στο Δημόσιο. Όλοι οι εργαζόμενοι, δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, θα προσλαμβάνονται με σύμβαση έργου ορισμένου ή αορίστου χρόνου και θα βρίσκονται συνεχώς υπό την απειλή της απόλυσης και της εξαθλίωσης από την ανεργία. Έτσι φτάσαμε και πάλι στην εποχή του Τρικούπη και του Δηλιγιάννη και σε κάθε συνοικία θα υπάρχει η «πλατεία Κλαυθμώνος», όπου κάθε πρωί θα μαζεύονται οι άνεργοι οικογενειάρχες για να περάσουν οι εργοδότες να διαλέξουν προσωπικό. Και οι πολλοί θα συνωστίζονται στα πολιτικά γραφεία για να ζητιανέψουν κάποια σύμβαση.

δ) Καθιέρωση ενός ατελείωτου ωραρίου εργασίας, μέχρι και 16 ώρες το 24ωρο. Προς το παρόν επιδιώκεται η διχοτόμηση του 24ωρου δουλειάς με 12 ώρες δουλειάς και 12 ώρες για τις άλλες ενασχολήσεις και για ανάπαυση. Το 16ωρο της απασχόλησης και χωρίς αμειβόμενες υπερωρίες θα είναι το επόμενο βήμα. Το σύνθημα της εργοδοσίας το άκουσα προ ημερών από στόμα βιομηχάνου. Είπε: «Χρειαζόμαστε λίγους, αλλά δουλευταράδες και χωρίς αναιδείς απαιτήσεις»! Μεσαιωνικές αντιλήψεις.

Αυτά τα «ευγενή οράματα» ανέλαβε να θεσμοθετήσει η σημερινή κυβέρνηση. Και οι εργαζόμενοι διαισθάνονται τι τους περιμένει. Και αντιδρούν υπερασπιζόμενοι στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Και σ’ αυτό ευτυχώς συμφωνούν και οι συνδικαλιστές που ιδεολογικά πρόσκεινται στην παράταξη της ΝΔ.

Οι δύο μεγάλες εργατικές παρατάξεις, ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ, ενώνουν τις δυνάμεις τους για να ματαιώσουν την υλοποίηση αυτών των «ευγενών οραμάτων» του Κώστα Καραμανλή και της ΝΔ, που βιάζονται για να τελειώνουν με τους εργαζόμενους μέσα στο καλοκαίρι, γιατί από τον Οκτώβριο πρέπει να περιλάβουν τους φορολογούμενους, όπως δείχνει καθαρά η κινδυνολογία που καλλιεργείται για την άσχημη πορεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού. Από το πραιτώριο της νεοφιλελεύθερης αναλγησίας θα περάσουν εργαζόμενοι δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, συνταξιούχοι, μικρομεσαίοι καταστηματάρχες, φορολογούμενοι και κάθε «μη προνομιούχος» για να… ξαπλώσουν στην προκρούστεια κλίνη του νεοφιλελευθερισμού. Χρέη Προκρούστη θα εκτελεί η κυβέρνηση.

Έτσι θα διορθωθούν όλες οι κατά τη νεοφιλελεύθερη άποψη διαρθρωτικές… αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Όμως οι εμπνευστές της νέας αυτής κοινωνικοοικονομικής δόμησης αντιλαμβάνονται ότι το οράματά τους δεν είναι εύκολο να υλοποιηθούν με τον σημερινό συσχετισμό δυνάμεων και με ενωμένες τις εργατικές δυνάμεις. Γι’ αυτό και θα προσπαθήσουν να διασπάσουν τις κοινωνικές δυνάμεις με διάφορες μεθόδους. Η αρχή έγινε με το θέμα του ασφαλιστικού των τραπεζοϋπάλληλων. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι οι νέες ρυθμίσεις δεν θα εφαρμοστούν για όσους έχουν προσληφθεί πριν από το 1992.

Έτσι κατάφεραν να δημιουργήσουν υπαλλήλους δύο ταχυτήτων. Δηλαδή «θιγόμενους» και «μη θιγόμενους» από τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, στο συνταξιοδοτικό καθεστώς και στην άρση της μονιμότητας. Έτσι πετυχαίνουν τη διάσπαση των δυνάμεων. Αυτή όμως η τακτική, που μοιάζει να είναι συνειδητή επιλογή υιοθετημένη και από την κυβέρνηση, τελικά θα καταλήξει σε διάσπαση της κοινωνικής συνοχής. Ήδη με το νέο ωράριο των καταστημάτων έθεσε αντιμέτωπους τους μαγαζάτορες με τους καταναλωτές. Με τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις θέτει αντιμέτωπους τους εργαζόμενους με την εργοδοσία. Με τις εξαιρέσεις ορισμένων από τις νέες ρυθμίσεις θέτει αντιμέτωπους τους «θιγόμενους» με τους «μη θιγόμενους». Έτσι δημιουργεί φατρίες εις βάρος της κοινωνικής συνοχής. Αλήθεια, πώς θα διατηρηθεί η κοινωνική και η εργασιακή ειρήνη με τους εργαζόμενους να είναι εναντίον των εργοδοτών τους και επιπλέον να έχουν και εσωτερική διαίρεση; Πώς θα πετύχουμε ανάπτυξη χωρίς τη συνεργασία όλων των παραγωγικών δυνάμεων; Πώς θα προχωρήσει μπροστά η ελληνική οικονομία, όταν δεν υπάρχει ειρηνικό μακροοικονομικό περιβάλλον; Ποιος επενδυτής θα επενδύσει σε μια χώρα όπου οι συντελεστές παραγωγής, κεφάλαιο και εργασία, δεν διατηρούν ειρηνικές σχέσεις; Άραγε οι εισηγητές των αλλαγών τα έθεσαν αυτά υπ’ όψιν του κ. πρωθυπουργού; Οι σύμβουλοί του εντόπισαν όλο το φάσμα των επιπτώσεων, κοινωνικών και οικονομικών, από τα μέτρα που προωθεί με τόσο φανατισμό η κυβέρνηση; Και αν οι άνθρωποί του δεν τον ενημέρωσαν, ας προσπαθήσει μόνος του να συλλάβει σφαιρικά τα προβλήματα και να λάβει τις σωστές αποφάσεις, εφαρμόζοντας τις αρχές που έχει υιοθετήσει η θεωρία της λήψης αποφάσεων, ερευνώντας όλες τις εναλλακτικές λύσεις. Εκτός εάν δεσμεύεται για συγκεκριμένες λύσεις, οπότε μάταια περιμένουμε κοινωνικό και οικονομικό ορθολογισμό.

Κατά τον πρώτο χρόνο (απραξίας) της κυβέρνησης είχαμε την προσδοκία ότι ο Κώστας Καραμανλής ερευνά, αξιολογεί και μετράει τις επιπτώσεις των μελλοντικών επιλογών της κυβέρνησης. Ερευνά τα κακώς κείμενα και τα εσφαλμένως γενόμενα της παρελθούσης πασοκικής περιόδου. Αξιολογεί και ιεραρχεί τις ανάγκες του λαού και μετράει τις επιπτώσεις των κυβερνητικών επιλογών του. Περιμέναμε στον δεύτερο χρόνο διακυβέρνησης έναν Καραμανλή γνώστη των προβλημάτων, που θα έβαζε μπροστά την αναγεννημένη μηχανή της εξουσίας για την επίλυσή τους. Αντί για αυτά τώρα διαπιστώνουμε ότι η κυβερνητική απραξία του πρώτου έτους βασικά οφειλόταν στον προβληματισμό του πρωθυπουργού πώς και με ποια μέθοδο θα εγκαθιδρύσει στην Ελλάδα το ανάλγητο, απάνθρωπο και αποκρουστικό πρόσωπο του θατσερικού νεοφιλελευθερισμού. Τώρα βλέπουμε με απογοήτευση ότι ο Κώστας Καραμανλής συνεχίζει με εντατικούς ρυθμούς το έργο που ξεκίνησε ο Κώστας Σημίτης, δηλαδή την εγκαθίδρυση στην Ελλάδα μιας ολοκληρωμένης νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Συμπληρώνει τις επιλογές Σημίτη, σπέρνει αλλαγές και θερίζει αγανάκτηση.


Σχολιάστε εδώ