Ξεκάθαρο μήνυμα στην Άγκυρα πρέπει να στείλει από την Κύπρο ο Κυριάκος Μητσοτάκης

Ξεκάθαρο μήνυμα στην Άγκυρα πρέπει να στείλει από την Κύπρο ο Κυριάκος Μητσοτάκης

– Ετοιμότητα για κάθε ενδεχόμενο με τον στριμωγμένο και αχαλίνωτο Ερντογάν

Mπροστά σε εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις θα βρεθούν σύντομα Αθήνα και Λευκωσία, καθώς η Τουρκία και ο Ταγίπ Ερντογάν έχουν καταστήσει το θέμα της Ανατολικής Μεσογείου μείζον ζήτημα εθνικής ασφάλειας, ισότιμο με την κρίση στη Συρία, όπου επίσης διακυβεύονται κρίσιμα θέματα για την Τουρκία.

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Ο Ταγίπ Ερντογάν, αν και λαβωμένος στο εσωτερικό, μετά και το εκλογικό αποτέλεσμα της Κωνσταντινούπολης και με την οικονομία να βρίσκεται σε δύσκολο μονοπάτι, δεν πρόκειται να υποχωρήσει στα δύο αυτά ζητήματα, όπου είτε με απειλές πολέμου είτε με εκβιασμούς και με τεχνάσματα θα επιδιώξει να αποσπάσει κέρδη για τη χώρα του. Κέρδη που πιστεύει ότι θα μπορέσουν να αντισταθμίσουν τη δυσάρεστη εικόνα που παρουσιάζει σήμερα η Τουρκία.

Στη Συρία μέχρι τώρα οι εκβιασμοί δεν έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα και οι Αμερικανοί δεν φαίνονται έτοιμοι να του κάνουν το χατίρι, ώστε, με την ανοχή του «συμμάχου» του Βλαντιμίρ Πούτιν, να εισβάλει στη Συρία και με το πρόσχημα της ζώνης ασφαλείας να προχωρήσει σε εκκαθάριση των κούρδων του YPG.
Στο θέμα των S-400, παρά το σοβαρό πλήγμα με την απομάκρυνση της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F-35, (που επετεύχθη και με τη δυναμική δραστηριοποίηση μιας νέας γενιάς ομογενών, που με άξονα την οργάνωση HALC υιοθετούν νέες μεθόδους προβολής των εθνικών συμφερόντων της Ελλάδας και της Κύπρου σε Κογκρέσο, Γερουσία και Στέιτ Ντιπάρτμεντ), ο κ. Τραμπ, για λόγους που δεν είναι ξεκάθαροι, είναι απρόθυμος να προχωρήσει σε επιβολή κυρώσεων που θα γονάτιζαν την Τουρκία.


 Αθήνα και Λευκωσία να διαχειριστούν την προσπάθεια της Τουρκίας να αποσπάσει μερίδιο από το φυσικό αέριο της Κύπρου


Έτσι, τις τελευταίες ημέρες, ακούγεται από την Ουάσινγκτον ότι κυρώσεις θα επιβληθούν εάν η Τουρκία… ενεργοποιήσει τους S-400 και όχι απλώς εάν και όταν τους παραλάβει.
Στο περιβάλλον αυτό καλούνται Αθήνα και Λευκωσία να διαχειριστούν την προσπάθεια της Τουρκίας να επιβάλει διατήρηση του status quo στο Αιγαίο (θεωρώντας ότι δεν πρέπει να υπάρξει καμιά κίνηση από την Ελλάδα είτε για εκμετάλλευση των φυσικών πόρων είτε για επανακαθορισμό των θαλάσσιων ζωνών της) και συγχρόνως να αποσπάσει μερίδιο από το φυσικό αέριο της Κύπρου και να εξασφαλίσει ότι το τουρκικό έδαφος θα προηγηθεί των άλλων επιλογών για την εξαγωγή του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου προς την Ευρώπη.

Και αυτό το επιδιώκει είτε με τις απειλές και την απόπειρα δημιουργίας κρίσης, η οποία θα φρενάρει το ενεργειακό πρόγραμμα της Κύπρου, είτε μέσω εκβιαστικής επιβολής, άνευ πλαισίου και πάντως πέραν του πλαισίου του Κραν Μοντανά, συνομιλίων για το Κυπριακό, όπου εκεί θα τεθεί το ζήτημα των υδρογονανθράκων, ως στοιχείο και εκ των παραμέτρων της λύσης…
Η τουρκοκυπριακή πλευρά επιχειρεί να δημιουργήσει τετελεσμένα και σε σχέση με τα Βαρώσια, καθώς θεωρεί ότι με τις κινήσεις για άνοιγμα της περίκλειστης περιοχής θα υποχρεώσει την ελληνοκυπριακή πλευρά σε ενδεχόμενη επανάληψη των συνομιλιών, όπου θα κληθεί να καταβάλει πρόσθετα ανταλλάγματα για να ισχύσει το status quo ante για τα Βαρώσια.

Να ξεκαθαρίσει ο Αναστασιάδης τι θέλει
Στο πλαίσιο αυτό όμως θα πρέπει και ο Νίκος Αναστασιάδης να ξεκαθαρίσει το πλαίσιο λύσης το οποίο θα επιδιώξει στις συνομιλίες, τις οποίες ξεκινά με τη διερευνητική συνάντησή του με τον Ακιντζί στις 9 Αυγούστου, οι οποίες θα επαναληφθούν, όπως φαίνεται, τον Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη (ΓΣ του ΟΗΕ). Ο κ. Αναστασιάδης επιδιώκει τώρα να κερδίσει χρόνο, αλλά μπορεί να βρεθεί προ εκπλήξεων. Και θα πρέπει να δώσει το στίγμα των προθέσεών του, καθώς οι δηλώσεις Τσαβούσογλου, ο οποίος αποκάλυψε ότι στη διάρκεια των συνομιλιών του Κραν Μοντανά αλλά και κατόπιν ο κ. Αναστασιάδης του έκανε συζήτηση για λύση «δύο κρατών» ή και συνομοσπονδίας έχουν δημιουργήσει προβληματισμό για το εάν πρόκειται για επεξεργασμένες ιδέες ή απλώς κουβέντες του ποδαριού, που όμως δεν βοηθούν τη διαπραγματευτική θέση της Λευκωσίας.

Στο πλαίσιο αυτό, η επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη, η πρώτη ως πρωθυπουργού της Ελλάδας, στην Κύπρο τη Δευτέρα έχει ιδιαίτερη σημασία. Και συμβολική, καθώς θα πρέπει να ξεπεράσει τα επιφυλακτικά αισθήματα που προκαλεί σε πολλούς Ελληνοκύπριους το επίθετο «Μητσοτάκης» και να δείξει ότι όπως ήταν προετοιμασμένος στα εσωτερικά ζητήματα της Ελλάδας, έτσι είναι και στα μείζονα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, με πρώτο το Κυπριακό, και έχει ξεκάθαρες θέσεις.
Όμως και από την Κύπρο ο κ. Μητσοτάκης θα πρέπει να στείλει ξεκάθαρο μήνυμα για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, καθώς μέχρι τώρα οι γενικοί αφορισμοί περί επιδίωξης καλών σχέσεων με τη γείτονα ή δηλώσεις του τύπου «να γίνει θαρραλέο βήμα με τον κ. Ερντογάν» και άλλες για το μέρισμα ειρήνης από τη μείωση των εξοπλισμών δεν αρκούν για τη διαμόρφωση της πολιτικής αντιμετώπισης των τουρκικών απειλών σε Αιγαίο και Μεσόγειο.

Πάντως οι συνθήκες είναι ευνοϊκές σε ό,τι αφορά τουλάχιστον τη συνέχιση και ενίσχυση των τριμερών συνεργασιών στην περιοχή, που αποδεικνύονται σε πυλώνα σταθερότητας και ασφάλειας, στον οποίο επενδύει και ο αμερικανικός παράγοντας. Η επίσκεψη του κ. Δένδια στο Ισραήλ, την παραμονή της επίσκεψης Μητσοτάκη στη Λευκωσία, και η συνάντησή του με την πολιτική ηγεσία της χώρας δίνει την ευκαιρία για να σταλεί ένα μήνυμα στην Άγκυρα, ότι η σχέση Ελλάδας – Ισραήλ έχει πλέον περάσει σε ένα πιο αναβαθμισμένο επίπεδο και καλύπτει όχι μόνο θέματα ενέργειας και οικονομικής συνεργασίας αλλά και ζητήματα ασφάλειας. Με στόχο φυσικά τη διαμόρφωση πλαισίου ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή, όπου αναπτύσσονται νέες πηγές ενέργειας, κρίσιμες και για τις χώρες της περιοχής αλλά και για την Ευρώπη.

Και αυτό που οφείλει να έχει κατά νου η ελληνική κυβέρνηση είναι ότι ο Ερντογάν όσο περνούν οι εβδομάδες και οι μήνες και μεγαλώνουν τα αδιέξοδά του, τόσο πιο επιθετικός και πιο επικίνδυνος θα γίνεται και για την Κύπρο και για την Ελλάδα.

Αλλά σε ό,τι αφορά στο Κυπριακό, που τον πρώτο λόγο έχει η Λευκωσία, στο Αιγαίο, παρά τον ενθουσιασμό του κ. Μητσοτάκη για το «θαρραλέο βήμα», ας είναι κυρίως προσεκτικό το βήμα αυτό, καθώς όπως είναι γνωστό δεν αρκεί ένας για το ταγκό. Και προς το παρόν η Άγκυρα και ο Ερντογάν δεν έχουν δείξει άλλη διάθεση από το να διαπραγματευθούν με την Ελλάδα επί των διεκδικήσεών της και των αμφισβητήσεων της ελληνικής κυριαρχίας. Αυτό εξάλλου είναι το πρόβλημα και ο λόγος της έλλειψης προόδου στα ελληνοτουρκικά την τελευταία εικοσαετία.


Σχολιάστε εδώ