Όχι σε αποπροσανατολιστικές ψευτοσυνομιλίες στο Κυπριακό ενώ ο Αττίλας ΙΙ παραβιάζει την Κυπριακή ΑΟΖ

Όχι σε αποπροσανατολιστικές ψευτοσυνομιλίες στο Κυπριακό ενώ ο Αττίλας ΙΙ παραβιάζει την Κυπριακή ΑΟΖ


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Η πρόταση Ακιντζί, του Τουρκοκύπριου ηγέτη, την περασμένη εβδομάδα, για τη σύσταση κοινής επιτροπής, πάνω σε «ισότιμη βάση» (δηλαδή 50% με 50%), για τη διαχείριση των υδρογονανθράκων της Κυπριακής ΑΟΖ (ουσιαστικά της ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου) απερρίφθη από το Εθνικό Συμβούλιο της Κύπρου. Το Εθνικό Συμβούλιο είναι άτυπο όργανο, που συγκαλείται από τον Πρόεδρο και περιλαμβάνει τους αρχηγούς των κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο, τους πρώην Προέδρους της Δημοκρατίας και τους υπουργούς, κατ’ αρχήν, Εξωτερικών και Αμύνης.

Η όλη διαδικασία της υποβολής της προτάσεως του Ακιντζί, η επίδοσή της, δηλαδή, μέσω της βοηθού της αντιπροσώπου του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ για το Κυπριακό Τζέιν Χολ Λουτ, δείχνει σαφώς την προσπάθεια της Τουρκικής πλευράς να εμπλέξει τον ΟΗΕ, όπως και την Ευρωπαϊκή Ένωση, στο διπλωματικό της παιχνίδι, που επιδιώκει να σύρει την Ελληνική πλευρά σε διακοινοτικό διάλογο για τους υδρογονάνθρακες.

Την ίδια στιγμή μάλιστα που είναι σ’ εξέλιξη η απροκάλυπτη παραβίαση της Κυπριακής ΑΟΖ από τον Αττίλα.
Δεν υπάρχει, βεβαίως, καμιά αμφιβολία ότι το κείμενο που διεβίβασε στην Ελληνική πλευρά ο Τουρκοκύπριος Ακιντζί έχει γραφεί στην Άγκυρα και συνιστά ουσιαστικά τελεσίγραφο. Αυτό που επαναλαμβάνει και προφορικά κάθε τόσο ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Τσαβούσογλου:

Η «Ελληνοκυπριακή Διοίκηση», όπως αναφέρει, αρνούμενος να αναφερθεί σε Κυπριακή Δημοκρατία, που κατ’ αυτόν δεν υπάρχει, πρέπει είτε να παγώσει το ενεργειακό της πρόγραμμα είτε να δεχθεί τη δημιουργία κοινής «ισότιμης» Επιτροπής με τους Τουρκοκυπρίους, η οποία θα αναλάβει τη συνδιαχείριση των υδρογονανθράκων της Κυπριακής ΑΟΖ. Σε διαφορετική περίπτωση, τονίζει ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, η Τουρκία θα συνεχίσει τις έρευνες και τις γεωτρήσεις στην Κυπριακή ΑΟΖ για να «κατοχυρώσει» τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων και τα δικά της.

Τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων, στα οποία αναφέρεται η Τουρκική πλευρά, είναι η «ίση» συμμετοχή, δηλαδή 50% με 50%, στους υδρογονάνθρακες της ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου. Τα δήθεν «δικαιώματα» των Τουρκοκυπρίων, τα οποία έχουν εκχωρήσει στην Τουρκική εταιρεία υδρογονανθράκων ΤPAO, εκτείνονται όχι μόνο ανατολικά, προς τον Λίβανο και τη Συρία, αλλά και νότια, προς την Αίγυπτο.

Στη δυτική πλευρά η Κύπρος δεν έχει, κατά την Άγκυρα, υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, εκτός των χωρικών της υδάτων. Η θαλάσσια αυτή περιοχή είναι κατ’ αυτήν προέκταση της υφαλοκρηπίδος της Τουρκίας.

Στην απορία του αναγνώστη, πώς είναι δυνατόν η Τουρκία να έχει καταλάβει τη Βόρεια Κύπρο και να διεκδικεί ταυτοχρόνως «δικαιώματα» στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου, η απάντηση δεν είναι δυστυχώς μόνο η Τουρκική αρπακτικότητα, αυθαιρεσία και στρεψοδικία. Είναι επίσης η μυωπική και χρεωκοπημένη πολιτική που ακολουθεί η Ελληνική πλευρά, με στόχο την «προσέγγιση» δήθεν με τους Τουρκοκυπρίους για την «επανένωση» της Κύπρου, στο πλαίσιο μιας «διζωνικής ομοσπονδίας»!

Στην πολιτική αυτή προεξάρχει το ΑΚΕΛ, προσδίδοντας σ’ αυτήν και χαρακτήρα ψευτοδιεθνισμού και «πάλης κατά του εθνικισμού»! Δυστυχώς, με τη σύμπραξη κυρίως του κυβερνώντος σήμερα κόμματος ΔΗΣΥ, η πολιτική αυτή επεβλήθη ως «στρατηγική» για τη «λύση» του Κυπριακού, παρά την απόρριψη του σχεδίου Ανάν το 2004, που βασιζόταν ουσιαστικά πάνω στην ιδέα αυτή. Το σχέδιο Ανάν απερρίφθη από τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού (75,6%), γιατί οδηγούσε στην κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και στην υποκατάστασή της από μια δήθεν ενωμένη Κύπρο, που θα αποτελείτο από δύο «ίσα» μέρη, υπό Τουρκική μάλιστα εγγύηση και Τουρκική στρατιωτική παρουσία στο διηνεκές!

Ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι ένα τέτοιο μόρφωμα θα κατέλυε κάθε ίχνος ανεξαρτησίας και κυριαρχίας της Κύπρου, εφόσον καμιά απόφαση δεν θα ήταν δυνατό να ληφθεί χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της ελεγχόμενης από την Άγκυρα Τουρκοκυπριακής πλευράς. Με την υπαγωγή δηλαδή της Ελληνικής πλειοψηφίας στην Τουρκοκυπριακή μειοψηφία (18%), ολόκληρη η Κύπρος θα υπαγόταν στον έλεγχο της Άγκυρας.

Η εμμονή της Ελληνικής πλευράς σε μια αδιέξοδη και χρεοκοπημένη δήθεν «στρατηγική» υπονομεύει και υποσκάπτει τη θέση της. Στο πλαίσιο μιας τέτοιας πολιτικής, ο προσφάτως αποθανών πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας και πρώην Γ. Γραμματέας του ΑΚΕΛ Δημήτρης Χριστόφιας θεώρησε σκόπιμο, για να στείλει μήνυμα στους Τουρκοκυπρίους, να διακηρύξει από του βήματος της Γ. Συνελεύσεως του ΟΗΕ: «Οι Τουρκοκύπριοι, ακόμη και πριν τη λύση, θα έχουν όφελος από το φυσικό αέριο της Κύπρου». Παραλλήλως, στις διεξαγόμενες διακοινοτικές συνομιλίες αποδέχθηκε να καταγραφεί ως κατεκτημένο των συνομιλιών ότι οι φυσικοί πόροι θα είναι αρμοδιότητα της ομοσπονδιακής κυβερνήσεως.

Προφανώς, η θέση αυτή είναι για να ισχύσει μετά τη «λύση» του Κυπριακού. Η Τουρκική πλευρά όμως άρπαξε την ευκαιρία για να παρουσιάζεται ως συνιδιοκτήτης των φυσικών πόρων και να διεκδικεί «δικαιώματα» στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου, ενώ εξακολουθεί να κατέχει τη βόρεια Κύπρο και να την παρουσιάζει ως «ανεξάρτητο κράτος».

Η Κύπρος έχει άμεση ανάγκη να αναπροσαρμόσει την πολιτική και τη στρατηγική της. Οποιαδήποτε νέα διολίσθηση προς διακοινοτική διαπραγμάτευση των υδρογονανθράκων της Κυπριακής ΑΟΖ θα ήταν ολέθρια. Η Κύπρος βρίσκεται, ασφαλώς, σε δύσκολη θέση, όπως και η Ελλάδα, έναντι του επιτιθέμενου αρπακτικού Αττίλα. Εν πολλοίς όμως, η δύσκολη θέση τους οφείλεται στην αποπροσανατολιστική πολιτική που ακολούθησαν και στην αδράνεια που επέδειξαν έναντι ενός από χρόνια διαφαινόμενου κινδύνου.

Η Κύπρος, π.χ., δεν είχε πρόβλημα οικονομικό για να ενισχύσει εγκαίρως την άμυνά της. Η αδράνεια σ’ αυτόν τον τομέα ήταν μια συγκεκριμένη κακή πολιτική επιλογή. Ακόμη και η Ελλάδα, που δοκιμάζεται πολύ σκληρότερα από την οικονομική κρίση, δεν ολιγώρησε στην αμυντική της ετοιμότητα μόνο για λόγους οικονομικούς. Το κόστος της αδράνειας αυτής φαίνεται σήμερα ενώπιον του κινδύνου και των Τουρκικών προκλήσεων και εκβιασμών.

Ασφαλώς, τα προβλήματα στις Ελληνο-Τουρκικές σχέσεις εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο των γεωπολιτικών ανακατατάξεων στην περιοχή και των Τουρκο-Αμερικανικών σχέσεων. Ελλάδα και Κύπρος πρέπει, όμως, να αναζητήσουν τρόπους για την άμεση ενίσχυση της άμυνάς τους και παραλλήλως των στρατηγικών τους συμμαχιών. Εν τω μεταξύ, θα ήταν ολέθριο λάθος να ε­μπλακούν σε ψευτοσυνομιλίες που θα αποπροσανατόλιζαν τη στρατηγική τους και θα υπονόμευαν τη θέση τους.


Σχολιάστε εδώ