Χρ. Μπότζιος: Οι φιλοφρονήσεις Ερντογάν θετικές και ευπρόσδεκτες

Χρ. Μπότζιος: Οι φιλοφρονήσεις Ερντογάν θετικές και ευπρόσδεκτες


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


-Σημαντικότερο, όμως, η ειλικρίνειά τους

Ο πρώτος που συνεχάρη με απευθείας τηλεφωνική επικοινωνία τον νέο πρωθυπουργό της Ελλάδας κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, νικητή των εθνικών εκλογών της 7ης Ιουλίου, ήταν ο τούρκος Πρόεδρος κ. Ταγίπ Ερντογάν. Αντίστοιχα έπραξε και ο υπουργός των Εξωτερικών κ. Τσαβούσογλου προς τον έλληνα ομόλογό του κ. Νίκο Δένδια με συγχαρητήριο μήνυμα, στην ελληνική, που ανάρτησε στον προσωπικό του λογαριασμό στο Twitter.

Φυσικό και επιβαλλόμενο, θα λέγαμε, αφού πρόκειται για πολιτικούς ηγέτες γειτονικής και όμορης χώρας και οι δύο λαοί συμβίωσαν για αιώνες σε γνώριμα για τους Έλληνες από αιώνες προγονικά εδάφη, με διαφορετική όμως για τον καθένα ιδιότητα, εκείνη του κατακτητή και του κατακτημένου. Ο τούρκος Πρόεδρος, εκτός της τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον έλληνα πρωθυπουργό, προέβη και σε δηλώσεις στα τουρκικά ΜΜΕ, με τις οποίες, μεταξύ άλλων, εξέφρασε την ευχή και ετοιμότητα για συνέχιση των συνομιλιών με την Ελλάδα για συνεργασία και επίλυση των διαφορών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.

Λίγες όμως ώρες μετά φρόντισε να στείλει το γεωτρύπανο «Γιαβούζ» ε­ντός της κυπριακής ΑΟΖ για γεωτρήσεις, γεγονός που προκάλεσε τις έντονες διαμαρτυρίες της κυπριακής κυβέρνησης και την εξίσου έντονη αποδοκιμασία της εκπροσώπου για τις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ κ. Μαργκερίτα Μογκερίνι.
Παράλληλα και ενώ ήταν σε εξέλιξη η διαδικασία ορκωμοσίας της νέας ελληνικής κυβέρνησης, τουρκικά μαχητικά αεροπλάνα προέβαιναν σε αθρόες παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου στο Αιγαίο. Στις διεθνείς σχέσεις, οι φιλοφρονήσεις μεταξύ των ηγετών των κρατών είναι ο κανόνας και ενίοτε είναι επιβοηθητικές στη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης.

Όπως λέγεται και στη γαλλική γλώσσα, που παλαιότερα ήταν η γλώσσα της διπλωματίας, προτού αντικατασταθεί από την πρακτική και άοσμη αγγλική, se comprent c est la paix (αλληλοκατανόηση σημαίνει ειρήνη). Αρκεί, βέβαια, οι φιλοφρονήσεις να είναι ειλικρινείς και όχι τυπικές, επειδή τις επιβάλλει η διεθνής πρακτική και το πρωτόκολλο. Προ χάριν ελάχιστης αξιοπιστίας στα συγχαρητήριά του προς τον έλληνα πρωθυπουργό, ο τούρκος Πρόεδρος όφειλε να αναστείλει και να ακυρώσει την αποστολή του «Γιαβούζ» στην κυπριακή ΑΟΖ, όπως και να αποτρέψει τις παραβιάσεις στο Αιγαίο. Προφανώς ήθελε να στείλει το αντίθετο μήνυμα. Ότι η Τουρκία μένει αμετακίνητη στους στόχους και τις διεκδικήσεις της στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Ελπίζουμε ότι το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών και η νέα ηγεσία του δεν τρέφουν ψευδαισθήσεις και αυταπάτες για τις τουρκικές προθέσεις. Η παραβατική συμπεριφορά της Άγκυρας δεν είναι συμπτωματική, ούτε αποκλειστικό γνώρισμα του καθεστώτος του απρόβλεπτου Ερ­ντογάν και της μεγαλομανούς εξωτερικής πολιτικής του. Αποτελεί σταθερό και κοινό γνώρισμα όλων των τουρκικών κυβερνήσεων από την εισβολή στην Κύπρο το 1974 και εντεύθεν. Η διαφορά έγκειται στην ένταση της παραβατικότητας και τα μέσα που χρησιμοποιούνται. Επιδίωξή τους είναι η ανατροπή ή μεταβολή του status quo στο Αιγαίο, ενώ από καιρού εις καιρόν εγείρουν και θέμα «τουρκικής» μειονότητας στην ελληνική Θράκη.

Ο ελληνοτουρκικός διάλογος για οικοδόμηση μέτρων εμπιστοσύνης (ΜΟΕ), όπως και εύρεσης λύσης επί του συνόλου των ελληνοτουρκικών σχέσεων, που χρονολογούνται από την εποχή της υπουργίας του Κάρολου Παπούλια και διεξάγονται σε επίπεδο γ.γ. των υπουργείων Εξωτερικών, δεν έχει αποδώσει τα προσδοκώμενα. Και τούτο επειδή η Άγκυρα επιδιώκει την επίλυσή τους σε πολιτική βάση, εκτός δηλαδή του πλαισίου του Διεθνούς Δικαίου και των διεθνών συνθηκών. Ουδείς αμφισβητεί ότι και η Τουρκία έχει δικαιώματα στο Αιγαίο. Η διεκδίκησή τους όμως δέον να στηρίζεται στο θετικό και εθιμικό Διεθνές Δίκαιο και οπωσδήποτε οι συμπεριφορές να διέπονται από την αρχή της καλής γειτονίας. Τις διεκδικήσεις της η Τουρκία τις συνοδεύει και με απειλές και παραβατικές συμπεριφορές, σε σημείο που και οι πιο καλόπιστοι και ψύχραιμοι δεν αποκλείουν πλέον και την πρόκληση θερμού επεισοδίου.

Η αποστολή του «Γιαβούζ» για γεωτρήσεις εντός της κυπριακής ΑΟΖ έχει προκαλέσει την έντονη αντίδραση και των χωρών, σε μεγάλες εταιρείες των οποίων (ExxonMobil, Total, Eni) η Λευκωσία έχει παραχωρήσει άδειες διενέργειας γεωτρήσεων. Οι ίδιες όμως χώρες έχουν σοβαρά οικονομικά συμφέροντα στη Τουρκία, τα οποία σε συνδυασμό με τη γεωπολιτική θέση της Τουρκίας επιτρέπουν στην Άγκυρα και τον Ερντογάν να αψηφούν τις σχετικές προειδοποιήσεις. Προς το παρόν, οι μόνες απτές και ουσιαστικές αντιδράσεις, με συγκεκριμενοποίηση στοχευμένων οικονομικών μέτρων, προέρχονται από την ΕΕ.

Οι ΗΠΑ, παρά τις συχνές αναφορές του εδώ πρέσβη τους, σύμφωνα με τις οποίες οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις βρίσκονται στο καλύτερο δυνατό σημείο, και τις σημαντικές στρατιωτικές βάσεις στρατηγικής σημασίας στη Σούδα της Κρήτης, το αβύθιστο όπως χαρακτηρίζεται αεροπλανοφόρο της Μεσογείου, φαίνεται να περιορίζονται μόνο σε προειδοποιήσεις προς την Άγκυρα, προκειμένου να μην ενοχλεί τις γεωτρήσεις της ExxonMobil, ακόμα και αν το «Γιαβούζ» έχει εισέλθει στα όρια των χωρικών υδάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μήπως οι παραχωρήσεις στην Κρήτη θα έπρεπε να συνοδεύονται από πλέον συγκεκριμένες απαιτήσεις και α­νταλλάγματα;

Απορίας άξιον το γεγονός ότι η Λευκωσία δεν έχει ακόμη προσφύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας των ΗΕ. Ίσως γιατί προεξοφλεί την αρνητική στάση της Ρωσίας, ελέω, μεταξύ άλλων, πώλησης των S-400 στην Τουρκία. Οι τουρκικές προκλήσεις, που δεν είναι απλός τακτικισμός για την απόκτηση πλεονεκτημάτων στο Αιγαίο, αλλά στρατηγικός σχεδιασμός για ανατροπή και αναθεώρηση του status quo, απαιτούν συνεχή εγρήγορση από την ελληνική πλευρά, ενίσχυση της αποτρεπτικής και αμυντικής ικανότητας της χώρας και τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων της χώρας. Το έχουμε τονίσει επανειλημμένα από αυτήν τη στήλη και θα εξακολουθήσουμε να το επαναλαμβάνουμε.


Σχολιάστε εδώ