Π. Νεάρχου: Η θλιβερή επέτειος του πραξικοπήματος στην Κύπρο το 1974

Π. Νεάρχου: Η θλιβερή επέτειος του πραξικοπήματος στην Κύπρο το 1974


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Αύριο είναι η θλιβερή επέτειος του κατάπτυστου πραξικοπήματος της χού­ντας του Ιωαννίδη στην Κύπρο το 1974, που άνοιξε τον δρόμο για την Τουρκική εισβολή, λίγες μέρες μετά. Οι μέρες αυτές είναι μέρες περισυλλογής και κατήφειας, αλλά πρέπει να είναι επίσης μέρες ιστορικής αλήθειας και προβληματισμού για το παρόν και το μέλλον.

Το πρώτο συναίσθημα που καταπνίγει κάθε μελετητή του Κυπριακού και ιδιαίτερα της τραγωδίας του 1974 είναι ο παραλογισμός του πραξικοπήματος, που δεν έλαβε υπ’ όψιν καμιά συμβατική εκτίμηση για τις συνέπειες που θα είχε και την καταστροφή που θα επέφερε. Ο προηγούμενος δικτάτωρ Γεώργιος Παπαδόπουλος, με την πείρα των έξι χρόνων στην εξουσία και των προηγουμένων κρίσεων, ιδίως αυτής του Φεβρουαρίου του 1972, αντελήφθη ότι μια ανατροπή του Μακαρίου στην Κύπρο θα καθιστούσε αναπόφευκτη την Τουρκική εισβολή και θα προκαλούσε διεθνή κρίση, που θα οδηγούσε σε κατάρρευση και το δικό του καθεστώς. Έκανε γι’ αυτό βήματα προσεγγίσεως προς τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και αποκατέστησε τις σχέσεις συνεργασίας μαζί του.

Το τραγικό στην ιστορία αυτή είναι ότι μεταφέρθηκε στον δικτάτορα Παπαδόπουλο η αναπτυσσόμενη συνωμοτική κίνηση του ταξιάρχου Ιωαννίδη. Την απέρριψε όμως υποτιμητικά, χαρακτηρίζοντας τον κρυψίνου και πανούργο Ιωαννίδη ως «Αρσακειάδα». Πράγματι, σ’ επίπεδο πολιτικής αντιλήψεως και κρίσεως δεν υπερέβαινε το επίπεδο αυτό. Αυτοί όμως που τον χρησιμοποιούσαν από το παρασκήνιο ως ενεργούμενο είχαν πολύ υψηλό και κακουργηματικό δείκτη πολιτικής ευφυΐας. Η πολιτική μυωπία του, ο παραλογισμός του και ο φανατισμός του ήταν πλεονεκτήματα στα χέρια τους, για να τον χειραγωγούν και να τον εξωθήσουν τελικά στο εγκληματικό και αντεθνικό πραξικόπημα.

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα για την κατάληψη της εξουσίας από τη χούντα του Ιωαννίδη. Η τραγωδία της Κύπρου ανέτρεψε τη χούντα και όχι, βεβαίως, το Πολυτεχνείο, όπως επαναλαμβάνεται ανακριβώς ακόμη από πολλούς. Το Πολυτεχνείο ήταν ένα ορόσημο των λαϊκών αγώνων και ιδίως της φοιτητικής νεολαίας κατά της χούντας. Εργαλειοποιήθηκε όμως για να εξυπηρετήσει την ανατροπή του Παπαδόπουλου και την αντικατάστασή του από τον ταξίαρχο Ιωαννίδη.

Ένας άλλος μύθος που προκαλεί θλίψη και οργή σε κάθε αντικειμενικό μελετητή του Κυπριακού είναι η θρυλούμενη Τουρκική υπεροπλία στην Κύπρο το 1974.

Αυτό που επέφερε την τραγωδία στην Κύπρο δεν είναι η αμάχητη Τουρκική υπεροπλία. Είναι το γεγονός ότι βρέθηκε τότε στο τιμόνι της Ελλάδος μια ανάξια, άσχετη και υποτελής ηγεσία, που έπαιρνε εντολές από ξένα κέντρα.

Το πραξικόπημα έγινε με υπόγεια Αμερικανική επίνευση, μέσα από το κανάλι των Αμερικανικών Μυστικών Υπηρεσιών. Ο πολύς Κίσιγνκερ, μετά τη διαδικασία εξώσεως από τον Λευκό Οίκο (impeachment) του Προέδρου Νίξον, είχε τεράστια και ανεξέλεγκτη εξουσία. Ήταν ταυτοχρόνως υπουργός Εξωτερικών και Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας. Με τη δεύτερη ιδιότητα προήδευσε της λεγόμενης Επιτροπής των Σαράντα, που συ­ντόνιζε όλες τις Μυστικές Υπηρεσίες και ανεπισήμως κατηύθυνε και όλες τις ανατρεπτικές μυστικές επιχειρήσεις.

Το αρμόδιο Γραφείο Κύπρου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, με επικεφαλής την εμβληματική φυσιογνωμία του Τόμας Μπόγιατ, ήταν εναντίον του πραξικοπήματος, όπως ήταν και το Γραφείο Ελλάδος. Ο Χένρι Κίσινγκερ τους παρέκαμψε και εφάρμοσε τη δική του πολιτική, μέσα από το κανάλι των Μυστικών Υπηρεσιών και τον Ιωαννίδη. Η δική του πολιτική και θεωρία ήταν η «λύση» των χρονίων προβλημάτων, μέσα από μια ελεγχόμενη κρίση, που δεν απέκλειε τη χρήση βίας για τη δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων. Η Αμερικανική πολιτική του Κίσινγκερ ήθελε διχοτομική λύση στην Κύπρο, που θα ικανοποιούσε την Άγκυρα.

Η τελευταία ήθελε έδαφος στην Κύπρο. Καμιά Κυπριακή και Ελληνική κυβέρνηση δεν θα παραχωρούσε, π.χ., την Κερύνεια για να επιτευχθεί «λύση». Θα έπρεπε επομένως, κατά τη θεωρία Κίσινγκερ, η Κερύνεια να «χαθεί» σ’ έναν ελεγχόμενο πόλεμο και μετά, απάνω στη βάση των τετελεσμένων γεγονότων, να αναζητηθεί «λύση»! Το κρίσιμο σημείο στο σκεπτικό αυτό του Κίσινγκερ ήταν να εμποδισθεί η Ελλάδα να αντιδράσει. Αυτή ήταν η αποστολή του υφυπουργού Σίσκο στην Αθήνα.

Η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας το 1974, ιδιαίτερα στον αεροναυτικό τομέα, ήταν υπέρ της Ελλάδος. Μετά το πικρό μάθημα του Τουρκικού εκβιασμού το 1967, που εξανάγκασε την Ελλάδα να αποσύρει ταπεινωτικά, μετά τα επεισόδια της Κοφίνου, την Ελληνική μεραρχία από την Κύπρο, η χούντα ανέλαβε διακριτικά ένα μεγάλο εξοπλιστικό πρόγραμμα. Στο πλαίσιο του προγράμματος αυτού, είχαν ήδη παραληφθεί το 1974 23 υπερσύγχρονα αεροσκάφη, τύπου Phantom, τέσσερα υπερσύγχρονα υποβρύχια τύπου S-209, πυραυλάκατοι με βλήματα Exocet και σύγχρονα Γαλλικά άρματα ΑΜΧ-30.

Η Τουρκική πλευρά δεν είχε τίποτε παρόμοιο να αντιπαραθέσει. Η Τουρκική στρατιωτική ηγεσία, που εκτιμούσε τα πράγματα με κριτήριο τις στρατιωτικές δυνατότητες των δύο πλευρών, ήταν γι’ αυτό πολύ επιφυλακτική απέναντι στην ιδέα του Τούρκου πρωθυπουργού Ετσεβίτ για επέμβαση στην
Κύπρο. Πείσθηκε μόνο όταν ο Τούρκος πρωθυπουργός παρουσίασε στοιχεία, με βάση τα οποία είχε πλήρη Αμερικανική υποστήριξη και πράσινο φως γι’ αυτό και ότι οι ΗΠΑ δεν θα άφηναν την Ελλάδα να αντιδράσει με πόλεμο, που θα διέλυε τη ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Στην περίπτωση αυτή, ασφαλώς, η Τουρκική πλευρά, που είχε και το γεωγραφικό πλεονέκτημα, δεν θα αντιμετώπιζε ιδιαίτερο πρόβλημα.

Το θλιβερό στην περίπτωση αυτή είναι ότι και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν αντέδρασε στην πολιτική αυτή, ενώ είχε τα μέσα να αντιδράσει. Ο χρόνος όμως για να το πράξει ήταν η στιγμή της παραβιάσεως της εκεχειρίας, όταν η Τουρκική πλευρά συνέχισε, χωρίς καμιά Ελληνική αντίδραση, να αποβιβάζει στην Κύπρο δυνάμεις και μέσα, ενώ ψευτοσυνομιλούσε στη Γενεύη. Όταν αφέθηκε η Άγκυρα να αποβιβάσει 300 άρματα, πυροβολικό και όσο στρατό ήθελε, ήταν πολύ αργά για Ελληνική αντίδραση. Είχαν δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις για τον Αττίλα ΙΙ, ιδίως όταν η Ελληνική πλευρά δεν προώθησε κατά το διάστημα αυτό καμιά ενίσχυση, τουλάχιστον σε σύγχρονο εξοπλισμό (αντιαρματικά).

Ασφαλώς άσκησε ισχυρές πιέσεις η Αμερικανική πλευρά. Μπορεί όμως κανείς να κάνει συγκρίσεις με την Ελληνο-Τουρκική κρίση του 1987 και να δει πώς τη χειρίσθηκε διπλωματικά ο Ανδρέας Παπανδρέου. Έστειλε τον τότε υπουργό Εξωτερικών Κάρολο Παπούλια στη Σόφια. Ήταν σαφές το μήνυμα προς τις ΗΠΑ. Εάν δοκιμάσετε να εκβιάσετε ή να οδηγήσετε σε εθνική ήττα την Ελλάδα, η κρίση δεν θα παραμείνει σε ενδο-ΝΑΤΟϊκά πλαίσια. Θα γίνει διεθνής, με την εμπλοκή και του άλλου συνασπισμού, με ό,τι αυτό σημαίνει. Η κίνηση αυτή και η αποφασιστικότητα που επεδείχθη οδήγησαν στην αποκλιμάκωση της κρίσεως.

Φωτό: parapolitikakritis.gr


Σχολιάστε εδώ