Κληρονομιά στη νέα κυβέρνηση  οι ανοιχτές «πληγές» στα εθνικά θέματα

Κληρονομιά στη νέα κυβέρνηση οι ανοιχτές «πληγές» στα εθνικά θέματα

Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


-Να δοθεί από την πρώτη ημέρα μήνυμα αποφασιστικότητας σε Άγκυρα, Σκόπια, Τίρανα 

Ύστερα από μια μακρά προεκλογική περίοδο αρκετών μηνών, στις 8 Ιουλίου η νέα κυβέρνηση θα βρεθεί πλέον αντιμέτωπη με τα πραγματικά προβλήματα της εξωτερικής πολιτικής, στην πραγματική διάστασή τους, μακριά και πέραν των υπερβολών ή της εσκεμμένης υποτίμησής τους.

Δυστυχώς, τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής έγιναν αντικείμενο εσωτερικής πολιτικής αντιπαράθεσης και αυτό καθιστά ακόμη πιο δύσκολη τη διαχείρισή τους την επομένη των εκλογών.

Η κυβέρνηση επιχείρησε με αφελή και αδέξιο τρόπο να χαρακτηρίσει μείζονες επιτυχίες όλες τις κινήσεις της στα εθνικά θέματα, με την αντιπολίτευση, τουλάχιστον ανεπισήμως, να ομιλεί σχεδόν για προδοσία στο ονοματολογικό των Σκοπίων και για υποχωρήσεις στα ελληνοτουρκικά.

Η πόλωση στην προεκλογική περίοδο δεν επέτρεψε να υπάρξει ειλικρινής και ψύχραιμος διάλογος και όπως όλα δείχνουν και την επομένη των εκλογών θα συνεχισθεί αυτή η αδυναμία των πολιτικών δυνάμεων, να αποτυπώσουν ρεαλιστικά και να συζητήσουν βάσει πραγματικών δεδομένων για το πώς η Ελλάδα θα διαμορφώσει εθνική στρατηγική για την αντιμετώπιση σοβαρών απειλών. Με πρώτη, φυσικά, την αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας αλλά και την προσπάθεια των Σκοπίων να φέρουν στα μέτρα τους τη Συμφωνία. Από κοντά και οι Αλβανοί, που κλιμακώνουν την ανθελληνική πολιτική τους, με αιχμή όχι μόνο τη μειονότητα αλλά και την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών μεταξύ των δύο χωρών.

Η κυβέρνηση και ο κ. Τσίπρας προσωπικά θεωρούν ότι όλα έγιναν ιδανικά στη Συμφωνία των Πρεσπών, πετύχαμε, δηλαδή, την καλύτερη δυνατή Συμφωνία, υποβαθμίζουν την προσπάθεια της σκοπιανής πλευράς να προβάλει τη «μακεδονική ταυτότητα» και ουσιαστικά να διασώσει τον κανονικό αλυτρωτισμό, που δεν είχε σχέση με την Αρχαία Ελλάδα, αλλά με την επιδίωξη ενοποίησης και πάλι της γεωγραφικής ενότητας της Μακεδονίας σε ένα ανεξάρτητο «μακεδονικό κράτος».

«Είμαστε Σλάβοι», έλεγε ο Γκλιγκόροφ
Αυτός, δυστυχώς, ήταν ο πυρήνας της διαφοράς, ο νεομακεδονικός αλυτρωτισμός, που δεν είχε καμία σχέση με την αρχαιολατρία. Εξάλλου ο ίδιος ο Κίρο Γκλιγκόροφ είχε δηλώσει ότι «είμαστε Σλάβοι» και μάλιστα η σημαία της Βεργίνας είχε υιοθετηθεί περισσότερο για να χρησιμοποιηθεί κατόπιν στο διπλωματικό παζάρι που οδήγησε στην Ενδιάμεση Συμφωνία.

Η κυβέρνηση είχε ένα δίκιο όταν αναφερόταν στις επιστολές Καραμανλή σε ξένους ηγέτες, καθώς η τότε κυβέρνηση έδειχνε να αποδέχεται πολλά σημεία τα οποία η νυν κυβέρνηση δεν δέχθηκε τελικά, όπως και ότι η ΝΔ είχε αποδε­χθεί τη χρήση του όρου «Μακεδονία», αν και αυτό επισήμως κανείς από τη ΝΔ δεν το έχει αμφισβητήσει.

Η μεγάλη διαφορά είναι ότι το 2005 δεν υπήρχαν τα μεγάλα εργαλεία που είχε στη διάθεσή της η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, την προσδοκία του κ. Ζάεφ να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ η χώρα του και να ξεκινήσει τις ενταξιακές συνομιλίες με την ΕΕ, προκειμένου να πείσει την άλλη πλευρά να αποδεχθεί θέσεις τις οποίες απέρριπτε στο παρελθόν.

Τα έδωσε όλα…
Τη στιγμή, δηλαδή, που η Ελλάδα βρέθηκε σε θέση απόλυτης ισχύος και μάλιστα είχε υπάρξει στα Σκόπια μια κυβέρνηση που στηριζόταν στο αλβανικό στοιχείο, το οποίο επιζητούσε λύση του ονοματολογικού, χωρίς να επιμένει φυσικά στη διατήρηση του «μακεδονισμού», ήρθε η ελληνική κυβέρνηση και επέλεξε την επιδίωξη μιας… «win – win» συμφωνίας, προσφέροντας στην άλλη πλευρά αυτό που από τον 19ο αιώνα αποτελούσε επιδίωξη του «μακεδονικού αλυτρωτισμού»: Την αναγνώριση από την Ελλάδα «μακεδονικής γλώσσας, μακεδονικής ταυτότητας, μακεδονικής ιστορίας και μακεδονικού λαού».

«Κόκκινη γραμμή» το Βουκουρέστι
Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά σε σχέση με τους λανθασμένους, ατυχείς ή προβληματικούς χειρισμούς του παρελθόντος. Χωρίς προσπάθεια δικαιολόγησης του Κώστα Καραμανλή, του Πέτρου Μολυβιάτη, της Ντόρας Μπακογιάννη, που στη διαπραγμάτευση έκαναν λάθη και πολλές φορές υιοθέτησαν ως βάση συζήτησης αρνητικές για τα ελληνικά συμφέροντα θέσεις, η απόφαση του Βουκουρεστίου έθεσε μια «κόκκινη γραμμή» για την Ελλάδα, την οποία δυστυχώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ παραβίασε, αποδεχόμενη τη «μακεδονική ταυτότητα», που αποτελεί τον πυρήνα του «μακεδονικού αλυτρωτισμού».

Και πλέον η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει, έπειτα από ένα έντιμο ξεκαθάρισμα των θέσεών της, να επιστρατεύσει όλα τα όπλα που διαθέτει, σε διμερές και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προκειμένου να αποτρέψει την προσπάθεια της άλλης πλευράς να εκμεταλλευθεί τις τρύπες της Συμφωνίας των Πρεσπών για να επιβάλει τον όρο «Μακεδονία – μακεδονικός» σε κάθε χρήση, πέραν της επίσημης ονομασίας της χώρας.

Το μέτωπο με τον Ερντογάν
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα δοκιμασθούν σκληρά το επόμενο διάστημα, καθώς ο Ταγίπ Ερντογάν είναι αποφασισμένος να δημιουργήσει τετελεσμένα στην κυπριακή υφαλοκρηπίδα, ώστε να αποκτήσει διαπραγματευτικό πλεονέκτημα σε μια νέα διαδικασία συνομιλιών για το Κυπριακό, που θεωρεί ότι μπορεί να επιβάλει, προκειμένου να αποφευ­χθεί κλιμάκωση και επιδείνωση της κατάστασης ασφάλειας στην περιοχή.

Ο κ. Ερντογάν και η πολιτική που ακολούθησε η Τουρκία δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν τη μικρή Κύπρο να προχω­ρήσει σε ένα φιλόδοξο ενεργειακό πρόγραμμα, στο οποίο πλέον συμμετέχουν κολοσσοί όπως η ExxonMbil, Total, Eni. Η μόνη του ελπίδα πλέον είναι να επιχειρήσει να προκαλέσει εντάσεις, ώστε η διεθνής κοινότητα να δείξει και πάλι τον δρόμο των διαπραγματεύσεων στο νησί, με την προσδοκία ότι θα μπορέσει να βάλει στο τραπέζι πλέον και το θέμα των υδρογονανθράκων, ώστε να υπάρξει μια καταρχήν συμφωνία για την συνεκμετάλλευσή τους από Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους.

Συγχρόνως έχει ανάψει το πράσινο φως για την πρόκληση τετελεσμένων στο νησί με τα σχέδια για άνοιγμα των Βαρωσίων υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση, μια εξέλιξη βεβαίως που, αν προχωρήσει, θα τινάξει στον αέρα κάθε δυνατότητα επανέναρξης των συνομιλιών και πρακτικά θα είναι ένα τελικό βήμα πριν από την επισημοποίηση της διχοτόμησης, η οποία όμως στην παρούσα φάση δεν φαίνεται να ευνοεί τα στρατηγικά συμφέροντα της Τουρκίας, εάν δεν συνοδευθεί με μια έστω καταρχήν συμφωνία εμπλοκής και των Τουρκοκυπρίων στο ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η θέση της Ελλάδας και της Κύπρου είναι ενισχυμένη τόσο με τις τριμερείς συνεργασίες με Ισραήλ και Αίγυπτο, με τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, παρά τα προβλήματα αναποτελεσματικότητας των όποιων ευρωπαϊκών κυρώσεων επί της Τουρκίας και φυσικά λόγω της εντεινόμενης και κλιμακούμενης κρίσης στις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και τις επαπειλούμενες κυρώσεις με αφορμή την αγορά των S-400.

Πάντως και με τα σημερινά δεδομένα υπάρχουν διπλωματικοί και πολιτικοί δίαυλοι που μπορούν να αποτρέψουν την εξέλιξη ενός τυχαίου περιστατικού ή ενός ατυχήματος στον αέρα σε σοβαρό θερμό επεισόδιο. Μάλιστα, παρά τις συνεχείς και επαναλαμβανόμενες δηλώσεις της Αθήνας περί ενδεχόμενης απειλής γεώτρησης σε ελληνική υφαλοκρηπίδα ή στο Καστελλόριζο, δεν υπάρχουν ενδείξεις, ούτε κάποια δημόσια δήλωση ότι η Τουρκία σχεδιάζει να προβεί σε γεώτρηση στην περιοχή του Καστελλόριζου και περισσότερο η φημολογία αυτή είναι αποτέλεσμα των ψυχολογικών επιχειρήσεων στις οποίες επιδίδεται με επιτυχία τους τελευταίους μήνες η Άγκυρα.

Μήνυμα στην Αλβανία
Όμως η νέα κυβέρνηση θα πρέπει άμεσα να στραφεί και προς την Αλβανία, όπου οι πολιτικές εξελίξεις είναι ρευστές και στο διάστημα αυτό του «πολιτικού κενού» απειλείται ένα ακόμη χτύπημα στη μειονότητα.

Η Αθήνα πρέπει επιτέλους να μιλήσει στον κ. Ράμα αλλά και στην αντιπολίτευση (της οποίας σκιώδης ηγέτης παραμένει ο ανθέλληνας Σαλί Μπερίσα) με τη μόνη γλώσσα που καταλαβαίνουν. Η Ελλάδα, παρά την κρίση, παραμένει η πιο ισχυρή χώρα στην περιοχή, φιλοξενεί 1,5 εκατομμύριο Αλβανούς, που με τα εμβάσματά τους «αιμοδοτούν» την αλβανική οικονομία, ενώ οι ελληνικές επενδύσεις, παρά το έγκλημα της εκποίησης των υποκαταστημάτων των ελληνικών τραπεζών, είναι από τις μεγαλύτερες στη γειτονική χώρα.

Θα πρέπει από την πρώτη στιγμή να σταλεί στα Τίρανα το μήνυμα ότι τα παιχνίδια τελειώνουν και ότι εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος θα πρέπει να επιλυθεί άμεσα το πρόβλημα των περιουσιών σε όλη την περιοχή της Χειμάρρας, με την απόδοση έγκυρων τίτλων ιδιοκτησίας στους πραγματικούς ιδιοκτήτες και την επιστροφή της περιουσίας της Εκκλησίας, ενώ θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην άμεση έναρξη συνομιλιών –με χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσής τους– προκειμένου να υπογραφεί Συμφωνία Οριοθέτησης Θαλασσίων Ζωνών μεταξύ των δύο χωρών.

Σε διαφορετική περίπτωση, η Ελλάδα οφείλει άμεσα να κηρύξει την επέκταση των χωρικών υδάτων της στο Βόρειο Ιόνιο και να καταθέσει στον ΟΗΕ τα όρια της υφαλοκρηπίδας της (βάσει και της συμφωνίας που είχε υπογράψει η κυβέρνηση Μπερίσα το 2008 και ακυρώθηκε κατόπιν προσφυγής του Έντι Ράμα στο Συ­νταγματικό Δικαστήριο), ώστε να αντιληφθούν στα Τίρανα ότι η εποχή των χαριεντισμάτων έχει τελειώσει…

Η ατζέντα της νέας κυβέρνησης δεν θα είναι εύκολη, αλλά… στα δύσκολα κρίνονται οι κυβερνήσεις.


Σχολιάστε εδώ