ΚΑΛΙΓΟΥΛΑΣ

ΚΑΛΙΓΟΥΛΑΣ


Συγγραφέας
ΣΑΪΜΟΝ ΤΕΡΝΙ
Μεταφραστής 
Χρήστος Καψάλης


Όλοι ξέρουν το όνομά του. Όλοι νομίζουν ότι ξέρουν την ιστορία του. 

Ρώμη, 37 μ.Χ.
Ο αυτοκράτορας είναι στα τελευταία του. Κανένας δε γνωρίζει πόσος χρόνος τού απομένει. Ο αγώνας για την εξουσία ξεκινάει. Όταν ο ασθενής Τιβέριος ρίχνει την οικογένεια του Καλιγούλα στη μάχη για τη διαδοχή, σε μια προσπάθεια να επαναφέρει την τάξη, θα αλλάξει τη μοίρα της αυτοκρατορίας και θα δημιουργήσει έναν από τους πλέον διαβόητους τυράννους της Ιστορίας, τον Καλιγούλα. Αλλά ο τελευταίος ήταν πραγματικά τέρας;

Ξεχάστε όλα όσα νομίζατε ότι ξέρετε. Και αφήστε τη Λιβίλλα, τη μικρότερη αδερφή και έμπιστη του Καλιγούλα, να σας αφηγηθεί τι συνέβη πραγματικά. Πώς ο ήρεμος και τρυφερός αδερφός της έγινε ο πιο δυνατός άνθρωπος στη γη. Και πώς, με ψέματα, φόνους και προδοσίες, η Ρώμη άλλαξε για πάντα….

Απόσπασμα βιβλίου

Ξεκινά με αναλαμπές.
Εκτυφλωτικές, καθηλωτικές αναλαμπές κόκκινου και λευκού, οι οποίες σταδιακά παίρνουν τη μορφή μιας πορφυρής κομοστέγης, με το ολόλαμπρο φως του ρωμαϊκού καλοκαιριού να τη διαπερνά σαν λεπίδα. Ο κόσμος κάτω από το στέγαστρο αυτό έχει μια φοβερή, άλικη χροιά, τσακισμένος και μαχαιρωμένος από εκείνες τις κοφτερές δέσμες φωτός.
Ο βρυχηθμός του πλήθους εξακολουθεί να ακούγεται σαν μια βοή να αναδύεται κάπου στο βάθος.
Κινούμαι, περπατώ χαλαρά, ψύχραιμα.
Με κατακλύζει ένα αλλόκοτο αίσθημα ανίας, αν και αυτό δεν είναι παρά ένα συναισθηματικό σκάφος που πλέει σε μια θάλασσα απόγνωσης που εκτεινόταν ανέκαθεν εκεί, σκοτεινή και απέραντη, απειλώντας να με καταπιεί. Τώρα, όμως, αυτό αλλάζει. Στην αταραξία του νου μου εισβάλλουν νέα συναισθήματα… έντονα, τρομακτικά.
Το απρόσμενο. Ένα σοκ. Φρίκη, ίσως. Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό;
Το χέρι μου υψώνεται προκειμένου να αποκρούσει την αόρατη απειλή. Όχι! Περιτριγυρίζομαι αποκλειστικά από έμπιστους. Δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό. Μια τέτοια απειλή είναι έργο εχθρών, όχι φίλων.
Αστραφτερό μέταλλο – γαλάζιο ατσάλι από το Νωρικόν, που πάνω του αντανακλάται εκείνη η απαίσια, κόκκινη λάμψη που διαποτίζει τα πάντα – τινάζεται καταπάνω μου. Αποτραβιέμαι, κι η λεπίδα που σημαδεύει την καρδιά μου καταλήγει να σκίσει σάρκα και να τριφτεί πάνω σε οστό.
Αγωνία. Αναλαμπές αγωνίας και πανικού. Σάστισμα και τρόμος.
Αίματα. Το χέρι μου σηκώνεται και φαντάζει αλλόκοτα μαύρο μέσα στο κόκκινο του σκεπαστού κόσμου μου. Τόσο αίμα. Προσπαθώ να αντιδράσω, όμως κάτι με εμποδίζει. Με σταματά.
Συνειδητοποιώ ότι είμαι ανήμπορη, και είναι έμπιστοι αυτοί που γυρεύουν τον χαμό μου. Γιατί; Τι έχω κάνει για να μου αξίζει αυτό;
Φωνάζω, όμως εκείνη η φωνή δεν πηγαίνει πουθενά, συγκεντρώνεται ψηλά στην άνευρη, πορφυρή κομοστέγη και από εκεί εκσφενδονίζεται πίσω, καταπάνω μου. Οι μυριάδες φωνές πέρα μακριά εξακολουθούν να επευφημούν, ανυποψίαστες για τον κίνδυνο που διατρέχω.
Πλέον, τα πάντα είναι πανικός. Δεν μπορώ να κάνω το παραμικρό.
Εκείνη η λεπίδα, που τώρα έχει αποκτήσει μια επιπλέον άλικη χροιά από το ζωτικό μου αίμα, αποτραβιέται, το πρόσωπο πίσω της μοιάζει αγριμιού, δόντια γυμνωμένα, σαν λύκου που υπερασπίζεται ένα μισοφαγωμένο κουφάρι από τα μέλη της αγέλης του.
Πασχίζω ακόμη να αντιδράσω, να αντισταθώ, όμως αποτυγχάνω, εμποδίζομαι. Το τραύμα που έβαψε τη λεπίδα μπροστά μου είναι μια λαίλαπα πάνω στη σάρκα μου, απλώνει τα πλοκάμια τού πόνου σε ολόκληρο το κορμί μου. Το να βλέπω τη ζωή μου να βάφει ένα ξίφος… Διακρίνω φευγαλέα το είδωλο του προσώπου μου πάνω στη λιπαρή, κόκκινη επίστρωση. Δε μοιάζω πανικόβλητη, ούτε ταλανισμένη. Απλά, θλιμμένη.
Όμως, δεν είναι η λεπίδα αυτή που θα έπρεπε να φοβάμαι.
Η λεπίδα που μου στερεί τον κόσμο μου είναι η αθέατη. Θερίζει τη σάρκα, έτσι που την αισθάνομαι να ακρωτηριάζει τα νήματα εντός μου, εκείνα που δένουν τη ζωή με τούτο το σαρκίο. Η καρδιά μου σταματά – μια ατσάλινη αιχμή την καρφώνει.
Τα μάτια μου γουρλώνουν. Το λυσσασμένο πρόσωπο σιμώνει. Είμαι ήδη νεκρή, όμως στέκομαι ακόμη – αισθάνομαι ακόμη, καθώς εκείνο το αγρίμι βυθίζει τη λεπίδα του άλλη μία φορά. Ένας άλλος έρχεται από πίσω. Κι ένας ακόμα από το πλάι. Κάθε χτύπημα είναι πλέον μια προσβολή, τίποτε περισσότερο, αφού ο θάνατος έχει επέλθει. Κάθε νέο χτύπημα είναι μια δήλωση από εκείνους που αγάπησα και εμπιστεύτηκα.
Τριάντα χτυπήματα στο σύνολο. Τριάντα πληγές που δεν τραυματίζουν απλά τη σάρκα, σακατεύουν την ίδια μου την ψυχή.
Πέφτω τώρα, η πορφυρή κομοστέγη υποχωρεί, οι αναλαμπές των κοφτερών σαν λεπίδες φωτεινών δεσμών δεν μπορούν πια να με ζεστάνουν. Τίποτε δεν πρόκειται να με ζεστάνει ξανά.
Διακρίνω το πιο γνώριμο από όλα τα πρόσωπα…
Ξυπνώ απότομα, ο ουρανίσκος μου κατακλύζεται από τη γεύση του τρόμου. Ένας απλός εφιάλτης ήταν κι αυτή τη φορά; Ή μήπως κάτι περισσότερο; Τώρα θυμάμαι. Θυμάμαι ποια είμαι. Και θυμάμαι πώς ξεκίνησε…

Ονομάζομαι Ιουλία Λιβίλλα,
είμαι κόρη του Γερμανικού και αδερφή του αυτοκράτορα Γάιου, του αποκαλούμενου Καλιγούλα

Διαβάστε όλο το απόσπασμα ΕΔΩ


Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο ΣΑΪΜΟΝ ΤΕΡΝΙ, γέννημα θρέμμα του Γιόρκσερ, με μεγάλη αγάπη για την ιστορία και την αρχιτεκτονική, περνάει τον περιορισμένο ελεύθερο χρόνο του επισκεπτόμενος αρχαιολογικές τοποθεσίες, ερευνώντας τον αρχαίο κόσμο και διαβάζοντας μανιωδώς. Έκανε διάφορες δουλειές στη ζωή του, από υπάλληλος στο Υπουργείο Γεωργίας και τη διαχείριση δικτύων ηλεκτρονικών υπολογιστών, μέχρι πωλήσεις αυτοκινήτων, ώσπου τελικά αφοσιώθηκε στη συγγραφή, έχοντας περισσότερα από είκοσι πέντε μυθιστορήματα στο ενεργητικό του. Παράλληλα σπούδασε Κλασική Ιστορία στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Ζει με τη γυναίκα του, τα παιδιά τους και πολλά ζώα σε μια αγροτική περιοχή στο Βόρειο Γιόρκσερ.


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ

Κατηγορία:  Ξένη Λογοτεχνία
Ηλικία: 18+
ISBN: 978-618-01-2957-1
ISBN Ebook: 978-618-01-2958-8


Σχολιάστε εδώ