Ν. Γ. Χαριτάκης: Ο ΠΑΟ και ο «νόμος Κατσέλη»

Ν. Γ. Χαριτάκης: Ο ΠΑΟ και ο «νόμος Κατσέλη»

Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ


Ήταν 28/4/1971 και ο Αριστείδης Καμάρας είχε πετύχει το τέρμα που επέτρεπε στον ΠΑΟ να περάσει στα τελικά του κυπέλλου πρωταθλητριών ομάδων στο ποδόσφαιρο. Έμεναν 17 λεπτά πριν λήξει ο αγώνας και το αποτέλεσμα (3-0) έπρεπε να κρατηθεί με νύχια και με δόντια. Η λύση ήταν μία, η μπάλα στην εξέδρα, ώστε να περάσει με καθυστερήσεις ο χρόνος που υπολειπόταν.

Η ιστορία και οι συζητήσεις της κυβέρνησης για την αλλαγή του «νόμου Κατσέλη» μού έφεραν στη μνήμη το συγκεκριμένο γεγονός. Όπως και τότε, έτσι και σήμερα, οι φίλαθλοι πρέπει να ξεχάσουν την καθημερινότητα και να ασχοληθούν με ένα θέμα άνευ ουσίας για τη χώρα. Γιατί πράγματι ο «νόμος Κατσέλη» και η όλη συζήτηση που περιβάλλει το αντικείμενο ξεκινά από την εχθρότητα της κυβέρνησης έναντι της ελεύθερης αγοράς και επιδεινώνεται με τον παρεμβατισμό της κυβέρνησης.

Η εμμονή της κυβέρνησης στις ιδεοληψίες της και στο ιερό παρελθόν της, που με κάθε μέσο προσπαθεί να προστατεύσει, την προωθεί σε επιλογές που υιοθετούν την ψευδαίσθηση ότι δεν υπάρχει μέλλον. Αντιπαλεύει το αύριο με καθυστερήσεις του τύπου «η μπάλα στην εξέδρα». Πριν προχωρήσουμε όμως στην απλή λύση, υπενθυμίζουμε ότι η αλλαγή του «νόμου Κατσέλη» είναι μόνο ένα από τα 16 προαπαιτούμενα και δεν είναι σημαντικότερη από την εφαρμογή του ΦΠΑ στα νησιά.

Ο νόμος της συμπαθούς συναδέλφου, που, για να μην ξεχνάμε, προέβλεπε ότι τα capital controls θα κρατούσαν μόνο λίγους μήνες μετά τον Ιούλιο του 2015, είναι μια απλοϊκή παρέμβαση σε ένα τεράστιο πρόβλημα. Και, ως όφειλε να γνωρίζει, αυτού του είδους οι παρεμβάσεις μόνο προβλήματα και βάρη δημιουργούν στην οικονομία. Και καθώς τα βάρη τα πληρώνουν οι αδύναμες και οι ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες, μόνο δίκαιες κοινωνικά δεν είναι. Το μόνο σίγουρο είναι ότι είναι αριστερές παρεμβάσεις.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η ακίνητη περιουσία αποτελεί κατ’ ουσίαν τη μοναδική σε μέγεθος μελλοντική περιουσιακή εξασφάλιση των πολιτών έναντι του κινδύνου. Κατ’ αντιστοιχία, για τις τράπεζες η μοναδική εξασφάλιση έναντι των καταθέσεων των πολιτών σ’ αυτές είναι τα δάνεια. Αν τα δάνεια δεν πληρώνονται με συνέπεια, οι τράπεζες δεν έχουν τη δυνατότητα να καταβάλλουν τις καταθέσεις. Οι υποθήκες λοιπόν ή η ασφάλιση των τραπεζικών δανείων υπάρχουν για να καλύπτουν κινδύνους. Αν δεν υπάρχουν υποθήκες, η αποπληρωμή των δανείων είναι πάντοτε στον αέρα.

Το πρόβλημα λοιπόν των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι αποκλειστικό πρόβλημα των δανείων των τραπεζών, ιδιαίτερα όταν οι εξασφαλίσεις δεν καλύπτουν την ονομαστική τους αξία. Η εμπλοκή λοιπόν της κυβέρνησης σε μια αντίστοιχη ιστορία μόνο τους στρατηγικούς κακοπληρωτές και τις τράπεζες εξυπηρετεί και κανέναν άλλον. Αυστηρή θέση θα ήταν η κριτική. Κάνουμε ότι ψάχνουμε να βρούμε λύση για την πρώτη κατοικία και στην ουσία εξασφαλίζουμε τους μπαταχτσήδες και τις ανασφάλιστες τράπεζες.

Το επιχείρημα είναι προφανές, αν επικεντρωθούμε στο γεγονός ότι το πρόβλημα δεν είναι η πρώτη κατοικία, αλλά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Ρωτάμε: Οι τράπεζες γνωρίζουν ποια είναι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια; Λογικά, ύστερα από τόσα χρόνια, πιστεύουμε ναι. Ρωτάμε: Ποιο είναι το νόμιμο βάρος που υπάρχει σ’ αυτά; Σημείωση: Το νόμιμο βάρος, που καθιστά ένα τραπεζικό δάνειο μη εξυπηρετούμενο, είναι να μην έχει πληρωθεί από τον οφειλέτη η συμφωνηθείσα καταβολή για 181 ημέρες. Από τη στιγμή εκείνη το δάνειο παύει να είναι ενήμερο και επιβάλλει στην τράπεζα να δει πώς θα το εισπράξει. Η οφειλή παραμένει ως υπόλοιπο και προστίθεται η μη καταβολή των 180 ημερών.

Η τράπεζα εισπράττει ένα μη ενήμερο δάνειο με δύο τρόπους. Ή ανατρέχει στις εξασφαλίσεις (βλέπε υποθήκες ή ασφαλιστήρια) που εξασφαλίζουν το δάνειο ή συμφωνεί, έπειτα από διαπραγμάτευση με τον πελάτη, για μια νέα δανειακή σύμβαση. Μελετά, συνεργάζεται και αποφασίζει τι τη συμφέρει και τι αποδέχεται ο δανειολήπτης. Εκείνο που δεν μπορεί να κάνει η τράπεζα είναι είτε να περιμένει πότε η «θεία πρόνοια» θα λύσει το πρόβλημα είτε να πει στον πελάτη «δώσε κάτι, έστω και 10 ευρώ τον μήνα, για να θεωρήσω το δάνειο ενήμερο». Διότι και στις δύο περιπτώσεις γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης και συνεργασίας με τον κακοπληρωτή.

Η συμπαθής, κατά τα άλλα, κ. Κατσέλη όφειλε να τα γνωρίζει αυτά όταν σχεδίαζε τον νόμο. Οι κύριοι του Μαξίμου όφειλαν επίσης να το γνωρίζουν όταν συζητούσαν με τις τράπεζες για τη λύση του προβλήματος της πρώτης κατοικίας. Όφειλαν επίσης να γνωρίζουν ότι αν ήθελαν να προστατεύσουν πράγματι τους ανθρώπους που θα έβγαιναν στον δρόμο, επειδή δεν μπορούσαν λόγω κρίσης να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους με εγγύηση την πρώτη τους κατοικία, μπορούσαν άνετα να το έχουν τελειώσει σε μία συνάντηση.

Ας ζητούσαν από τους δανειστές να παραδώσουν μια ονομαστική λίστα των οφειλετών με το πραγματικό υπόλοιπο του δανείου όταν σταμάτησε η εξυπηρέτηση και τις νόμιμες προσαυξήσεις. Ας ζητούσαν από την ασφαλιστική εταιρεία που οφείλει να καλύψει αυτό το δάνειο και σε τι ποσό έγινε η ασφάλιση. Ας ζητούσαν από τις τράπεζες να δώσουν την εκτιμώμενη κατ’ αυτές σημερινή εμπορική αξία των ενεχύρων, π.χ., πρώτη κατοικία. Προφανώς, όταν μιλάμε για προστασία της πρώτης κατοικίας αναφερόμαστε και στη μοναδική ιδιόκτητη κατοικία του οφειλέτη. Δεν μιλάμε για έναν οφειλέτη που έχει πλήθος πρώτων κατοικιών;

Αν οι κύριοι του Μαξίμου είχαν στη διάθεσή τους αυτήν την ονομαστική λίστα θα μπορούσαν σε μία ημέρα να προσδιορίσουν, χρησιμοποιώντας μάλιστα και τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, σε ποιους πολίτες αναφερόμαστε και ποιοι πραγματικά είναι οι έχοντες την ανάγκη στήριξης και προστασίας.

Αναφερόμαστε, προσοχή, σε πολίτες και όχι υπαλλήλους και διοικήσεις τραπεζών και ασφαλιστικών εταιρειών. Χωρίς συζήτηση, θα δικαιολογείτο ο κ. Φλαμπουράρης, ή όποιος επιλεγόταν από την κυβέρνηση, να τραβήξει την κόκκινη γραμμή εκεί που ήθελε. Δεν είμαι εγώ εκείνος που θα το αξιολογήσω, γιατί μπορεί να χαρακτηριστώ ως φιλελεύθερος, ανάλγητος κ.λπ. Θεωρώ όμως ότι κάθε λογικός άνθρωπος θα μπορούσε να κάνει αυτήν την προσωπική επιλογή. Σημειώνουμε ότι 530.000 ιδιοκτήτες ακινήτων από ένα σύνολο 1.500.000 δήλωσαν το 2017 εισοδήματα από ενοίκια και μόνο 1.000 ευρώ ετησίως. Για να δούμε αν υπάρχουν ανταγωνιστικές λύσεις.

Έχοντας προσδιορίσει την εμπορική αξία και το καθαρό υπόλοιπο των δανείων και έχοντας προσδιορίσει τη συμμετοχή της ασφαλιστικής εταιρείας στην περίπτωση δημιουργίας απαίτησης από την τράπεζα λόγω ρευστοποίησης των ακινήτων, θα πρότεινα, έπειτα από συζήτηση, να επεξεργαστούν τα δύο μέρη, τράπεζες και οφειλέτες, μια συμφωνία του τύπου «αυτό είναι το υπόλοιπο, αυτή είναι η εμπορική αξία του ακινήτου, αυτό το ποσό μπορεί να εισπράξει η τράπεζα, αυτήν την πρόταση αποδέχεται ο οφειλέτης». Και στην περίπτωση της πρώτης κατοικίας, που αποδεδειγμένα ο οφειλέτης δεν μπορεί να εξυπηρετήσει πάνω από ένα σημείο, και εφόσον θέλει να την κρατήσει, ας αποφασίσει το Δημόσιο αν και σε τι ύψος μπορεί να συνεισφέρει. Καθαρές λύσεις.

Πέρασαν τρία χρόνια και ακόμη συζητάμε. Είχαμε Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και μπορούσαμε να το χρησιμοποιήσουμε. Έχουμε ενεχυροδανειστήριο και δεν ξέρουμε τι να το κάνουμε. Έχουμε εταιρείες που θα μπορούσαν να αγοράσουν πλήθος ενυπόθηκων δανείων και θα μπορούσαν να βοηθήσουν. Έχουμε ασφαλιστικές εταιρείες που υποχρεωτικά θα πληρώσουν το ανασφάλιστο τμήμα και θέλουν να το αποφύγουν. Έχουμε κυβέρνηση που διαχειρίζεται ετησίως 55 δισ. έσοδα και συζητάμε ακόμη για τον «νόμο Κατσέλη»; Ο Παναθηναϊκός πήγε στον τελικό και έχασε. Η κυβέρνηση θα φτάσει με την ίδια στρατηγική στον τελικό ή θα χάσει πριν φτάσει;


Σχολιάστε εδώ